<<< Προηγούμενη σελίδα

The American College of Obstetricians
and Gynecologists Clinical Gynecologic Series:
An expert's view
The evaluation and Managment of Hirsutism

Ricardo Azziz,MD, MPH
Σειρά Κλινικής Γυναικολογίας : άπόψεις είδικών
΄Εκτίμησις καί ΄Αντιμετώπισις ύπερτριχώσεως



Περίληψη

΄Υπερτρίχωσις είναι ή παρουσία τελικών (τραχειών) τριχών είς τίς γυναίκες μέ τήν κατανομή πού παρατηρείται είς τούς άνδρες καί άπαντάται είς τό 5% έως 15% τών γυναικών άναλόγως τού όρισμού πού δίδομε . ΄Η ύπερτρίχωσις έχει σημαντική άρνητική έπίδρασι είς τήν ψυχοκοινωνικήν έξέλιξιν τού άτόμου καί συχνά είναι σημείο ύπολανθανούσης ένδοκρινικής άνωμαλίας, ήτοι έπιπλέον άνδρογόνων. ΄Η κυριωτέρα αίτία ηύξημένων άνδρογόνων είναι τό σύνδρομον πολυκυστικών ώοθηκών, ή έλλειψις 21- ύδροξυλάσης στη μορφή της μή κλασσικής έπινεφριδιακής ύπερπλασίας, τό ύπερανδρογονι κό σύνδρομο άνοχής είς τήν ίνσουλίνη μελαγχρωματικής άκανθώσεως, όγκοι έκκρίνοντες άνδρογόνα καί σπανιώτερα μετά λήψιν άνδρογονικών φαρμάκων. ΄Ενώ είς τό 70-80% τών άσθενών μέ έπί πλέον άνδρογόνα έμφανίζεται ύπερτρίχωσις, τό σημείο αύτό μπορεί νά έλλείπει είς γυναίκες ΄Ασιατικής καταγωγής. ΄Αντιστρόφως δέν παρουσιάζουν άνιχνευόμενη αύξηση τών άνδρογόνων όλες οί γυναίκες πού έμφανίζουν ύπερτρίχωσιν, ώς έκ τού ότι 5 -15 % αύτών τών γυναικών έχουν " ίδιοπαθή ύπερτρίχωσιν" μέ κανονική ώοθυλακιορρηκτική λειτουργία καί έπίπεδα άνδρογόνων. ΄Υπάρχει έντονος οίκογενειακή προδιάθεσις ύπερτριχώσεως κυρίως διότι ή ύπολανθάνουσα ένδοκρινική άνωμαλία (π.χ. πολυκυστικαί ώοθήκαι) καί οί παράγοντες πού ρυθμίζουν τήν αύξηση τών τριχών ( π.χ.εύαισθησία ύποδοχέως άνδογόνων, δραστηριότης 5α-άναγωγάσης) έχουν έντονο γενετικό χαρακτήρα. ΄Η διαγνωστική έξέτασις τής δυνητικώς ύπερτριχωτικής άσθενούς περιλαμβάνει πρώτον τήν έπιβεβαίωσιν ύπάρξεως ύπερτριχώσεως καί μετά άποκλεισμό συνοδών ή αίτιολογικών άνωμαλιών καί παθήσεων ώς ώοθηκικής δυσλειτουργίας, ύπερπλασίας έπινεφριδίων, διαβήτου καί άνωμαλιών λειτουργίας θυρεοειδούς. ΄Η άντιμετώπισις πρέπει νά σταθμίση συνδυασμό μέσων πού πιθανώς περιλαμβάνουν 1ον όρμονική καταστολή (άπό στόματος άντισυλληπτικά, βραδείας δράσεως άναλόγων έκλυτικής γοναδο τροπίνης καί εύαισθητοποιών ίνσουλίνης), 2ον περιφερική άναστολή άνδρο γόνων ( σπιρονολακτόνη,φλουταμίδη,κιτρική κυπροτερόνη καί φιναστερίδη) καί 3ον μηχανική - κοσμητική βελτίωση μέ καταστροφή τών άνεπιθυμήτων τριχών (ήλεκτρικώς καί άφαίρεσις μέ laser ).΄Η χρήσις ύδροχλωρικής έφλορνιθίνης 13,9% ώς τοπικής άλοιφής πιθανώς νά συμβάλει είς βελτίωσιν άνεπιθυμήτου αύξήσεως τής τριχοφυίας είς τό πρόσωπο. Γενικώς , παρόλον ότι ή ύπερτρίχωσις είναι συχνή καί άνεπιθύμητος καί συνοδό σύπτωμα λανθανούσης ένδοκρινικής άνωμαλίας, ή συστηματική έκτίμησις της θά άνεύρη τήν αίτιαν της καί ό συνδυασμός θεραπευτικής άγωγής θά αποδόση ίκανοποιητικά άποτελέσματα διά τίς περισσότερες τών άσθενών. (Obst Gynec 2003; 101: 995-1007, Copyright The American College of Obstetricians and Gynecologists.)

Είσαγωγικά
΄Υπετρίχωσις είναι ή παρουσία τελικών ( τραχειών ) τριχών είς τίς γυναίκες μέ χαρακτηριστική άνδρική κατανομή καί παρατηρείται είς τό 5 - 15 % τών έξετασθεισών επί γενικού πλήθυσμού 1-4.΄Η παρουσία ύπερτριχώσεως έχει σημαντική άρνητική έπίδραση είς τήν ψυχοκοινωνικήν άνάπτυξιν[5,6]. ΄Επιπλέον ή ύπετρίχωσις μέ όλίγας έξαιρέσεις είναι ένδειξις ύπολανθανούσης ένδοκρινικής άνωμαλίας τουτέστιν ηύξημένων άνδρογόνων ή ύπερανδογονισμού [4].

Συχνότης
΄Η συχνότης τής ύπερτριχώσεως έξαρτάται μέχρι ένός σημείου άπό τά κριτήρια πού τίθενται πρός διαγνωσίν της ώς καί άπό τόν ύπό μελέτην πληθυσμόν. Γενικώς ή κλινική διάγνωσις τής ύπερτριχώσεως βασίζεται είς τήν έκτίμησιν τού έξετάζοντος τού έάν ή άσθενής έμφανίζει άνδρική κατανομή τού τριχώματος ή όχι . ΄Η συχνότερον χρησιμοποιουμένη μέθοδος έκτιμήσεως τής ύπερτριχώσεως άκολουθεί τήν άρχικώς κατά τό 1961 περιγραφείσα κλίμακα τού Ferriman καί Gallway. Οί έρευνηταί αύτοί έβαθμολόγησαν ύποκειμενικώς τήν παρουσία τριχών είς 11 διαφορετικά μέρη τού σώματος ( άνω χείλος, πώγων, θώραξ, άνω ράχις, κάτω ραχιαία έπιφάνεια, άνω κοιλιακή χώρα, κάτω κοιλιακή , βραχίων ,άντιβράχιον , μηρός καί κνήμη) είς 430 κατά συνέχειαν καί άνευ έπιλογής γυναίκας παρακολουθουμένας είς γενική κλινική τού ΄Ηνωμένου Βασιλείου κατά πλειοψηφίαν λευκής φυλής καί ήλικίας 15 - 74 έτών. Σέ κάθε περιοχή έδόθη βαθμολογία άπό 0 ( έπί άπουσίας τελικών τριχών ) μέχρι 4 (έξεσημασμένη παρουσία τελικών τριχών). ΄Η αύτή μελέτη έσημείωσε ότι ή παρουσία τελικού τριχώματος είς τό άντιβράχιο καί τήν κνήμη ήτο άσχετος ή πολύ όλίγο έξαρτωμένη άπό τήν παρουσία άνδρογόνων. ΄Υπολογίζοντας μόνο τίς έννέα περιοχές, 4,3% τών μελετηθεισών είχαν βαθμολογία μεγαλυτέρα τού [7], πράγμα πού όδήγησε τούς μελετητάς νά έκλέξουν τήν βαθμολογία 8 ή άνω ώς όρίζουσα ύπερτρίχωσιν.
΄Εχουν περιγραφεί καί άλλοι τρόποι όπτικής καί κατά συνέπειαν ύποκειμενικής έκτιμήσεως τής τριχοφυίας ώς τού Lorenzo [7] σέ μελέτη 300 μή έπιλεγμένων γυναικών άπό κοινωτικό ίατρείο είς τό Michigan όπου έβαθμολογήθησαν πέντε μόνον περιοχαί τού σώματος ( άνω χείλος, πώγων, θώραξ, κοιλία καί μηροί) άπό 0 μέχρι 4 χωρίς νά άναφέρεται ή φυλετική καταγωγή τών μελετηθεισών γυναικών .Μέ τήν μέθοδο αύτή ό έρευνητής δέν παρετήρησε ύπερτρίχωσι άνω τού 5 μεταξύ τών έξετασθεισών. Προφανώς ή γενική βαθμολογία θά ποικίλει άναλόγως τού άριθμού τών έξεταζομένων περιοχών σώματος. ΄Εχουν προταθεί καί άλλοι τρόποι έκτιμήσεως τής ύπερτριχώσεως μέ τροποίηση τής μεθόδου τού Ferriman καί Gallway. Γυναίκες δυνατόν νά παρουσιάσουν ύπερτρίχωσιν καί είς άλλες περιοχές ώς τίς προωτιαίες περιοχές (φαβορίτες), κάτω σιαγόνα,τράχηλον καί περινεϊκήν χώρα , περιοχές πού περιλαμβάνονται είς άλλα συστήματα έκτιμήσεως τής ύπερτριχώσεως [8]. Είς τήν είκόνα 1 ό Hatch καίσυν, χρησιμοποιούν τήν μέθοδον τού Ferriman καί Gallway σέ έννέα μόνον περιοχές παραλείποντες τό άντιβράχιον καί τήν κνήμη .Τήν βαθμολογία αύτή χρησιμοποιήσαμε καί είς τήν κλινική μας πρός μελέτη καί έκτίμησι τής ύπερτριχώσεως .
Πρός έκτίμησι τής έπιπτώσεως της στόν γενικό πληθυσμό έμελετήθησαν προοπτικώς 369 κατά σειράν γυναίκες πού έζήτησαν έξέταση πρίν προσληφθούν σέ έργασία 4. ΄Εξ αύτών 7,6%, 4,6% καί 1,9% είχαν βαθμολογία 6, 8 καί 10 άντιστοίχως χωρίς ίδιαιτέρα φυλετική προδιάθεσι. Βάσει τών δεδομένων αύτών προτιμούμε νά χαρακτηρίζομε ώς ύπερτρίχωσι άνεξαρτήτως φυλής τήν βαθμολογία 6 καί άνω. ΄Η έκτίμησις μας ότι ή ύπερτρίχωσις συναντάται είς τό 8% τών έξετασθεισών είναι σύμφωνος καί μέ άλλες μελέτες 1-4.΄Υπολογίζοντας ότι ύπάρχουν περίπου 52 έκατομμύρια γυναίκες ήλικίας 15-44 έτών είς τάς Η.Π.Α. ( ύπολογισμοί γιά τό 2000) συμπεραίνομε ότι ύπάρχουν 4 έκατομμύρια γυναικών τής άναπαραγωγικής ήλικίας μέ ύπερτρίχωσι καί μέ τήν πλειονότητα αύτών νά έχουν ηύξημένα άνδρογόνα.


Είκών 1.
΄Οπτική μέθοδος έκτιμήσεως άναπτύξεως τριχών είς τίς γυναίκες, τροποποιημένο άπό τήν άρχική περιγραφή τού Ferriman καί Gallway 1961.1
΄Εκάστη τών έννέα είκονιζομένων περιοχών τού σώματος βαθμολογείται άπό 0 ( άπουσία τελικών τριχών ) μέχρι 4 (έξεσημασμένη άνάπτυξις τελικού τριχώματος),
καί ή βαθμολογία κάθε περιοχής άθροίζεται σέ όλική βαθμολογία άναπτύξεως τριχώματος. Τριχοφυία 6 έως 8 ή μεγαλυτέρα γενικώς θεωρείται ώς ύπερτρίχωσις
( Hatch R, et al. Am J Ob Gyn 1981; 140:815.)


Εικόνα 2 . ΄Από μελέτη 75 άσθενών μέ πολυκυστικό σύνδρομο ώοθηκών. 25 άσθενείς άπό ΗΠΑ, ΄Ιταλία καί ΄Ιαπωνία καί διαφορά
φαινοτύπου άναλόγω ς τής φυλής.Οί γυναίκες άπό τήν ΄Ιαπωνία ήσαν έλαφρώς όλιγώτερον παχύσαρκοι(Α) καί έμφανώς όλιγώτερον
ύπερτριχωτικαί (C) άπό τίς γυναίκες τών ΗΠΑ καί ΄Ιταλίας.Am J Ob Gyn 1992; 167:1807.


Είκών 3. ΄Ανατομική τριχοσμηγματογόνου μονάδος τελικής τριχός.΄Από Sanchez LA et al Hum Repr 2002; 8: 169
Upper root sheath = άνω έλυτρον ρίζης, lower root sheath= κάτω έλυτρον ρίζης, outer root sheath= έξω έλυτρον ρίζης,
inner root sheath = έσω έλυτρον ρίζης, Matrix = ό παράγων τήν τρίχα συνδετικός ίστός , Dermal papilla= δερματική θηλή,
Bulb region= περιοχή βολβού, ρίζης τριχός, Bulge=προεξοχή Erector pili muscle= άνορθωτήρ μύς τριχός, Sebaceous gland =
σμηγματογόνος άδήν hair cortεx = φλοιός, Hair cuticle= έσω έλυτρον τριχός, παράγωγον τής έπιδερμίδος, Hair medulla = μυελός.


Είκόνα 4.΄Αναλογική μείωσις ύπερτριχώσεως είς τήν κλίμακα Ferriman -Gallway είς άσθενείς μέ πολυκυστικό σύνδρομο
ώοθηκών πού έλαβαν είκονικό φάρμακο( placebo, PBO) τρογλιταζόνη 150 χιλιοστογραμμάρια ήμερησίως ( TGZ 150 mg/d),
τρογλιταζόνη τριακόσια χιλιοστογραμμάρια ήμερησίως ( ΤGΖ 300 mg/d) καί τρογλιταζόνη 600 χιλιοστογραμμάρια ήμερησίως
( 600mg/d TGZ ) . Azziz R, et al. J Clin End Met 2201;86:1626.

Παθοφυσιολογία
΄Η ύπερτρίχωσις μέ όλίγες έξαιρέσεις είναι σημείον ύπολανθανούσης όρμονικής διαταραχής καί μάλιστα ηύξημένων άνδρογόνων ή ύπερανδρογοναιμίας. Παρά ταύτα δέν παρατηρείται είς όλες αύτές τίς γυναίκες μέ ύπερτρίχωσι άνιχνεύσιμος αύξησις άνδρογόνων ή ένδοκρινική άνωμαλία, όπως είς τήν ίδιοπαθή ύπερτρίχωσι. ΄Η κυριωτέρα αίτία ηύξημένων άνδρογόνων είναι τό σύνδρομο πολυκυστικών ώοθηκών, ή έλλειψι τής 21- ύδροξυλάσης μή κλασσικής έπινεφριδιακής ύπερπλασίας, τό ύπερανδρογονικό σύνδρομο άντιστάσεως είς τήν ίνσουλίνη τής μελαγχρωματικής άκανθώσεως, όγκοι έκκρίνοντες άνδρογόνα καί πολύ σπανιώτερον λήψις άνδρογόνων φαρμάκων . Πρέπει έννοιολογικώς νά διακρίνωμε τήν ένδοκρινική άνωμαλία τής αύξήσεως τών άνδρογόνων άπό τήν δερματολογική είκόνα τής ύπερτριχώσεως μέ τήν ύπενθύμησι τής συχνής μεταξύ των έπικαλύψεως.
Γενικώς 70 - 80% τών γυναικών μέ ηύξημένα άνδρογόνα παρουσιάζουν ύπερτρίχωσιν ( Sanchez La et al.Fert Ster 2001;76: S111 ) παρ΄όλον ότι τό σημείο αύτό είναι όλιγώτερο έμφανές είς γυναίκες μέ ΄Ασιατική καταγωγή. Είκών 2,10.
΄Η φυσιολογία τής αύξήσεως καί άναπτύξεως τής τριχός έχει προσφάτως άνασκοπηθή [11]. Διά βραχέων αύτή άποτελείται άπό πεπιεσμένα κερατινοποιημένα μελανοκύτταρα άναπτυσσόμενα άπό θηλήν τού χορίου τού δέρματος πρός τήν έπιφάνειαν του έντός τής έξω θήκης (έλύθρου ) τής τριχός ή όποία άποτελεί μέρος τής έπιδερμίδος είκών 3.΄Υπάρχουν περίπου 50 έκατομμύρια ρίζαι τριχών ( θηλαί τριχών ) κατά τό πλείστον συνδεδεμέναι μέ σμηγματογόνο άδένα σχηματίζοντας τήν καλουμένη τριχοσμηγματογόνο μονάδα ( pilosebaceous unit) καλύπτουσαι τό σώμα, μέ 20% αυτών είς τό τριχωτόν τής κεφαλής.Οί μόνες έλεύθερες τριχικών θυλάκων περιοχές τού σώματος είναι οί παλαμιαίες καί πελματικές έπιφάνειες τά βλέφαρα καί τά χείλη. Όλίγες θηλές σχηματίζονται μετά τόν τοκετόν καί ό άριθμός τους άρχίζει νά μειούται μετά τήν ήλικία τών 40 όπου ή λέπτυνσις τών τριχών είναι φυσιολογική. Κατά τήν άνάπτυξιν τών τριχών παρατηρούμε τρείς γενικώς φάσεις. Πρώτον τής άναγενούς φάσεως μέ έντονο αύξησι, δεύτερον τής καταγενούς, τής φάσεως ύποστροφής μέ μείωσι τής αύξήσεως καί συρρικνώσεως τού βολβού τής τριχός καί τρίτον τής τελογενούς φάσεως κατά τήν όποίαν άποπίπτει ή τρίχα καί έτσι συμπληρούται ό κύκλος της [12]. Τό μήκος τής τριχός έξαρτάται άπό τήν διάρκεια τής πρώτης, άναγενούς, φάσεως. Φαινομενικώς παρατηρείται μία διαρκής αύξησις τών τριχών διότι κάθε θηλή τριχός δέν είναι συγχρονισμένη μέ τίς ύπόλοιπες.
Γενικώς διακρίνονται τρία είδη τριχών [12]. Lanugo - χνούς - μαλακή άμύελος καλύπτουσα τό δέρμα τού κυήματος καί άποπίπτουσα κατά τό τέλος τής κυήσεως ή όλίγον μετά τόν τοκετό. Vellus - τριχοειδής ή νηματοειδής- μαλακή άμύελος καί ώς έπί τό πλείστον άνευ χρωστικής βραχεία μέχρι δύο έκατοστών καλύπτουσα τό άτριχον μέρος τού σώματος.Οί τρίχες αύτές άποτελούν τό δευτερογενές τρίχωμα χωρίς άλλη ίδιαιτέρα όνομασία είς τήν έλληνική άνατομική όρολογία. Οί τελικές τρίχες, τό τελικό ή τριτογενές τρίχωμα τού άνθρώπου, είναι μακραί , ούλαι -σγουραί - έμμύελαι μέ πυκνό κεντρικό άξονα άπό συμπαγώς πεπιεσμένα μελανοκύτταρα. Οί τρίχες αύτές καλύπτουν όφρείς, κρανίον, έφήβαιον, μασχάλας καί άλλα μέρη.
Μερικές όρμόνες έπηρεάζουν τήν άνάπτυξη τών τριχών. ΄Η αύξητική όρμόνη γενικώς αύξάνει τό τρίχωμα. ΄Αντιθέτως θυρεοειδική δυσλειτουργία προκαλεί άπώλεια τριχών [14-16]. Είς ύπερθυρεοειδισμό παρατηρείται αύξησις λεπτών τριχών εύκόλως άποπιπτουσών ένώ είς τόν ύποθυρεοειδισμό παρατηρείται άνάπτυξις τελικών, ούλων καί εύθραύστων τριχών εύκόλως άποπιπτουσών καί συχνά συνοδεύεται μέ πλαγία άπώλεια τών τριχών τών όφρύων. ΄Η προγεστερόνη καί τά οίστρογόνα έχουν μικρά μόνο έπίδρασι είς τήν άνάπτυξι τών τριχών [17,18]. Τά άνδρογόνα είναι τά κυρίως ύπεύθυνα διά τήν άνδρικήν κατανομήν τού είδους τών τριχών είς τό σώμα. Τά άνδρογόνα αύξάνουν τήν άνάπτυξι τής τριχός καί είς αύτά όφείλεται ή μετατροπή τών τριχοειδών, άμυέλων, λεπτών τριχών είς τό τελικό ούλώδες τρίχωμα είς τίς περιοχές τού σώματος πού είναι εύαίσθητες είς τά άνδρογόνα [13]. ΄Η διαδικασία τής μετατροπής είς τελική τρίχα λαμβάνει χώρα μετά τήν συμπλήρωση μερικών κύκλων κατά τήν διάρκεια τής όποίας ή μετατροπή είναι άναστρέψιμος. Μετά τήν έκφυσι τής τελικός τριχός δέν είναι δυνατή ή παλιδρόμησις των είς τήν προτέρα βαθμίδα των. ΄Η τελευταία αύτή έπίδρασις τών άνδρογόνων είς τήν θηλή τής τριχός είναι τό άποτέλεσμα ή γενικευμένης αύξήσεως τών άνδρογόνων όπως είς τό σύνδρομο πολυκυστικών ώοθηκών ή τοπικής έπιδράσεώς των όπως είς τήν ίδιοπαθή ύπερτρίχωσι καί προκαλεί τό κυριώτερο σημείο τού ύπερανδογονισμού , τήν ύπερτρίχωση.
Τό κυριώτερο κυκλοφορούμενο άνδρογόνο είναι ή τεστοστερόνη ή όποία μετατρέπεται είς τήν θηλή τής τριχός άπό τήν 5α άναγωγάση είς τήν διυδροτεστοστερόνη 19. ΄Η τεστοστερόνη καί ό περισσότερον ένεργός μεταβολίτης της ή διυδροτεστοστερόνη, διεγείρουν τή δερματική θηλή νά μετατρέψη σέ τελική έμμύελο τρίχα τόν χνούν πού ύπήρχε προηγουμένως. ΄Αλλα άσθενέστερα άνδρογόνα όπως ή άνδροστενεδιόνη καί ή δευδροεπιανδροστερόνη μπορεί νά μεταβολισθούν είς τό δερμα σέ τεστοστερόνη καί διυδροτεστοστερόνη προκαλουμένης τοιουτοτρόπως ηύξημένης τριχοφυίας.
΄Η έπίδρασις τών άνδρογόνων είς τήν αύξησιν τής τριχοφυίας είναι σχετική, καί όφείλεται πιθανώς είς διαφορές συγκεντρώσεως ύποδοχέων άνδρογόνων καί 5α άναγωγάσης [19]. ΄Ορισμένες περιοχές τού δέρματος ώς τών βλεφαρίδων, όφρύων, πλαγίου καί κορυφής τού κρανίου , είναι σχετικώς άδρανείς είς τήν έπίδρασιν τών άνδρογόνων ( μή φυλετική δερματική περιοχή -non sexual skin) . ΄Αλλες περιοχές είναι άρκετά εύαίσθητες είς τά άνδρογόνα -άμφιφυλετική δερματική περιοχή , ambosexual skin - όπου οί θηλές τών τριχών μετατρέπουν εύκολα σέ τελική τρίχα τόν χνούν έπί παρουσία καί χαμηλών έπιπέδων άνδρογόνων. Οί περιοχές αύτές είναι τό έφήβαιον καί ή μασχάλη. Είς τίς περιοχές αύτές παρατηρείται άνάπτυξις τελικού τριχώματος άκομη καί κατά τήν άρχήν τής ήβης όπου παρατηρείται μικρά μόνο αύξησις τών έπινεφριδιακών άνδρογόνων. Τέλος , άλλες περιοχές τού δέρματος άνταποκρίνονται μόνο είς ύψηλά έπίπεδα άνδρογόνων - φυλετικόν δέρμα- καί περιλαμβάνουν τόν θώρακα, κατώτερον κοιλιακό τοίχωμα, κάτω ραχιαία έπιφάνεια τού κορμού, μηρούς ,βραχίονες, πώγωνα, πρόσωπο καί τό άνω τού έφηβαίου μέρος πρός τόν όμφαλό. ΄Η παρουσία τριχών είς τά μέρη αύτά είναι άνδρικόν χαρακτηριστικόν καί έάν συναντάται είς θήλεις θεωρείται παθολογικό , δηλαδή ύπερτρίχωσις.
΄Υπάρχει έντονος οίκογενής προδιάθεσις πρός ύπερτρίχωσιν. Είς μίαν έργασία 7 έμελετήθησαν 90 γυναίκες καί οί οίκογένειές τους. Τό οίκογενειακό ίστορικό έλήφθη άπό όλες τίς γυναίκες καί είς όσες έπιθυμούσαν έξητάσθησαν μητέρες καί άδελφές μόνο μέ έπισκόπησι τού προσώπου. Είς τριακόσιες μάρτυρες γυναίκες μέ ύπερτρίχωσι καί χωρίς προηγουμένη θεραπεία πού έλήφθησαν άπό τόν πληθυσμό κοινοτικού κέντρου παρακολουθήσεως ύγείας μέ πλήρη έκτίμησι τής καταστάσεώς των καί τού άνδρογενικού έπιπέδου των εύρέθη αύξησις τής έπιπτώσεως τής ύπερτριχώσεως μεταξύ μελών τής αύτής οίκογενείας μαζί μέ άκμή καί μετωπική άπώλεια τριχών ή μονον τήν τελευταία σέ άρρενες συγγενείς τών έξετασθεισών γυναικών. ΄Η μεγάλη συσχέτισις μέ κληρονομικότητα τής ύπερτριχώσεως δέν είναι κάτι τό άπρόσμενο διότι πολλές άπό τίς ένδοκρινικές διαταραχές πού προκαλούν ύπερτρίχωσι έχουν οίκογενή έπίπτωσι όπως τό σύνδρομο πολυκυστικών ώοθηκών καί δεύτερον οί σχετικοί παράγοντες μέ τήν άνάπτυξιν ύπερτριχώσεως ώς ή εύαισθησία τών ύποδοχέων άνδρογόνων καί ή δραστικότης τής 5α άναγωγάσης έπίσης έπηρεάζονται άπό κληρονομικούς παράγοντας.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα τής κληρονομικής έπιδράσεως είς τήν άνάπτυξιν ύπερτριχώσεως είναι ή άραιά κατανομή τελικών τριχών είς γυναίκες μέ μειωμένη εύαισθησία τών ύποδοχέων άνδρογόνων καί έλλειψι 5α άναγωγάσης ώς καί ό πολύ μικρότερος βαθμός ύπερτριχώσεως πού παρουσιάζουν γυναίκες ΄Ασιατικής προελεύσεως μέ σύνδρομο πολυκυστικών ώοθηκών παρά τά ύψηλά έπίπεδα άνδρογόνων είς τό αίμα. Μία συχνή γενετική παραλλαγή πού πιθανώς νά έπηρεάζει τήν λειτουργία τών ύποδοχέων άνδρογόνων είναι ό άριθμός τής έπαναλήψεως τού τρινουκλεοτιδίου CAG είς τό έξώνιον 1 τού γονυλίου τών ύποδοχέων άνδρογόνων. Οί έπαναλήψεις τού τρινουκλεοτιδίου αύτού εύρέθη νά παρουσιάζουν μεγάλη αύξομείωση , δηλαδή παρατηρείται πολυμορφισμός τού γονυλίου είς τά άτομα. Τό τρινουκλεοτίδιο CAG ( codon ) είναι ύπεύθυνο διά τόν σχηματισμό μακράς άλύσου γλουταμίνης είς τό άμινικό τέλος τού χώρου ένεργοποιήσεως τού ύποδοχέως άνδρογόνων. Βραχύτερα έπαναληπτικά μήκη τού CAG είς τό χώρο τού άμινικού τέρματος τών άνδρογόνων έχουν συσχετισθή μέ ύπερτρίχωσι [22], παρ΄όλον ότι δέν συμφωνούν εις αυτό όλοι οί έρευνηταί [23,24].
΄Εν τούτοις παρ΄όλον ότι ό Vottero καί συνεργάται [23], δέν εύρον διαφορά μεταξύ τού άριθμού τών έπαναληπτικών τρινουκλεοτιδίων CAG μεταξύ γυναικών μέ ύπερτρίχωσι καί μαρτύρων καί δέν εύρον επίσης συσχέτισιν μεταξύ άριθμού έπαναληπτικών τρινουκλεοτιδίων καί τής βαθμολογίας Ferriman καί Gallway, παρετήρησαν ότι είς τά λεμφοκύτταρα τού περιφεριακού αίματος 16 γυναικών μέ ίδιοπαθή ύπερτρίχωσι ό μακρύτερος έκ τών δύο άλληλίων τού ύποδοχέως τών άνδρογόνων ( καί κατά πιθανότητα ό όλιγώτερον ένεργός) ήτο κατά κανόνα μεθυλιωμένος καί κατά πιθανότητα άνενεργής. ΄Ως έκ τούτου είναι πιθανόν γενετικές διαφορές τής λειτουργίας καί πιθανώς τής δραστικότητος τής 5α άναγωγάσης τού ύποδοχέως άνδρογόνων νά τροποποιούν τήν έκδήλωσι τής ύπερτριχώσεως.

Διαγνωστική προσέγγισις τής ύπερτριχωτικής άσθενούς
΄Η έκτίμησις τής ύπερτριχώσεως περιλαμβάνει δύο συγχρόνως έκτιμούμενα βήματα. Πρώτον έκτίμησις διά έξετάσεως τής γυναικός καθ΄όσον πολλές μέ άνεπιθύμητη τριχοφυία δέν έχουν άνάπτυξι τελικού τριχώματος με άνδρική κατανομή καί δεύτερον άποκλεισμός συνοδών ή αίτιολογικών παραγόντων ώς ώοθηκικής δυσλειτουργίας, έπινεφριδιακής ύπερπλασίας, διαβήτου ή θυρεοειδοπαθείας .

Διαφορική διάγνωσις ύπερτριχώσεως
Τά αίτια τής ύπερτριχώσεως διακρίνονται 1ον είς άσχετα μέ άνδρογόνα (χωρίς αύξησιν τών άνδρογόνων), 2ον σέ σχετιζόμενα μέ αύξησιν τών άνδρογόνων καί 3ον είς ίδιοπαθή ύπερτρίχωσιν. Αίτίες μή άνδρογονικής ύπερτριχώσεως είναι σχετικώς σπάνιες ώς π.χ. είς ηύξημένη τριχοφυία έπί άκρομεγαλίας. Σπανίως μπορεί νά παρατηρηθή αύξησις τελικού - τριτογενούς - τριχώματος κατόπιν χρονίου έρεθισμού τού δέρματος καθόσον ή άνάπτυξις τών τριχών έχει σκοπό τήν προστασία τού δέρματος. Μή άνδρογονικά άναβολικά φάρμακα προκαλούν γενικευμένην αύ- ξησιν σέ πολλούς ίστούς καί ίδίως τών τριχών μέ πρόκληση αύξήσεως τού δευτερογενούς τριχώματος χωρίς όμως δημιουργία ύπερτριχώσεως.
΄Ανδρογονικοί παράγοντες είναι κατά τήν μεγάλη πλειοψηφία ή κυριωτέρα αίτία τής ύπερτριχώσεως καί ύπεύθυνοι περίπου διά τό 75 - 85 % τών περιπτώσεων. Τά αίτια περιλαμβάνουν τό σύνδρομο τών πολυκυστικών ώοθηκών καί όπου το 70 - 80% τών άσθενών μέ αύτό παρουσιάζουν ύπερτρίχωση [25,26], τό ύπερανδρογονικό σύνδρομο άνοχής τής ίνσουλίνης τής μελαγχρωματικής άκανθώσεως μέ συχνότητα 3% περίπου ( Sanchez et al. Fert Ster 2001; 76:S111), η άνεπάρκεια 21-ύδροξυλάσης μή κλασσικής έπινεφριδιακής ύπερπλασίας είς τό 2-8% [27] καί πολύ σπανίως σέ ώοθηκικούς ή όγκους τών έπινεφριδίων έκκρίνοντας άνδρογόνα [25,26,28]. ΄Η κυριωτέρα διάγνωσις , τό σύνδρομο τών πολυκυστικών ώοθηκών άναγνωρίζεται κατόπιν άποκλεισμού παρομοίων κλινικών καταστάσεων ώς μή κλασσικής έπινεφριδιακής ύπερπλασίας, ύπερανδρογονικής άνοχής είς τήν ίνσουλίνη είς τό σύνδρομο τής μελαγχρωματικής άκανθώσεως, νεοπλάσματα έκκρίνοντα άνδρογόνα καί θυρεοειδική δυσλειτουργία καί διαταραχές έκκρίσεως προλακτίνης μέ άποτέλεσμα νά παραμένουν οί άσθενείς μέ ώοθυλακιορρηκτική δυσλειτουργία καί συνοδό έργαστηριακή ή κλινική ένδειξι ύπερανδρογοναιμίας [29]. Τό σύνδρομο αύτό είναι ή συχνοτέρα αίτία καί παρατηρείται σέ 4-6% τού μή έπιλεγμένου γυναικείου πληθυσμού τής άναπαραγωγικής λειτουργίας [4,30,31]΄Εδώ άναφέρομε μόνο ότι τό 50% περίπου τών άσθενών μέ τό σύνδρομο αύτό παρουσιάζουν άνοχή είς τήν ίνσουλίνη μέ δευτεροπαθή ύπερινσουλιναιμία [32], γεγονός πού άποτελεί ηύξημένο παράγοντα κινδύνου άναπτύξεως σακχαρώδους διαβήτου ένηλίκων τύπου ΙΙ, στίς γυναίκες αύτές [33].
Τό σύνδρομον τής μελαγχρωματικής άκανθώσεως με την συνοδό υπερανδρογοναιμική άνοχή στήν ίνσουλίνη είναι κληρονομουμένη διαταραχή άντιστάσεως είς τήν ίνσουλίνη σαφώς διαφορετική άπό τό σύνδρομο τών πολυκυστικών ώοθηκών καί περιλαμβάνει πολλά διαφορετικά γενετικά σύνδρομα [34]. Τό 3% περίπου τών ύπερανδρογοναιμικών γυναικών έχουν τήν διαταραχήν αύτήν ή όποία χαρακτηρίζεται άπό έξαιρετικώς ύψηλά έπίπεδα ίνσουλίνης είς τό αίμα (βασικά έπίπεδα μεγαλύτερα τών 80 μU/mL καί μετά δοκιμασία άνοχής γλυκόζης έπίπεδα 500 μU/mL ή καί ύψηλότερα) ώς τής άντιστάσεως πρός τήν ίνσουλίνη. Καθόσον ή ίνσουλίνη είναι όρμόνη εύνούσα τήν αύξηση (mitogenic hormone) τά έξαιρετικώς ύψηλά έπίπεδα ίνσουλίνης προκαλούν ύπερπλασία τής βασικής στοιβάδος τής έπιδερμίδος μέ άποτέλεσμα τής άνάπτυξιν μελαγχρωματικής άκανθώσεως μία ύπερχρωματική βελουδοειδή άλλαγή τών καμπτικών έπιφανειών τού δέρματος μέ μικράς άκροχορδονώδεις προεξοχάς.΄Επί πλέον ώς έκ τής έπιδράσεως τής ίνσουλίνης είς τά κύτταρα τής έξω στιβάδος τής θήκης τού ώοθυλακίου ( theca cells) πολλές ώοθήκες τών άσθενών μέ ύπερανδρογοναιμία μελαγχρωματικήν άκάνθωσιν καί άνοχήν είς τήν ίνσουλίνην, παρουσιάζουν ύπερθηκωτικήν διόγκωσιν. Οί άσθενείς αύτές δυνατόν νά παρουσιάσουν ύψηλή ύπερανδρογοναιμία μέχρι άρρενοποιήσεως. ΄Επίπροσθέτως έχουν μεγάλο κίνδυνο άναπτύξεως δυσλιπιδαιμίας, τύπου ΙΙ σακχαρώδους διαβήτου καί ύπερτάσεως.΄Η θεραπεία τών γυναικών αύτών είναι ίδιαιτέρως δύσκολος παρά τά εύνοϊκά άποτελέσματα πού ύπόσχεται ή χορήγησις μακράς διαρκείας άναλόγων τής έκλυτικής όρμόνης τών γοναδοτροπινών [35].
΄Ενα ποσοστό κυμαινόμενο άπό 1-8% τών έμφανιζουσών ύπερανδρογοναιμία έχουν άνεπάρκεια τής 21- ύδροξυλάσης τής μή κλάσσικής έπινεφριδιακής ύπερπλασίας [27]. Είς τήν όμόζυγο ύπολειπομένη μορφή ή δράσις τού Ρ450 c 21 είναι άνεπαρκής μέ άποτέλεσμα τήν συσσώρευση μεγάλων ποσοτήτων μεταβολιτών ίδίως 17α ύδροξυπρογεστερόνης καί άνδροστενεδιόνης. Κλινικώς οί άσθενείς αύτές είναι πολύ δύσκολο νά ξεχωρισθούν άπό άλλες ύπερανδρογοναιμικές άσθενείς καί βιοχημικώς τά έπίπεδα τού μοναδικού έκ τών έπινεφριδίων άνδρογονικού μεταβολίτου τής θειικής διυδροέπιάνδροστερόνης ( DHEA-S ) δέν είναι ύψηλότερα άπό άλλες ύπερανδρογοναιμικές γυναίκες. Μέ τήν μέτρησι βασικών έπιπέδων όμως 17α ύδροξυπρογεστερόνης στήν πρώτη φάση τού κύκλου μπορεί νά διακρίνομε τήν δυσλειτουργία αύτή 36.Οί γυναίκες αύτές μπορεί νά άντιμετωπισθούν μέ δόσεις κορτικοειδών παρ΄όλο πού ώρισμένες άπό αύτές πού διαγιγνώσκονται στήν μεταεφηβική περίοδο έχουν χαρακτηριστικά συνδρόμου πολυκυστικών ώοθηκών καί άπαιτούν έπιπλέον καί καταστολή τής ώοθηκικής λειτουργίας.
Νεοπλάσματα έκκρίνοντα άνδρογόνα είναι σχετικώς σπάνια καί άπαντώνται ανά 300 -1000 άτομα μέ ύπερτρίχωσι [25,26,28]. Κλινικώς τά ύποψιαζόμεθα έάν τά συμπτώματα άρρενοποιήσεως έμφανίζονται ταχέως καί άποτόμως ή έάν προκαλούν έντονο άρρενοποίηση ή συνοδεύονται μέ χαρακτηριστικά νόσου Cushing. Δέν πρέπει νά λησμονείται ότι ώρισμένα νεαρά άτομα μέ φαινόμενα υπερανδρογοναιμίας έχουν τό σύνδρομο τής ύπερανδρογοναιμικής άντιστάσεως στήν ίνσουλίνη τής μελαγχρωματικής άκανθώσεως. ΄Ογκοι έκκρίνοντες άνδρογόνα συνήθως προέρχονται άπό τήν ώοθήκη καί πολύ σπανιώτερον άπό τά έπινεφρίδια. Οί όρμονικές δοκιμασίες καταστολής ή έρεθισμού είναι άναξιόπιστες καί δέν έχουν θέσι στήν διαφορική διάγνωση αύτών τών νεοπλασμάτων . ΄Η κλινική είκόνα είναι καλύτερος προγνωστικός παράγων άπό τίς βιοχημικές μετρήσεις. Είς μία τελευταία έργασία 28 παρετηρήθη ότι ή θετική προγνωστική άξία έπανειλημμένων μετρήσεων τεστοστερόνης άνω τών 250 ng/dL ήτο μόνον 9% καθ΄όσον οί περισσότερες γυναίκες μέ έπίπεδα τεστοστερόνης ύψηλότερα αύτού τού έπιπέδου είχαν άλλες άνωμαλίες ώς πολυκυστικές ώοθήκες ή τό ύπερανδρογοναιμικό σύνδρομο άνοχής στήν ίνσουλίνη τής μελαγχρωματικής άκανθώσεως.
΄Η διάγνωσις τής ίδιοπαθούς ύπερτριχώσεως έπίσης γίνεται διά άποκλεισμού άλλων παθήσεων είς μία έμφανώς ύπερτριχωτική γυναίκα όπου τά έπίπεδα άνδρογόνων είς τό αίμα καί ή ώοθυλακιορρηκτική λειτουργία είναι φυσιολογικά [11]. Περίπου 40% τών εύμηνορροϊκών γυναικών μέ ύπερτρίχωσι έχουν άνωορρηκτικούς κύκλους καί ώς έκ τούτου πιθανώς νά έχουν τό σύνδρομο τών πολυκυστικών ώοθηκών άντί τής ίδιοπαθούς ύπερτριχώσεως [37]. ΄Ενα ποσοστό 5 έως 15% τών γυναικών μέ ύπερτρίχωσι διαγιγνώσκονται ως έχοντα ίδιοπαθή ύπερτρίχωσι [37,38]. Είς μερικές άπό αύτές τίς γυναίκες ή δραστηριότης τής 5α άναγωγάσης είς τό δέρμα καί τόν τριχοσμηγματογόνο θύλακο είναι ηύξημένη καί όδηγεί είς ύπερτρίχωσι παρ΄όλον ότι είς τό αίμα τά έπίπεδα τών άνδρογόνων είναι στά κανονικά όρια [11].

΄Εκτίμησις τής ύπερτριχώσεως
΄Η διερεύνησις τής ύπερτριχωτικής γυναικός είναι άπλή [39]. Πρέπει νά ληφθή λεπτομερές ίστορικό καί νά έρωτηθή διά λήψιν τυχόν φαρμάκων, έκθεσιν είς παράγοντες πού έρεθίζουν τό δέρμα, λεπτομερή περιγραφή τού κύκλου καί τής άναπαραγωγικής λειτουργίας, άρχή καί έξέλιξι τής ύπερτριχώσεως, άλλαγές είς τά άκρα ή τήν κρανιοπροσωπική χώρα, βάρους, παρουσία περιοχών μέ πτώσι τριχών, άπώλεια τριχών, φαλακροποίηση καί παρουσία άκμής. Θά άναζητούν παρόμοιες άλλοιώσεις καί σέ άλλα τυχόν άτομα τής οίκογενείας ώς καί ίστορικό διά σακχαρώδη διαβήτη. ΄Από τήν λεπτομερή έξέταση θά καθορισθή ό τύπος ή κατανομή τό μέγεθος καί ή έκτασις τής ύπερτριχώσεως ή παρουσία ή μή γαλακτορροίας σημείων ύπερανδρογοναιμίας ή άρρενοποιήσεως , μαζών είς τήν πύελο ή τήν κοιλία, παχυσαρκία, χαρακτηριστικά σημεία συνδρόμου Cushing, έξάλειψις λεπτών χαρακτηριστικών προσώπου, διόγκωσις θυρεοειδούς ή σημεία συστηματικής νόσου. Είναι ίδιαιτέρως άπαραίτητο κατά τήν έξέτασιν νά διαπιστωθή έάν πράγματι ύπάρχει ύπερτρίχωσις καί κατά πόσον έχει σχέσιν μέ ύπολανθάνουσα ένδοκρινοπάθεια.
Κατά τήν διερεύνηση τής ύπερτριχωτικής γυναικός πρέπει νά άποκλεισθούν διαφορα νοσήματα όπως θυρεοειδική δυσλειτουργία, ύπερπρολακτιναιμία,μή κλασσική ύπερτροφία τών έπινεφριδίων, τό ύπερανδρογοναιμικό σύνδρομο άνοχής τής ίνσουλίνης τής μελαγχρωματικής άκανθώσεως καί νεοπλασίες έκκρίνουσαι άνδρογόνα. ΄Η μή κλασσική έπινεφριδιακή ύπερπλασία άποκλείεται κατόπιν μετρήσεως βασικής τιμής τής 17α ύδροξυπρογεστερόνης κατά τήν πρώτη , οίστρογονική φάση τού κύκλου. ΄Εάν τά έπίπεδα τής 17α ύδροξυπρογεστερόνης είναι άνω τών 2 ng/dL ή άσθενής πρέπει νά ύποβληθή είς δοκιμασία όξείας έπινεφριδιακής διεγέρσεως πρός άποκλεισμό έλλείψεως 21 - ύδροξυλάσης τής μή κλασσικής έπινεφριδιακής ύπερπλασίας [36]. ΄Εάν τά έπίπεδα τής 17- ύδροξυπρογεστερόνης 30 έως 60 λεπτά μετά τήν ένδοφλέβιο χορήγηση 0,25 χιλιοστών άδρενοκορτικοτρόπου όρμόνης ( Cortosyn ) είναι μεγαλύτερα τών 10 ng/dL ή άκομη συχνότερα άνω τών 15 ng/dL τότε βεβαιούται ή διάγνωσις τής έλλείψεως 21- ύδροξυλάσης μή κλασσικής έπινεφριδιακής άνεπαρκείας [27,36].
΄Ως έσημειώθη καί άνωτέρω οί γυναίκες μέ ύπερτρίχωσι πού άναφέρουν κανονική έμμηνορρυσιακή λειτουργία πρέπει νά ύποβληθούν είς έκτίμησιν τής ωοθυλακιορρηκτικής τους λειτουργίας [37] μέ τόν άπλούν τρόπο λήψεως τής βασικής θερμοκρασίας καί μετρήσεως τής προγεστερόνης αίματος στήν ώχρινική φάση τού κύκλου μεταξύ 20 καί 24ης ήμέρας.΄Εάν ή άσθενής έχει ώοθυλακιορρηκτική δυσλειτουργία πού γίνεται άντιληπτή είτε άπό τήν μέτρησι τής προγεστερόνης κατά τήν ώχρινική φάση τού κύκλου μέ έπίπεδα χαμηλότερα τών 3-5 ng/dL είς εύμηνορροϊκή γυναίκα είτε άπό άνωμαλίες τού κύκλου τότε πρέπει νά άναζητηθή τό σύνδρομο τών πολυκυστικών ώοθηκών ή τό τής ύπερανδρογοναιμικής άνοχής είς τήν ίνσουλίνη τής μελαγχρωματικής άκανθώσεως.Είς ύπερανδρογοναιμικάς καταστάσεις μέ ωοθυλακιορρηκτική δεισλειτουργία, έπίπεδα γλυκόζης αίματος νηστείας ή μετά χορήγησι γλυκόζης καί έπίπεδα ίνσουλίνης πρέπει νά μετρηθούν διά τόν άποκλεισμό διαταραχής μεταβολισμού τών ύδατανθράκων διαβήτου τύπου ΙΙ καί ύπερινσουλιναιμίας ( τό σύνδρομο ύπερανδρογοναιμικής άνοχής είς τήν ίνσουλίνη τής μελαγχρωματικής άκανθώσεως).
Νεοπλάσματα έκκρίνοντα άνδρογόνα κατά κανόνα διαχωρίζονται μέ τήν λήψιν τού ίστορικού καί τήν άντικειμενική έξέταση τής άσθενούς [28]. Σπανίως άπαιτείται 24ωρος συλλογή ούρων διά μέτρησιν τής έλευθέρας κορτιζόλης σέ άσθενή μέ χαρακτηριστικά τού συνδρόμου Cushing. ΄Ως πρός τήν μέτρησι ώρισμένων άνδρογόνων καί μεταβολιτών αύτών ώς όλικής καί έλευθέρας τεστοστερόνης καί DHEA-S ένίοτε βοηθεί είς άτομα μέ άρχομένη ή έλαχίστη ύπερτρίχωσι καί άραιά ώοθυλακιορρηξία πρός άποκλεισμό παρουσίας ηύξημένων άνδρογόνων σάν αίτία τής όλιγοωοθυλακιορρηξίας. ΄Η σχέσις δαπάνης -όφελους αύτών τών έξετάσεων δέν είναι γνωστή.
Κατά κανόνα οί μετρήσεις αύτές έχουν περιορισμένη διαγνωστική άξία είς τήν γυναίκα πού παρουσιάζει σαφή ύπερτρίχωσι καί έχουν μειωμένη προγνωστική άξία διά άναζήτηση ώοθηκικών ή έπινεφριδιακών νεοπλασμάτων έκκρινόντων άνδρογόνα [28]. ΄Υπενθυμίζεται ότι τά έπίπεδα άνδρογόνων δέν άντανακλούν άναγκαστικώς τήν παραγωγή άνδρογόνων. Τά είς τήν κυκλοφορίαν μετρούμενα έπίπεδα τών όρμονών αύτών είναι ό λόγος τής παραγωγής πρός τήν άπέκκρισίν τους καί φυσιολογικά έπίπεδα είναι δυνατόν νά παρατηρηθούν σέ ηύξημένη παραγωγή τους μέ σύγχρονο ηύξημένη άπέκκρισί τους ( clearance ).

΄Η σημερινή θεραπευτική προσέγγισις
΄Η θεραπεία τής ύπερτριχώσεως πρέπει νά γίνεται μέ συνδυασμό θεραπευτικών μέσων περιλαμβανόντων πρώτον, καταστολήν τών άνδρογόνων, δεύτερον περιφερικήν άνστολή τής συνθέσεώς των καί τρίτον μηχανική- κοσμητική βελτίωση μέ έξάλειψι τής άνεπιθυμήτου τριοχοφυίας. ΄Η άγωγή έκτίθεται κατωτέρω μαζί μέ τήν ύπενθύμισι ότι είς τά πλαίσια τής θεραπείας άποσκοπείται ή μείωσις κινδύνου παραπλεύρων παθήσεων ώς ύπερπλασίας τού ένδομητρίου καί καρκίνου τού ένδομητρίου, διαταραχών τής έμμήνου ροής, διαβήτου τύπου ΙΙ, δυσλιπιδαιμίας μέ τήν βοήθεια άλλαγής τρόπου διαβιώσεως, εύαισθητοποιών ίνσουλίνης καί τήν χρήσι άντιλιπιδαιμικων φαρμάκων.΄Η θεραπεία τών τελευταίων αύτών δυνατοτήτων δέν θά άναφερθή έδώ.

Καταστολή άνδρογόνων
΄Η μείωσις των έκ τής ώοθήκης άνδρογόνων έπιτυγχάνεται μέ τόν συνδυασμό άπό στόματος άντισυλληπτικών , μακράς διαρκείας άναλόγων τής έκλυτικής γοναδοτροπικής όρμόνης (GnRH analoges) καί χορηγήσεως εύαισθητοποιών τής ίνσουλίνης. ΄Η παροδική μείωσις τών παραγομένων έκ τής ώοθήκης άνδρογόνων μετά χειρουργική έπέμβαση είς τήν ωοθήκη ώς π.χ. λαπαροσκοπικής διανοίξεως- διατρήσεως ώοθυλακίων έχει μικρά έπίδρασι είς τήν αύξησι τών τριχών.΄Ωσαύτως έχει μικρά ή ούδεμία άξία ή καταστολή τών έπινεφριδίων μέ γλυκοκορτικοειδή είς τήν ύπερτρίχωση.
΄Από στόματος άντισυλληπτικά. Αύτά παραμένουν ή πλέον συχνή καί προσφιλής θεραπεία διά τήν καταστολή τής ώχρινοτρόπου καί ώοθυλακιοτρόπου ύποφυσιακής όρμόνης πού όδηγεί είς μείωσι παραγωγής άνδρογόνων [40]. ΄Η μείωσις πιθανώς νά γίνεται καί είς τά έκ τών έπινεφριδίων άνδρογόνα μέ άγνωστο μηχανισμό.΄Η προγεστίνη τών άντισυλληπτικών δισκίων δυνατόν νά οδηγεί είς άνταγωνιστική άναστολή τής 5α άναγωγάσης είς τούς ύποδοχείς άνδρογόνων. ΄Επιπροσθέτως ή οίστρογόνη τών δισκίων αύξάνει τήν δεσμευτική σφαιρίνη τών φυλετικών όρμονών μειώνοντας έτσι τά έπίπεδα τής έλευθέρας τεστοστερόνης ένώ άντιστρόφως ή προγεστίνη μειώνει αύτήν. Προτιμάται, παρ΄όλον ότι δέν είναι άπαραίτητος, ή έκλογή πρός χορήγησι άντισυλληπτικού μέ προγεστίνη χαμηλής άνδρογονικής ένεργείας ώς όξικής νορεθινοδρόνης,διοξικής αίθυνοδιόλης,δεσογεστερόλης , γεστοδένης καί νορ- γεστιμάτης.
΄Η άνεκδοτολογικώς ένίοτε χορήγησις οίστρογόνων άπό στόματος καί κατά διαστήματα ή συνεχής ή κυκλική συγχορήγησις προγεστερόνης άναλόγως τού άν ύπάρχει μήτρα , πρός μείωσιν τής ύπερτριχώσεως δυνατόν νά άναστέλη τήν ύπερτρίχωσι. Οί δόσεις πού άπαιτούνται είναι συνήθως ύψηλότεραι άπό τίς χορηγούμενες είς τίς μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες διά όρμονική ύποκατάσταση (1,25 mg συνδεδιασμένων οίστρογόνων). Τά οίστρογόνα δρούν μέ αύξησι τής δεσμευτικής σφαιρίνης τών φυλετικών όρμονών καί μέ μετρία μείωσι τών έπιπέδων τών γοναδοτροπινών LH καί FSH. Οί παρενέργειες συνίστανται είς εύαισθησία τών μαστών, άκατάστατο αίμορροια, άλλαγές τού θυμικού και μετρίου βαθμού κατακράτησι ύγρών. Δυνατόν νά χορηγηθούν μεγάλες δόσεις προγεστίνης (ώς 20 - 30 χιλιοστόγραμμα όξικής μεδροξυπρογεστερόνης ήμερησίως ) μέ άκόλουθο αύξησι τού μεταβολισμού τής τεστοστερόνης είς τό ήπαρ καί συγχρόνως στήν μείωση τών έπιπέδων τής ωχρινοτρόπου είς τήν κυκλοφορία [41]. Δυνατόν όμως και να όδηγήση είς μείωσι τών έπιπέδων τής δεσμευτικής τών φυλετικών όρμονών σφαιρίνης ή όποία κατ΄αύτόν τόν τρόπο μειώνει τά άποτελέσματα τής θεραπείας. Παρενέργειες παρατηρούνται ώς διαταραχαί τής περιόδου, ήπατικαί δυσλειτουργίαι, πιθαναί άγγειακαί άλλοιώσεις, διαταραχαί τού θυμικού καί κατάθλιψις καί έξάψεις όχι έντονοι, χωρίς όμως σαφή θεραπευτική άξία στήν ύπερτρίχωσι.

Μακράς διαρκείας άνάλογα τής έκλυτικής τών γοναδοτροπινών όρμόνης
Τά σκευάσματα μακράς διαρκείας τών άγωνιστών τής έκλυτικής όρμόνης τών γοναδοτροπινών ( π.χ.Lupron 3,75 mg )εύρέθησαν χρήσιμα είς βελτίωση τής ύπερτριχώσεως [42] καί πιθανώς νά άπαιτείται ή χρήσις τους πρός καταστολή τού άξονος ύποθάλαμος-ύπόφυσις-ώοθήκη σέ άσθενείς μέ έντονο ύπερτρίχωσι καί άρρενοποίηση [35]. ΄Απαιτούνται 2 ή 3 κύκλοι μέχρι νά έπιτευχθή πλήρης καταστολή καί ή θεραπεία συνδυάζεται μέ σύγχρονο χορήγησι οίστρογόνων - προγεστίνης ή άντισυλληπτικών δισκίων καί μέ χορήγησι άναστολέως τών άνδρογόνων.

Εύαισθητοποιοί τής ίνσουλίνης
΄Η θεραπεία τής άνοχής ή άντιστάσεως είς τήν ίνσουλίνη πρωταρχικώς διά μειώσεως τού βάρους τού σώματος καί μέ τήν χρήσι τής μετφορμίνης ή τών θειαζολιδινεδιoνών ( κυρίως τρογλυταζόνης) έχουν δείξει βελτίωσι τής ύπερανδρογοναιμίας καί τής ώοθυλακιορρηκτικής λειτουργίας είς πολλές γυναίκες μέ τό σύνδρομο τών πολυκυστικών ώοθηκών. ΄Η άξία όμως τής θεραπείας είς τήν συνοδό ύπερτρίχωσι δέν είναι καθωρισμένη. Είς πρόσφατο μελέτη43 τριάντα δύο γυναίκες μέ σύνδρομο πολυκυστικών ώοθηκών έλαβαν μετφορμίνη 1500 χιλιοστά ήμερησίως γιά μέσο όρο 11 +/-1,3 μήνες καί παρετηρήθη ότι άνεξαρτήτως τών άλλαγών είς τήν έμμηνον ροήν ή κατάστασις είς τήν ύπερτρίχωσιν όπως είχε καθορισθή μέ τήν κλίμακα τού Ferriman καί Gallway δέν άλλαξε. Συμπληρωματικώς άναφέρεται ότι παρετηρήθη μείωσις τής ύπερτριχώσεως μέ βάσιν τήν κλίμακα Ferriman καί Gallway, άνάλογος τής χορηγουμένης δόσεως τρογλιταζόνης σέ 150 γυναίκες μέ τό σύνδρομο τών πολυκυστικών ώοθηκών σέ έλεγχομένη μέ είκονικό φάρμακο (placebo) έρευνητική χορήγησι [44]. Μείωσις περίπου 17% είς τήν κλίμακα Ferriman- Gallway παρετηρήθη είς όσες έλαβαν τρογλιταζόνη 600 χιλιοστά ήμερησίως, τουλάχιστον διά διάστημα πέντε μηνών, έν συγκρίσει μέ 1% αύξησι πού παρουσίασαν οί λαβούσες τό είκονικό φάρμακο ( Είκών 4 ). Γενικώς φαίνεται ότι ύπάρχει μικρή βελτίωσις τής συνοδευούσης τό σύνδρομο τών πολυκυστικών ώοθηκών ύπερτριχώσεως μέ τήν χορήγησι τών εύαισθητοποιών τής ίνσουλίνης.

Περιφερική άναστολή τών άνδρογόνων
΄Η δραστικότης τής καταστολής τής παραγωγής άνδρογόνων είς τήν άνεπιθύμητον αύξησιν τών τριχών άφ΄έαυτής είναι σχετικώς μετρία καί οί γυναίκες μέ σημαντική ύπερτρίχωσι θά πρέπει νά λάβουν έπιπλέον καί φάρμακα άναστέλλοντα τήν έπίδρασιν τών άνδρογόνων. Είς αύτά ύπάγονται άναστολείς τών ύποδοχέων άνδρογόνων ώς ή σπιρονολακτόνη ή φλουταμίδη καί ή όξική κυπροτερόνη. ΄Η φιναστερίδη μειώνει τήν αύξησι τής έκ τών άνδρογόνων προκαλουμένης τριχοφυίας διά άναστολής τής 5α άναγωγάσης καί τής είς τήν περιφέρειαν μετατροπής τής τεστοστερόνης είς διυδροτεστοστερόνη. ΄Η δραστικότης τών φαρμάκων αύτών είναι ή αύτή είς όλα καί έτσι ή θεραπευτική έκλογή καθορίζεται άπό τό βαθμό τών άνεπιθυμήτων ένεργειών πού παρουσιάζει κάθε ούσία [45,46]. ΄Ολες έχουν δυνητική τερατογόνο δράσι άναστέλλοντας τήν κανονική διάπλασι τών έξω γεννητικών όργάνων τού άρρενος μέ πιό δραστική τήν φιναστερίδη καί πρέπει νά δίδονται ταυτοχρόνως μέ άποτελεσματική καί έπαρκή άντισύλληψι. Καθόσον τά φάρμακα αύτά δρούν μέ μηχανισμό διαφορετικό άπό αύτόν μέ τόν όποίον δρούν τά άπό τού στόματος άντισυλληπτικά πρέπει τά δύο αύτά είδη φαρμάκων νά δίδονται ταυτοχρόνως διά καλύτερο άποτέλεσμα. Τά άπό τού στόματος άντισυλληπτικά μειώνουν τήν συχνότητα άκαταστάτων περιόδων καί αίμορραγιών έξασφαλίζοντα ταυτοχρόνως έπαρκή άντισύλληψι ίδιαιτέρως έν όψει τής τερατογόνου δυνατότητος τών άντιανδρογόνων αύξάνοντας συγχρόνως τήν δραστικότητα τής θεραπείας μέ μείωση τών έπιπέδων τών κυκλοφορουμένων άνδρογόνων [47]. ΄Η θεραπεία πρέπει νά διαρκέση τουλάχιστον δύο έτη πρός έπίτευξιν τού μεγίστου άποτελέσματος μέ βαθμιαία μετέπειτα μείωσι τού άντιανδρογόνου.
Σπιρονολακτόνη. ΄Η ούσία αύτή είναι άνταγωνιστής τής άλδοστερόνης μέ μικρή διουρητική έπίδρασι. Τό σημαντικώτερο είναι ότι συναγωνίζεται τά άνδρογόνα είς τήν θέσιν συνδέσεως των μέ τούς ύποδοχείς τους, τήν 5α άναγωγάση καί τήν σφαιρίνη τών φυλετικών όρμονών. ΄Επιπροσθέτως έχει άνασταλτική έπίδρασι είς τά διάφορα ένζυμα άπαραίτητα πρός σύνθεσιν τών άνδρογόνων καί έτσι άποτελεί πάρα πολύ άποτελεσματικό φάρμακο γιά τήν μείωση τής ύπερτριχώσεως [46,48,49] άνεξαρτήτως τής σοβαρότητος τής ύπερανδρογοναιμίας. ΄Η συνήθης δόσις τών 100 χιλιοστών είναι δραστική πρός θεραπείαν τής ύπερτριχώσεως ένώ 200 ή 300 χιλιοστά είναι προτιμώτερα είς πολύ ύπερτριχωτικές καί παχύσαρκες άσθενείς. Γενικώς είναι προτιμητέα ή άρχική δόσις 100 χιλιοστών δίς ήμερησίως . ΄Εάν ή δόσις αύξάνεται προοδευτικώς άπό τήν άρχική δόση τών 25 χιλιοστών ήμερησίως διά νά φθάση σέ τρείς έβδομάδες τό έπίπεδο τών 200 χιλιοστών οί παρενέργειες είναι όλίγες. Οί παρενέργειες μετά λήψιν σπιρονολακτόνης συνίστανται είς δυσπεψία, ναυτία, πολυουρία, νυκτουρία, κόπωσι, κεφαλαλγία, διαταραχές ώορρηξίας, εύαισθησία τών μαστών, μείωση τής libido, εύαισθησία είς τόν ήλιον καί δερματικές άτοπικές έκδηλώσεις [50]. Σπανίως ύπερτασικοί άσθενείς ήδη λαμβάνοντες διουρητικά κατακρατούντα νάτριον άναπτύσσουν ύπερκαλιαιμία.
Φλουταμίδη. ΄Η ούσία αύτή άδρανοποιεί τούς ύποδοχείς άνδρογόνων καί έχει έγκριθή άπό τήν ΄Επιτροπή Τροφών καί Φαρμάκων ( Food and Drug Administration ) ώς βοηθητικόν είς τήν θεραπεία τού καρκίνου τού προστάτου. Είναι άποτελεσματική στήν άντιμετώπιση τής ύπερτριχώσεως είς δόσεις 500 χιλιοστών ήμερησίως [51,52], παρ΄όλον ότι καί δόσεις 250 χιλιοστών ήμερησίως είναι άποτελεσματικές είς μερικάς άσθενείς [53]. ΄Ως παρενέργειες άναφέρονται πρασίνη χροιά τών ούρων, ξηρότης δέρματος καί τριχωτού τής κεφαλής, άνωμαλίαι ένζύμων ήπατος καί ένίοτε θανατηφόρος ήπατοτοξικότης.
Όξική κυπροτερόνη. ΄Η όξική κυπροτερόνη είναι ίσχυρά προγεστίνη μέ άποτέλεσμα τήν μείωση τών έπιπέδων τής κυκλοφορουμένης τεστοστερόνης καί άνδροστενεδιόνης έπακόλουθον τής μειωμένη στάθμης τής ώχρινοτρόπου.΄Επιπροσθέτως άνταγωνίζεται τήν δράσιν τών άνδρογόνων είς τήν περιφέρειαν καί είναι δραστικόν φάρμακον είς τήν άντιμετώπισιν τής ύπερτριχώσεως [45,54,55]. ΄Η όξική κυπροτερόνη είς ήμερησίας δόσεις 50 - 100 χιλιοστογραμμαρίων έν συνδυασμώ μέ 30 - 35 χιλιοστογραμμάρια αίθυνυλοοιστραδιόλης είναι τόσον ένεργός είς τήν θεραπείαν τής ύπερτριχώσεως όσον ό συνδυασμός σπιρονολακτόνης 100 χλγ καί άπό τού στόματος άντισυλληπτικού [45,55], έν άντιθέσει πρός τό είς τήν κυκλοφορίαν εύρισκόμενο άπό στόματος άντισυλληπτικό πού περιέχει συνδυασμό 2 χιλιοστογραμμαρίων όξικής κυπροτερόνης καί 35 χλγ αίθυνυλοοιστραδιόλης ( Gynofen ) τό όποίο είναι πολύ όλιγώτερον δραστικό άπό τά 100 χλγ σπιρονολακτόνης .Οί παρενεργειες δυνατόν νά περιλαμβάνουν έπινεφριδιακή άνεπάρκεια καί μείωση τής libido. Τό σκεύασμα αύτό δέν κυκλοφορεί είς τάς Η.Π.Α.
Φιναστερίδη. Αύτή είναι άναστολεύς τής 5α άναγωγάσης έγκεκριμένη άπό τήν ΄Επιτροπή Τροφών καί Φαρμάκων διά τήν θεραπεία τής καλοήθους προστατικής ύπερτροφίας. Είναι χρήσιμος είς τήν θεραπεία τής ύπερτριχώσεως [45,46,57] είς δόσεις 5 χιλιοστογραμμαρίων ήμερησίως άλλά ίσως νά ύστερεί είς τήν δραστικότητα έναντι τών άνταγωνιστών , (δεσμευτικών ούσιών) τών ύποδοχέων τών άνδρογόνων 46. ΄Εχει τήν μικροτέρα τοξικότητα άπό τάς κατά τής ύπερτριχώσεως φάρμακα μέ μόνη τήν δυνατότητα τερατογενέσεως ( θηλεοποίησις έξω γεννητικών όργάνων άρρενος).

Μηχανική καί κοσμητική θεραπεία ύπερτριχώσεως
΄Επί πλέον τής όρμονικής άναστολής καί φαρμακευτικής δεσμεύσεως τής συνθέσεως άνδρογόνων οί γυναίκες αύτές χρήζουν καί μηχανικής άφαιρέσεως τών ύπολοίπων άνεπιθυμήτων τριχών. Κοπή, βαφή καί χημική άφαίρεσις είναι χρήσιμος είς τήν προσωρινή αίσθητική βελτίωση τής είκόνος.
Παρ΄όλο ότι ή διά ξυρού κοπή τών τριχών όδηγεί είς έντονο αίσθημα σκληρότητος τής έκφυομένης τριχός, δέν όδηγεί σέ έπιδείνωσι τής ύπερτριχώσεως 58. ΄Η βαφή είναι χρήσιμος ίδίως σέ περιορισμένη έντετοπισμένη αύξησι τών τριχών. Τά άποτριχωτικά σκευάσματα παρ΄όλη τή χρησιμότητά τους μπορεί νά όδηγήσουν είς χρόνιο δερματικό έρεθισμό καί αήξηση τής τριχοφυίας καί δι΄αύτό πρέπει νά χρησιμοποιούνται μέ προσοχή καί μέ φειδώ.΄Η άπόσπασις μέ κηρό ή μέ λαβίδα άπό χώρες μέ ύπερτρίχωσι πρέπει νά άποφεύγεται διότι δέν άφαιρεί τόν θύλακο τής τριχός καί έπιπλέον είναι δυνατόν νά προκαλέσει θυλακίτιδα καί τραυματισμό τής θήκης τής τριχός, έλύτρου, μέ άποτέλεσμα τήν ένδοεπιδερμιδική αύξησι τής τριχός καί περαιτέρω δερματική βλάβη.
Τεχνικές πρός έπίτευξιν όριστικής καταστροφής τού θυλάκου τής άνεπιθυμήτου τριχός περιλαμβάνουν ήλεκτρόλυσι καί πιθανή φωτοθερμόλυσι μέ laser. ΄Η ήλεκτρόλυσις όδηγεί είς μακροχρόνιο καταστροφή τού θυλάκου τής τριχός κάπως όμως βραδέως [59,60]. Οί άποτριχωταί είναι συχνά οί πρώτοι πού άντιμετωπίζουν γυναίκες μέ σύνδρομο πολυκυστικών ώοθηκών καί δι΄αύτό καλό είναι νά ύπάρχει κάποια συνεννόησις μεταξύ αύτών καί τών ίατρών.
Κατά τήν τελευταίαν είκοσαετίαν αί είσαχθείσαι είς τήν ίατρικήν άκτίνες laser έχρησιμοποιήθησαν καί διά τήν άφαίρεσιν άνεπιθυμήτου τριχοφυίας 12. ΄Ο κύριος σκοπός διά τής δι΄αύτών άφαιρέσεως τριχών είναι ή έκλογή καταλλήλου θερμικής βλάβης είς τόν θύλακον τής τριχός χωρίς όμως νά ύποστούν βλάβη οί παρακείμενοι ίστοί μέ τήν διαδικασία τής καλουμένης φωτοθερμολύσεως .΄Η έπιλεκτική φωτοθερμόλυσις στηρίζεται είς τήν έκλεκτική άπορρόφηση βραχείας παλμικής άκτινοβολίας πρός πρόκλησιν καί έπικέντρωσιν θερμότητος είς καθορισμένο έγχρωμο στόχο. Είναι άπολύτως άπαραίτητο όπως ό στόχος έχει μεγαλυτέρα όπτική άπορρόφηση τουλάχιστον σέ κάποιο είδικό μήκος κύματος άπό τούς πέριξ ίστούς. Οί συνθήκες αύτές έκπληρούνται είτε διά έκλογής έκ τής φύσεώς των κεχρωσμένων στόχων (π.χ. περιέχοντας μελανίνην ) ή χρησιμοποιούντες χρωστικές καί βαφές πρός σήμανσι τού στόχου. ΄Ακτίνες laser πού χρησιμοποιούνται διά τήν άφαίρεσιν τριχοφυίας άνήκουν είς τρείς κατηγορίας βάσει τής πηγής φωτός καί τού τύπου άκτινοβολίας πού κάθε μία χρησιμοποιεί. Πρώτον είς τό σύστημα έρυθράς άκτινοβολίας ( 694- nm ρουβίδιον ) , δεύτερον ύπερέρυθρον σύστημα άκτινοβολίας ( 755 nm άλεξανδρίτης, 800 nm μέ δίοδικό ήμιαγωγό ή1064- nm νεοδυμίου:ύτρίου -άλουμινίου - άλμανδίτου ( garnet) καί τρίτον έντονες παλμικές πηγές φωτός μεταξύ 590-1200 nm.
Γενικώς ή άφαίρεσις τριχών μέ τίς άνω μεθόδους είναι πλέον άποτελεσματική σέ άτομα μέ χρώμα δέρματος 1- 4 τής κλίμακος Fitzpatrick , άνοικτά μέ έντόνως κεχρωσμένες τρίχες 12.΄Απαιτούνται άρκετές προσπάθειες χωρίς νά είναι πάντα πλήρης ή άπομάκρυνσίς των. Οί θεραπείες μέ ρουβίδιο άλεξανδρίτη καί διοδικές άκτίνες laser ή έντονο παλμική άκτινοβολία έχουν γενικώς τά αύτά άποτελέσματα καί κάπως ύπολείπονται τών μέ τήν χρήσι νεοδυμίου: ύτρίου - άλουμινίου - garnet 12. Μετά τέτοιες θεραπείες οί περισσότερες άσθενείς παρουσιάζουν έρύθημα καί οίδημα πού διαρκεί γιά λιγώτερες άπό 48 ώρες [62]. Φυσαλίδες καί έξέλκωσις παρατηρούνται είς 10-15% τών άσθενών. Παροδική δερματική ύπέρχρωσις άκολουθεί σέ 14-25% τών άσθενών καί άκολουθείται άπό άποχρωματισμό άργότερα σέ 10-17% τών περιπτώσεων. Διαταραχαί τής μελαγχρωστικής μέ διαταραχές κα- τανομής τής χρωστικής είναι σπανιώτερες μέ μεγαλύτερα μήκη κύματος όπως άλεξανδρίτου καί διοδικών άκτίνων καί μέ μακροτέρας παλμικής διαρκείας άκτίνες.
Γενικώς ή άφαίρεσις μέ laser τής τριχοφυίας είναι τεχνική πού ύπόσχεται πολλά. Πρέπει νά άναφερθή ότι οί μέχρι σήμερον άνακοινωθείσες περιπτώσεις είναι πολύ όλίγες, όλιγώτερες τών 50 χωρίς οί μελέτες νά είναι τυχαιοποιημένες ή τυφλές καί άφορούν άτομα μέ διαφορετική χροιά δέρματος καί κατανομή τριχώματος καί όπου έχρησιμοποιήθησαν διαφορετικά φάσματα άκτινοβολίας.

΄Υδροχλωρική έφλορνιθίνη 13,9% είς τήν θεραπεία ύπερτριχώσεως
΄Η χρήσις άλοιφής 13,9% ύδροχλωρικής έφλορνιθίνης έχει έγκριθή άπό τήν ΄Επιτροπή Τροφών καί Φαρμάκων διά τήν θεραπείαν άνεπιθυμήτου προσωπικής τριχοφυίας.΄Η έφλορνιθίνη δρά ώς μή άναστρέψιμος άνασταλτής τής καρβοξυλάσης τής L- όρνιθίνης ένός ένζύμου πού είναι άπαραίτητο είς τήν ρύθμισιν τής αύξήσεως τής τριχός καί κατανομής της.΄Η χρήσις της δέν προκαλεί άφαίρεσιν τών τριχών άλλά βραδεία σμίκρυνσι καί έπιβράδυνσι τής αύξήσεώς των καί γίνονται μικρότεραι καί όλιγώτερο έμφανείς καί τραχείαι. Είς δύο τυχαιοποιημένες καί μέ είκονικό φάρμακο ήλεγμένες έργασίες διεπιστώθη ή δραστικότης τής έφλορνιθίνης είς 594 γυναίκες μέ άνεπιθύμητο αύξησι τής τριχοφυίας είς τό πρόσωπο ώς άνεκοινώθη άπό τόν Schrode et al είς τό 58 έτήσιο συνέδριο τής Άμερικανικής Άκαδημίας Δερματολογίας τό 2000. Μετά έφαρμογή 8 έβδομάδων τό 58% τών γυναικών γενικώς είχε κάποια βελτίωσι ένώ τό 32% αύτών είχε πολύ αίσθητή ή καί άκόμη μεγαλυτέρα βελτίωση. Πρέπει νά σημειωθή ότι ή παρατηρουμένη βελτίωσις παρέρχεται μετά 8 έβδομάδες μή θεραπείας πράγμα πού ύποδηλοί τό άπαραίτητον τής συνεχίσεως τής θεραπείας διά διατήρησι τής καταστολής τής τριχοφυίας. Οί παρενέργειες τής θεραπείας ήσαν αίσθημα δερματικού έρεθισμού , καύσου καί έξανθήματος είς άναλογίες 8%,3,6% καί 2,8% άντιστοίχως .΄Επί τής άκμής δέν είχε καμία έπίδρασι τό φάρμακο άρνητική ή θετική.Καθ΄όσον οί μελέτες έγιναν σέ δερματολογικές άσθενείς δέν γνωρίζομε έπακριβώς τί άποτελέσματα θά είχαν οί ασθενείς μέ τίς όποίες άσχολείται τό παρόν δημοσίευμα, παρ΄όλον ότι είναι λογικό νά ύποτεθή ότι άρκετές θά είχαν ύπερτρίχωσι καί άρκετές τό σύνδρομο πολυκυστικών ώοθηκών.
Γενικώς ή τοπική έφαρμογή τής ύδροχλωρικής έφλορνιθίνης 13,9% βελτιώνει σημαντικά στό 60% τών γυναικών τήν άνεπιθύμητο τριχοφυία τού προσώπου. Παρ΄όλον ότι έχει ώς ένδειξιν άπό τήν ΄Επιτροπή Τροφών καί Φαρμάκων τήν τριχοφυίαν τού προσώπου δέν βλέπομε τόν λόγο γιά νά μή χρησιμοποιηθή καί είς άλλα μέρη τού σώματος μέ άνεπίθυμητο τριχοφυία. Πρέπει νά έχομε ύπ΄όψιν ότι έφαρμογή είς έκτεταμένες έπιφάνειες μπορεί νά όδηγήσει είς μεγαλυτέρα άπορρόφηση καί είς ύψηλότερα έπίπεδα είς τό αίμα μέ άγνωστες πρός τό παρόν έπιπτώσεις .Βελτίωσις μπορεί νά άρχίση νά παρατηρείται μετά 8 έβδομάδες καί συνέχισις τής θεραπείας άπαιτείται πρός διατήρησιν τής βελτιώσεως. ΄Εάν μετά θεραπεία τεσσάρων έπιπλέον έβδομάδων δέν παρατηρηθή βελτίωσις ή θεραπεία δέν πρόκειται νά άποδόση καί διακόπτεται. Οί παρενέργειες είναι έλαφρές καί στό 10% ή όλιγώτερο τών περιπτώσεων.

Παρακολούθησις
Κατά τήν διάρκεια τής θεραπείας τά έπίπεδα τών άνδρογόνων είς τό αίμα καί τά έπίπεδα τής δεσμευτικής σφαιρίνης τών φυλετικών στεροειδών μπορεί νά μετρηθούν πρός διαπίστωσιν τής πορείας τής θεραπείας παρ΄όλον ότι ή άποτεσματικότης της θεραπείας έκτιμάται άπό τό κλινικό άποτέλεσμα. Πρέπει όμως νά τονισθή ότι όρατή βελτίωσις είς τήν ύπερτρίχωσι διακρίνεται μόνον μετά παρέλευσι 6 ή 8 μηνών θεραπείας καί μέ μακρότερα χρονικά διαστήματα πρός διαπίστωσι τής μειώσεως τής τριχοφυίας.΄Επί πλέον οί παρακολουθούμεναι πρέπει νά ένημερώνονται ότι ό κύριος σκοπός τής θεραπευτικής όρμονικής άγωγής είναι ή θεραπεία τής ύποκειμένης νόσου, ή διακοπή άναπτύξεως νέων τριχών καί ή πιθανή άναστροφή καί μείωσις τήν ήδη ύπαρχουσών τριχών. ΄Η όρμονική θεραπεία άφ΄έαυτής μερικές φορές προκαλεί λέπτυνσι καί άπωλεια τών κεχρωσμένων έμμυέλων τραχειών τριχών χωρίς όμως νά έμποδίζει τήν μεταροπή σέ τελικές τρίχες τών ήδη έρεθισμένων προηγουμένου σταδίου άναπτύξεως μαλθακών τριχών ( δευτερογενούς τριχώματος).
΄Η όριστική άπομάκρυνσις τών ήδη άρρενοποιμένων τριχικών θυλάκων άπαιτεί ήλεκτρόλυσι ή άφαίρεσι μέ laser. Είναι προτιμητέον ή όριστική άπομάκρυνσις τών τριχών νά άκολουθήση ένα διάστημα 6-12 μηνών όρμονικής θεραπείας κατά τό όποίο θά δοθή ή δυνατότης νά μειωθή ή περαιτέρω αύξησις τών τριχών. Μέ τήν ήλικία πιθανώς νά παρατηρηθή μείωσις καί τής τριχοφυίας πού συνδυάζεται μέ τήν γενικωτέρα άπώλεια τών τριχικών θυλάκων λόγω ήλικίας καί τήν μέ τήν ήλικία συνακολουθούσα πτώσι τών άνδρογόνων [63]. Σέ ώρισμένες άσθενείς άντιθέτως παρατηρείται μία έπιδείνωσις τής τριχοφυίας μετά τήν έμμηνόπαυσιν πού όφείλεται είς τήν συνεχιζομένη παραγωγή άνδρογόνων άπό τίς ώοθήκες ή όποία πλέον δέν άντιρροπείται άπό τήν άντιανδρογόνα δράσι τών έλλειπόντων οίστρογόνων. Τό φαινόμενο είναι έντονώτερο είς γυναίκες πού δέν λαμβάνουν όρμονική ύποκατάσταση. Σημειώνομεν έπίσης ότι οί άσθενείς μέ ύπερτρίχωσι άπαιτούν μακροχρόνιο ψυχολογική ύποστήριξι διότι συχνά αύτή προκαλεί προβληματικές κοινωνικοψυχολογικές καταστάσεις (5,6). Οί άσθενείς μέ σύνδρομο πολυκυστικών ώοθηκών πρέπει έπίσης νά ένημερούνται διά τόν ηύξημένο κίνδυνο έμφανίσεως σακχαρώδους διαβήτου τύπου ΙΙ καί άλλων παθολογικών καταστάσεων . Γενικώς παρ΄όλον ότι ή ύπερτρίχωσις είναι συχνή, άνεπιθύμη καί συχνά τραυματική κατάστασις όχι σπανίως ένδεικτική άλλης ύπολανθανούσης παθολογικής έξεργασίας ή συστηματική άντιμετώπισις τής διαταραχής καί ή συνδεδιασμένη χρήσις θεραπευτικών σκευασμάτων θά άποφέρει σέ πολλές άσθενείς ίκανοποιητικά άποτελέσματα [63].

ΒιβλιογραφΙα
1. Ferriman D, GallweyJD. Clinical assessment of body hair growth in women. J Clin Endocrinol Metab 1961 ;21:1440-7.
2. McKnight E. The prevalence of "hirsutism" in young women. Lancet 1964;1:410-3.
3. Hartz AJ, Barboriak PN, Wong A, Katayama KP, Rimm AA. The association of obesity with infertility and related menstrual abnormalities in women. IntJ Obes 1979;3:57-73.
4. Knochenhauer ES, Key TJ, Kahsar-Miller M, Waggoner W, Boots LR, Azziz R. Prevalence of the polycysτιc ovary syndrome in unselected black and white women of the southeastern United States: A prospective study. J Clin Endocrinol Metab 1998:83:3078-82.
5. BarthJH, Catalan J, Cherry CA, Day A. Psychological morbidity in women referred for treatment of hirsutism. J Psychosom Res 1993;37:615-9.
6. Sonino N, Fava GA, Mani E, Belluardo P, Boscaro M. Quality of life of hirsute women. Postgrad MedJ 1993;69:186-9.
7. Lorenzo EM. Familial study of hirsutism. J Clin Endocrinol 1970;31:556-64.
8. Redmond GP. Clinical evaluation of the woman with an androgenic disorder. In: Redmond GP, cd. Androgenic disorders. New York: Raven Press, 1995:1-20.
9. Hatch R, Rosenfield RL, Kim MH, Tredway D. Hirsutism: Implications, etiology, and management. AmJ Obstet Gynecol 1981;140:815-30.
10. Carmina E, Koyama T, Chang L, Stanczyk FZ, Lobo RA. Does ethnicity influence the prevalence of adrenal hyperandrogenism and insulin resistance in polycystic ovary syndrome? Am J Obstet Gynecol 1992;167: 1807-12.
11. Azziz R, Carmina E, Sawaya ME. Idiopathic hirsutism. Endocr Rev 2000;21:347-62.
12. Sanchez LA, Perez M, Azziz R. Laser hair reduction in the hirsute patient: A critical assessment. Hum Reprod Update 2002;8:169-81.
13. Randall VA. Androgens and human hair growth. Clin Endocrinol 1994;40:439-57.
14. Freinkel RK, Freinkel N. Hair growth and alopecia in hypothyroidism. Arch Dermatol 1972;106:349-52.
15. ComaishJS. The thyroid and hair growth. Semin Dermatol 1985;4:4.
16. Messenger AG. Thyroid hormone and hair growth. BrJ Dermatol 2000;142:633-4.
17. Giltay EJ, Gooren LJ. Effects of sex steroid deprivation/ administration on hair growth and skin sebum production in transsexual males and females. J Clin Endocrinol Metab 2000;85:2913-21.
18. Deplewski D, Rosenfield RL. Role of hormones in pilosebaceous unit development. Endocr Rev 2000;21:363-92.
19. Uno H. Biology of hair growth. Semin Reprod Endocrinol 1986;4:131-41.
20. Legro RS, Driscoll D, Strauss JF ffl, Fox J, Dunaif A. Evidence for a genetic basis for hyperandrogenemia in polycystic ovary syndrome. Proc Nad Acad Sci U S A 1998;95:14956-60.
21. Kahsar-Miller M, Nixon C, Boots LR, Go RCP, Azziz R. Prevalence of the polycystic ovary syndrome (PCOS) among first degree relatives of patients with PCOS. Fertil Steril 2001:75:53-8.
22. Legro RS, Shalibahranir B, Lobo RA, Kovacs BW. Size polymorphisms of the androgen receptor among female Hispanics and correlations with androgenic characteristics. Obstet Gynecol 1994;83:701-6.
23. Vbttero A, Stratakis CA, Ghizzoni L, Longui CA, Karl M, Chrousos GP. Androgen receptor-mediated hypersensitivity to androgens in women with nonhyperandrogenic hirsutism: Skewing of X-chromosome inactivation. J Clin Endocrinol Metab 1999;84:1091-5.
24. Calvo RM, Asuncion M, SanchoJ, San MillanJL, Escobar-Morreale HF. The role of the CAG repeat polymorphism in the androgen receptor gene and of skewed X-chromosome inactivation, in the pathogenesis of hirsutism.J Clin Endocrinol Metab 2000 ;85:1735-40.
25. O'DriscoUJB, Mamtora H, HigginsonJ, PoUock A, KaneJ, Anderson DC. A prospective study of the prevalence of clear-cut endocrine disorders and polycystic ovaries in 350 patients presenting with hirsutism or androgenic alopecia. Clin Endocrinol 1994;41:231-6.
26. Moran C, Tapia MDC, Hemandez E, Vazquez G, Garda-Hernandez E, BermudezJA. Review of hirsutism in 250 patients. Arch Med Res 1994;25:311-4.
27. Azziz R, Dewailly D, Owerbach D. Non-classic adrenal hyperplasia: Current concepts. J Clin Endocrinol Metab 1994;78:810-5.
28. Waggoner W, Boots LR, Azziz R. Total testosterone and DHEAS levels as predictors of androgen-secreting neoplasms: A populational study. Gynecol Endocrinol 1999;13:1-7.
29. ZawadzkiJK, DunaifA. Diagnostic criteria for polycystic ovary syndrome: Towards a rational approach. In: Dunaif A, GivensJR, Haseldne F, Merriam GR, eds. Polycystic ovary syndrome. Boston: Blackwell Scientific Publications, 1990:377-84.
30. Diamanti-Kandarakis E, Kouli CR, Bergiele AT, Filandra FA, Tsianateli TC, Spina GG, et al. A survey of the polycystic ovary syndrome in the Greek island of Lesbos:Hormonal and metabolic profile. J Clin Endocrinol Metab 1999;84:4006-11.
31. Asuncion M, Calvo RM, San MillanJL, SandioJ, Avila S, Escobar-Morreale HF. A prospective study of die prevalence of the polycystic ovary syndrome in unselected Caucasian women from Spain. J Clin Endocrinol Metab 2000;85:2434-8.
32. Legro RS, Finegood D, Dunaif A. A fasting glucose to insulin ratio is a useful measure of insulin sensitivity in women with polycystic ovary syndrome. J Clin Endocrinol Metab 1998:83:2694-8.
33. Legro RS, Kunselman AR, Dodson WC, DunaifA. Prevalence and predictors of risk for type 2 diabetes mellitus and impaired glucose tolerance in polycystic ovary syndrome: A prospective, controlled study in 254 affected women. J Clin Endocrinol Metab 1999;84:165-9.
34. Barbieri RL, Ryan KJ. Hyperandrogenism, insulin resistance, and acanthosis nigricans syndrome: A common endocrinopathy width distinct pathophysiologic features. AmJ Obstet Gynecol 1983;147:90-101.
35. Azziz R. The hyperandrogenic-insulin resistant-acanthosis nigricans (HAIRAN) syndrome: Therapeutic response. FertilSteril 994;61:570-2.
36. Azziz R, Hincapie LA, Knochenhauer ES, Dewailly D, Fox L, Boots LR. Screening for 21-hydroxylase deficient non-classic adrenal hyperplasia among hyperandrogenic women: A prospective study. Fertil Steril 1999;72:915-25.
37. Azziz R, Waggoner WT, Ochoa T, Knochenhauer ES, Boots LR. Idiopathic hirsutism: An uncommon cause of hirsutism in Alabama. Fertil Steril 1998-70:274-8.
38. Carmina E. Prevalence of idiopathic hirsutism. Eur J Endocrinol 1998;139:421-3.
39. Azziz R. The time has come to simplify the evaluation of the hirsute patient. Fertil Steril 2000;74:870-2.
40. Azziz R, Gay F. The treatment of hyperandrogenism with oral contraceptives. Semin Reprod Endocrinol 1989;7:246-54.
41. Gordon GG, Altman K, Southren AL, OlivoJ. Human hepatic testosterone A-ring reductase activity: Effect of medroxyprogesterone acetate. J Clin Endocrinol Metab 1971;32:457-61.
42. Azziz R, Ochoa TM, Bradley ELJr, Potter HD, Boots LR. Leuprolide and estrogen versus oral contraceptive pills for the treatment of hirsutism: A prospective randomized study. J Clin Endocrinol Metab 1995;80:3406-11.
43. Moghetti P, Castello R, Negri C, Tosi F, Pen-one F, Caputo M, et al. Metformin effects on clinical features, endocrine and metabolic profiles, and insulin sensitivity in polycystic ovary syndrome: A randomized, double-blind, placebo-controlled 6-month trial, followed by open, long-term clinical evaluation. J Clin Endocrinol Metab 2000;85:139-46.
44. Azziz R, Ehrmann D, Legro RS, Whitcomb RW, Hanley R, Fereshedan AG, et al. Troglitazone improves ovulation and hirsutism in die polycystic ovary syndrome: A mul-center, double blind, placebo-controlled trial. J Clin Endocrinol Metab 2001;86:1626-32.
45. Venturoli S, Marescalchi 0, Colombo FM, Macrelli S, Ravaioli B, Bagnoli A, et al. A prospective randomized trial comparing low dose flutamide, finasteride, ketoconazole, and cyproterone acetate-estrogen regimens in die treatment of hirsutism. J Clin Endocrinol Metab 1999;84:
1304-10.
46. Moghetti P, Tosi F, Tosti A, Negri C, Misciali C, Pentione F, et al. Comparison of spironolactone, flutamide, and finasteride efficacy in die treatment of hirsutism: A randomized, double blind, placebo-controlled trial. J Clin Endocrinol Metab 2000:85:89-94.
47. Pittaway DE, Maxson WS, Wentz AC. Spironolactone in combination drug dierapy for unresponsive hirsutism. Fertil SterU 1985;43:878-82.
48. Gumming DC, YangJC, Rebar RW, Yen SSC. Treatment of hirsutism widi spironolactone. JAMA 1982;247:1295-8.
49. Lobo RA, Shoupe D, Serafini P, Brinton D, Horton R. The effects of two doses of spironolactone on serum androgens and anagen hair in hirsute women. Fertil Steril 1985;43:200-5.
50. Heifer EL, Miller JL, Rose LI. Side-effects of spironolactone therapy in die hirsute woman. J Clin Endocrinol Metab 1988;66:208-11.
51. Cusan L, Dupont A, GomezJL, Tremblay RR, Labrie F. Comparison of flutamide and spirolactone in die treatment of hirsutism: A randomized controlled trial. Fertil Steril 1994-61:281-7.
52. Erenus M, Gurbuz 0, Durmusoglu F, Demicray Z, Perkin S. Comparison of the efficacy of spironolactone versus flutamide in the treatment of hirsurism. Fertil Steril 1994;61:613-6.
53. Muderris H, Bayram F, Sahin Y, KeleSdmur F, TutuS A, Ayata D. The efficacy of 250 mg/day flutamide in the treatment of patients with hirsutism. Fertil Steril 1996;66:220-2.
54. Belisle S, Love EJ. Clinical efficacy and safety of cyproterone acetate in severe hirsutism: Results of a muldcen-tered Canadian study. Ferti Steril 1986;46:1015-20.
55. O'Brien RC, Cooper ME, Murray RML, Seeman E, Thomas AK,Jerums G. Comparison of sequential cyproterone acetate/estrogen versus spironolactone/oral contraceptive in die treatment of hirsutism. J Glin Endocrinol Metab 1991;72:1008-13.
56. Lunde 0, Djeseland 0. A comparative study of Aldactone and Diane in the treatment of hirsutism. J Steroid Biochem Mol Biol 1987;28:161-5.
57. Wong IL, Morris RS, Chang L, Spahn M-A, Stanczyk FZ, Lobo RA. A prospective randomized trial comparing finasteride to spironolactone in the treatment of hirsute women. J Clin Endocrinol Metab 1995;80:233-8.
58. Peereboom-WyniaJD. Effect of various methods of depilation on density of hairgrowth in women with idiopathic hirsutism. Arch Dermatol Forsch 1972-272:164-76.
59. Peereboom-WyniaJD, Stolz E, vanJoost T, Kleiman H. A comparative study of die effects of electrical epilation of beard hairs in women with hirsutism by diadiermy and by the blend method. Arch Dermatol Res 1985;278:84-6.
60. Richards RN, Meharg GE. Electrolysis: Observations from 13 years and 140,000 hours ofexperience. JAmAcad Dermatol 1995;33:662-6.
61. Farah L, Lazenby AJ, Boots LR, Azziz R, Alabama Professional Electrology Association Study Group. Prevalence of the polycystic ovary syndrome among women seeking treatment from community electrologists. J Reprod Med 1999;44:870-4.
62. Nanni CA, Alster TS. Laser-assisted hair removal: Side effects of Q;switched Nd;YAG, long-pulsed ruby, and alexandrite lasers. J Am Acad Dermatol 1999;41:165-71.
63. Winters SJ, Talbott E, Guzick DS, ZborowskiJ, McHugh KP. Serum testosterone levels decrease in middle age in women with the polycystic ovary syndrome. Ferti Steril 2000;73:724-9.


 

ΗΟΜΕPAGE