<<< Προηγούμενη σελίδα

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΕΙΣ

Bιβλιογραφική Eνημέρωση
στην Γυναικολογική ΟγκολογΙα


Eπιμέλεια: A. Oικονόμου, Ι. Κούτρας
Σχόλιο: Π. Παναγόπουλος


1) Gynecol Oncol. 2003 Sep; 90(3): 547-51.
A comparative analysis of human papillomavirus types 16 and 18 and expression of p53 gene and Ki-67 in cervical, vaginal, and vulvar carcinomas.
Koyamatsu Y, Yokoyama M, Nakao Y, Fukuda K, Saito T, Matsukuma K, Iwasaka T.
Department of Obstetrics and Gynecology, Saga Medical School, Nabeshima, Saga, Japan.

Η συσχέτιση μεταξύ λοίμωξης με HPV και καρκίνου του τραχήλου είναι ικανοποιητικά αιτιολογημένη σε αντίθεση με τη συσχέτιση της λοίμωξης με τον κολπικό ή αιδοιϊκό καρκίνο. Στην παρούσα μελέτη, αξιολογήθηκε ο επιπολασμός των HPV16 και HPV18, της υπερέκφρασης της μεταλλαγμένης πρωτεϊνης p53, και του αντιγόνου ki-67 ως αιτιολογικών παραγόντων σε ασθενείς με καρκίνο του τραχήλου (40 ασθενείς), του κόλπου (16 ασθενείς) και του αιδοίου (31 ασθενείς).
Η συσχέτιση μεταξύ θετικού HPV και υπερέκφρασης του p53 στον καρκίνο του τραχήλου έχει αναφερθεί από πολλές μελέτες, σε αντίθεση με τον κολπικό ή τον αιδοιϊκό καρκίνο, λόγω του μικρού σχετικά αριθμού των περιστατικών. Στην παρούσα μελέτη οι τύποι 16 και 18 του HPV ανιχνεύθηκαν στο 53,5% των ασθενών με καρκίνο του τραχήλου, στο 43,8% των ασθενών με καρκίνο του κόλπου, και στο 13% των ασθενών με καρκίνο του αιδοίου. Η υπερέκφραση του p53 παρατηρήθηκε σε 2,5% των ασθενών με καρκίνο του τραχήλου, στο 19% των ασθενών με καρκίνο του κόλπου, και στο 61% των ασθενών με καρκίνο του αιδοίου. Το αντιγόνο ki-67 ανιχνεύθηκε στο 70% των ασθενών με καρκίνο του τραχήλου, στο 75% των ασθενών με καρκίνο του κόλπου, και στο 68% των ασθενών με καρκίνο του αιδοίου.
Το αποτέλεσμα της μελέτης ήταν η απουσία συσχέτισης μεταξύ θετικού HPV και υπερέκφρασης του p53, όπως και η απουσία διαφοροποίησης της πρόγνωσης της νόσου στην περίπτωση ανεύρεσης των ανωτέρω παραγόντων. Η αντίστροφη συσχέτιση των HPV (τράχηλος) και p53 (αιδοίο) ως προς την τοπογραφία των καρκίνων του κατώτερου γεννητικού συστήματος όπως και η ενδιάμεση θέση του κολπικού καρκίνου, πιθανόν υποδεικνύει αιτιολογική διαφοροποίηση στη διαδικασία ογκογένεσης.

ΣΧΟΛΙΟ
Ο πρωτοπαθής καρκίνος του κόλπου αποτελεί μια σπάνια οντότητα και για αυτό το λόγο δεν έχει διερευνηθεί ενδελεχώς η καρκινογένεση στο συγκεκριμένο σημείο του κατώτερου γεννητικού σωλήνα. Η παρούσα μελέτη, εκτός του γεγονότος ότι δεν προσφέρει τίποτε ουσιαστικό ως προς την πρόγνωση της νόσου, ενέχει και όλους τους περιορισμούς που προκύπτουν από το μικρό αριθμό του δείγματος για τον κολπικό καρκίνο. Eπί τη ευκαιρία θέλω να σημειώσετε τήν συγκέντρωση τής 17-19 Μαρτίου 2006 στη Θεσσαλονίκη πού οργανώνει η Α’ Μαιευτική Γυναικολογική Κλινική τού Αριστοτελείου διά την πρόληψη τού γυναικολογικού καρκίνου όπου προέχον θέμα θά είναι ή ανοσοβιολογία των HPV και βέβαια τό εμβόλιον κατά αυτών τών ιών.


2) Am J Roentgenol. 2004 Jan; 182(1): 227-33
Incremental benefits of FDG positron emission tomography over CT alone for the preoperative staging of ovarian cancer.
Yoshida Y, Kurokawa T, Kawahara K, Tsuchida T, Okazawa H, Fujibayashi Y, Yonekura Y, Kotsuji F.

Η πενταετής επιβίωση του καρκίνου των ωοθηκών όλων των σταδίων είναι μόλις 46%. Η επέκταση της νόσου πέρα από τα όρια της πυέλου μειώνει την πιθανότητα πενταετούς επιβίωσης από 88% σε 36%. Παρά τη ριζικότητα των επεμβάσεων την τελευταία 10ετία, η πλήρης αφαίρεσις των μακροσκοπικά αναγνωρίσιμων βλαβών παραμένει ανέφικτη στο 60% περίπου των ασθενών. Η δυνατότητα διάγνωσης και ακριβούς σταδιοποίησης του καρκίνου των ωοθηκών αποτελεί μια σημαντική πρόκληση, σε σχέση με τις εφαρμοζόμενες ακτινολογικές τεχνικές.
Στην παρούσα μελέτη εξετάζεται η πιθανότητα αύξησης της διαγνωστικής ακρίβειας της αξονικής τομογραφίας (CT) (60-80%) με την προσθήκη της ποζιτρονιακής τομογραφίας (PET) με ιχνηθέτη τη 118F-δεοξυγλυκόζη (FDG), και ιδιαίτερα στην αναγνώριση επέκτασης της νόσου.
Η σταδιοποίηση με CT σχετιζόταν με την διεγχειρητική σταδιοποίηση σε ποσοστό 53% ενώ η σταδιοποίηση συνδυασμού CT και PET σχετιζόταν με την διεγχειρητική σταδιοποίηση σε ποσοστό 87%.
Ο διαχωρισμός μεταξύ των σταδίων ΙΙΙ και IV είναι σημαντικός για το σχεδιασμό της θεραπείας και την πρόγνωση. Η FDG- PET βοηθά στη διαφοροδιάγνωση τόσο των πλευρικών διηθήσεων όσο και των επιφανειακών από τις παρεγχυματικές ηπατικές μεταστάσεις. Η FDG- PET είναι ιδιαίτερα επιβοηθητική στην ανίχνευση διηθημένων παραορτικών λεμφαδένων.

ΣΧΟΛΙΟ
Η μέθοδος (FDG- PET) ενώ έχει σχετικά ευρεία εφαρμογή στις νεοπλασίες του πνεύμονα και του εγκεφάλου, δεν είχε βρεί εφαρμογές στους γυναικολογικούς καρκίνους. Σε αυτή τη μελέτη παρά τα εντυπωσιακά ποσοστά που αναφέρονται για την διαγνωστική ευαισθησία της μεθόδου ως προς τη σταδιοποίηση της νόσου, το δείγμα των ασθενών είναι πολύ μικρό (21) και αφορά κατά κύριο λόγο τις μεταστάσεις και όχι την κύρια νόσο. Το κόστος της μεθόδου και η απουσία άλλων μελετών που να υποστηρίζουν τη χρησιμότητά της, αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για ευνοϊκά σχόλια ως προς την επιλογή της ως μεθόδου εκλογής για την προεγχειρητική σταδιοποίηση του καρκίνου των ωοθηκών.


3) Cancer 2004 Jan 1; 100(1): 89-96.
Surgical treatment of recurrent endometrial carcinoma.
Campagnutta E, Giorda G, De Piero G, Sopracordevole F, Visentin MC, Martella L, Scarabelli C.

Η θνησιμότητα των ασθενών με καρκίνο του ενδομητρίου είναι μικρότερη, σε σχέση με ασθενείς με καρκίνο των ωοθηκών και του τραχήλου. Οι ασθενείς με καρκίνο του ενδομητρίου που παρουσιάζουν υποτροπή της νόσου έχουν πολύ πτωχή πρόγνωση.
Στις ασθενείς με υποτροπιάζοντα καρκίνο του ενδομητρίου οι ορμονικές θεραπείες (προγεστερόνη) έχουν συνολική ανταπόκριση μεταξύ 20 και 25%, ενώ τα χημειοθεραπευτικά σχήματα με ένα (πακλιταξέλη ή καρβοπλατίνη) ή δύο (δοξοροβουκίνη+σισπλατίνη) παράγοντες έχουν σχετικά καλύτερη ανταπόκριση (35% και 45% αντίστοιχα).
Στις ασθενείς με μεμονωμένες μεταστάσεις τοπικά (κόλπος), η καλύτερη θεραπευτική επιλογή είναι η ακτινοθεραπεία, με τοπικό έλεγχο της νόσου και πενταετή επιβίωση σε ποσοστό 45 έως 70%. Η πενταετής επιβίωση μειώνεται σημαντικά όταν η τοπική μετάσταση είναι εκτεταμένη σε ολόκληρο το πυελικό τοίχωμα.
Οι συγγραφείς μελέτησαν τη δυνατότητα της χειρουργικής αντιμετώπισης σε ασθενείς με υποτροπιάζοντα καρκίνο του ενδομητρίου οι οποίες: α) είχαν πυελική ή κοιλιακή υποτροπή της νόσου, β) κεντρική πυελο- κολπική υποτροπή με μέγεθος άνω των 4cm ή με ετερόπλευρη επέκταση στο πλάγιο πυελικό τοίχωμα, γ) απουσία πνευμονικών, οστικών και εγκεφαλικών μεταστάσεων.
Η επιτυχία της επέμβασης σε υποτροπιάζοντα καρκίνο του ενδομητρίου επηρεάζεται αρνητικά από προηγηθείσα χημειοθεραπεία ή όταν τα σημεία μετάστασης ήταν υπεράριθμα ή αν υπήρχαν μεγάλες συρρέουσες μεταστατικές πλάκες στο έντερο ή το περιτόναιο.
Σε ασθενείς στις οποίες επιτεύχθηκε ικανοποιητική κυτταρομειωτική επέμβαση τα αποτελέσματα ως προς την επιβίωση είναι ανάλογα των ασθενών με καρκίνο των ωοθηκών. Οι συγγραφείς θεωρούν ότι οι ασθενείς με κεντρικές πυελικές υποτροπές έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες αυξημένου χρόνου επιβίωσης.

ΣΧΟΛΙΟ
Το συνολικό όφελος ως προς την επιβίωση σε ασθενείς που χειρουργήθηκαν για υποτροπιάζοντα καρκίνο του ενδομητρίου σε σχέση με τους ασθενείς που αντιμετωπίστηκαν συντηρητικά, δεν είναι στατιστικά σημαντικό. Η επίτευξη ικανοποιητικής κυτταρομειωτικής επέμβασης δεν ήταν δυνατή παρά μόνο στους ασθενείς με κεντρικές πυελικές υποτροπές, ενώ και η αυξημένη νοσηρότητα μετεγχειρητικά, αποτελεί μάλλον ανασταλτικό παράγοντα για την επιλογή επιθετικότερων τακτικών στις περιπτώσεις αυτές.

 

ΗΟΜΕPAGE