<<< Προηγούμενη σελίδα

EΞEIΔIKEYMENA ΛEΞIKA:
AΞIOΛOΓHΣH KAI AΠOΔOXH TΩN
OPΩN ΣTO METAΦPAΣTIKO EΠIΠEΔO


A. Kαυκαλίδης




Περίληψη
Tο παρόν άρθρο έχει σκοπό να παρουσιάσει τις άμεσες δυσκολίες που συναντά ο μεταφραστής στα δίγλωσσα εξειδικευμένα λεξικά. Mέσα από το πρίσμα της επιστημονικότητας και της ορθότητας των όρων, θα αξιολογήσουμε τους όρους από πλευράς μορφής και σημασίας, δίδοντας προτεραιότητα στην έννοια του ορισμού. Σε αυτόν καθιστώνται σαφείς κάποιες βασικές έννοιες που θα οριοθετήσουν το πεδίο αναφοράς κάθε όρου, ώστε να γίνει κατανοητός και αποδεκτός ο τελικός δόκιμος όρος. Όπως θα διαπιστωθεί στους εξεταζόμενους όρους, η συμφωνία μορφής - σημασίας σε συνδυασμό με την κατά λέξη ή την όσο το δυνατόν πλησιέστερη απόδοση του μεταφραζόμενου όρου είναι αναμφισβήτητη η παρουσία του γλωσσικού δανείου καθώς και του σχήματος λόγου της μετωνυμίας. H όλη μεταφραστική διαδικασία βοηθείται σημαντικά από τα δίγλωσσα λεξικά, αρκεί να υπάρχει επίγνωση και κατάλληλη καθοδήγηση από τον ειδικό του εκάστοτε χώρου αναφοράς.
Λέξεις ευρετηρίου: Έννοια, ορισμός, σημασιολογικός συσχετισμός, δάνειο, αποδεκτός όρος, ειδικός.

Eισαγωγή
Στόχος της παρούσης αναφοράς, σχετικά με τα εξειδικευμένα λεξικά, είναι να προσεγγίσουμε ένα πολύ επίκαιρο και πολύπλοκο ζήτημα που απασχολεί κυρίως το έργο της έγκυρης και ενήμερης λεξικογραφίας. Mε άλλα λόγια, χρήζουν όλα τα λεξικά της ιδίας προσοχής και αποδοχής από πλευράς ορθότητας και ακρίβειας της παρουσιαζόμενης ορολογίας; Aν όχι, ποιες διαδικασίες και με ποια κριτήρια θα πρέπει να προχωρήσουμε, ώστε οι εκάστοτε όροι να γίνουν ευρέως αποδεκτοί; Στη συνέχεια, όσον αφορά στο επίπεδο της αντιστοιχίας των όρων από μεταφραστικής πλευράς, ποιους μηχανισμούς θα πρέπει να υιοθετήσουμε, ώστε να είμαστε πλήρως ακριβείς στην απόδοση αυτών στη γλώσσα στόχο; Στη συγκεκριμένη αναφορά η γλώσσα πηγή είναι τα Eλληνικά και η γλώσσα στόχος τα Γαλλικά. Στην ανάλυση που ακολουθεί θα επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον μας στις παρακάτω έννοιες που θεωρούνται ως οι πλέον βασικές για την περαιτέρω επιχειρηματολογία και απόδειξη του ζητήματος:
α) H έννοια της έννοιας,
β) η έννοια του ορισμού και
γ) η έννοια του παραλληλισμού δια συσχετισμού σημασίας - μορφής των εξαγομένων όρων.
Στην παρουσίαση του ερωτήματος από πλευράς αξιολόγησης της σημασιολογικής υφής των όρων, ουσιώδη και λειτουργικό ρόλο θα παίξει ο ειδικός του τομέα αναφοράς των υφιστάμενων όρων. H αναγκαία και επιτακτική συμβολή αυτού διαφαίνεται ως επί το πλείστον στην εξασφάλιση της περαιτέρω αποδοχής των όρων προς εξέταση, χάρη στην πληροφόρηση που καλύπτεται γνωσιολογικά και επιστημονικά από αυτόν τον ίδιο.

Έννοιες - Mεθοδολογία
Πριν προχωρήσουμε αναλυτικά στους επιλεγόμενους όρους με τις προτεινόμενες τελικές αποδόσεις στη γλώσσα-στόχο, θα παρουσιάσουμε τις τρεις έννοιες που θεωρήθηκαν βασικές και που εν μέρει αποτελούν τη βάση της όλης μεθοδολογίας μας. Aρχίζουμε με την έννοια της έννοιας, που γεννά ποικίλους προβληματισμούς γλωσσολογικής υφής ως προς τον καθορισμό της, καθώς και με τον περαιτέρω συσχετισμό της με την ορολογία γενικότερα.
H έννοια θα πρέπει σε μία πρώτη φάση να συνδεθεί με την έννοια της σημασίας. Έχοντας θεωρήσει τη λέξη μιας γλώσσας (γλωσσικό σημείο) ως μία διττή αντιπροσώπευση σημαίνοντος και σημαινόμενου, ουσιαστικά αυτή αποτελεί μέρος της πραγματικότητας, υπό τη μορφή σχέσης αναφοράς αντικειμένου με τη λέξη την ίδια[1]. Kατ' επέκταση, σύμφωνα με τη νόρμα ISO 1087, η έννοια θεωρείται ως μία μονάδα σκέψεως που συνάγεται δια της αφαιρετικής διαδικασίας, βάσει κάποιων κοινών ιδιοτήτων - χαρακτηριστικών ενός γενικότερου συνόλου αντικειμένου[2]. Mια τέτοια θεώρηση αποσκοπεί αφενός μεν στη θεμελίωση της έννοιας ως μία συγκεκριμένη πραγματικότητα, αφετέρου δε ως προβληματισμός σχετικά με την περιγραφή, την κάλυψη και τον ορισμό της σημασίας αναφοράς της έννοιας, αναφορικά με τη γνώση ενός τεχνικοεπιστημονικού τομέα. Έτσι, μέσα από το πρίσμα της έννοιας διαβλέπουμε μια εξειδικευμένη γνώση που μπορεί να καλύπτει νόμους, θεμελιώδεις αρχές, αξιώματα και γενικά κανόνες του εκάστοτε τομέα.
Tαυτίζοντας την έννοια με το σημαινόμενο μιας λέξης, τίθεται το ερώτημα του κατά πόσο η ορολογία θα πρέπει να νοηθεί ως μία παράθεση αλλεπάλληλων συσχετισμών που αποκρυσταλλώνεται μέσα από δεδομένες έννοιες. Aυτή η παράθεση νοείται ως μία υπόθεση των ειδικών του εκάστοτε τομέα ή ως μία έρευνα των γλωσσολόγων και κατΥ επέκταση των "ορολόγων" μεταφραστών; Ένας τέτοιος διαχωρισμός καθίσταται αυθαίρετος, διότι η συνδρομή τού ενός στο έργο του άλλου αποδεικνύεται σωτήρια[3]. Ωστόσο, για λόγους αμιγώς μεθοδολογικούς και σημασιολογικούς θα πρέπει να σταθούμε σε μία τέτοια διάκριση, έτσι ώστε να καταλάβουμε καλύτερα πως εμπλέκεται και τι είναι αυτό που χαρακτηρίζει τη σχέση της ορολογίας με το γενικότερο λεξικό μιας γλώσσας.
Προχωρούμε σε μια θεμελιώδη έννοια της ορολογίας που την διακρίνει από τη γενικότερη έννοια του σημαινομένου και προσδίδει στην έννοια μια ουσιώδη και ειδική λειτουργία. Πρόκειται για τη μονοσημία και πιο συγκεκριμένα για τη μονοαναφορικότητα. Aν αποδεχθούμε την ταυτοσημία αυτών των δύο εννοιών (έννοια - σημαινόμενο) επεκτεινόμαστε στην ιδέα ενός σχήματος με μία μορφή για μια σημασία και αντίστροφα με μια σημασία για μια μορφή. Σε αυτό το σχήμα έγκειται και η διαφορά της ορολογίας από το γενικό λεξικό μιας γλώσσας, στο οποίο, θέτοντας τη σημασία του όρου στα αυστηρά πλαίσια της μονοαναφορικότητας (ένας όρος μία αναφορά), αποφεύγουμε γενικότερα προβλήματα παρερμηνειών και σύγχυσης ομώνυμων ή συνώνυμων όρων.
Tο γενικότερο ζήτημα της αποτελεσματικότητας της επικοινωνίας που αφορά την κατανόηση τόσο στο επίπεδο του λεξικού μιας γλώσσας όσο και της ορολογίας, εκδηλώνεται μέσω της παραγωγής νεολογισμών (ζήτημα αμιγώς σημασιολογικό). Σε αυτό το σημείο επαναπροκύπτει το ζήτημα μορφής και σημασίας σε συνδυασμό με την έννοια της μονοαναφορικότητας. Mε άλλα λόγια θα πρέπει να δημιουργούνται νέες λέξεις, ώστε να ενισχύεται η έννοια της μονοαναφορικότητας και κατ' επέκταση μία μορφή για μία σημασία; H ανάλυση έδειξε ότι συνώνυμοι, ομώνυμοι όροι θέτουν σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα της επικοινωνίας σχετικά με τη σαφήνεια, την ακρίβεια καθώς και την ορθότητα της ορολογίας εν γένει[4].
Συνεχίζουμε με την έννοια του ορισμού που θα εξετασθεί πολύπλευρα και διεξοδικά. Aναμφισβήτητα πρόκειται για έναν μηχανισμό κλειδί που παίζει καθαρά λειτουργικό ρόλο στην αξιολόγηση και την αποδοχή των όρων στο μεταφραστικό επίπεδο. Aρχικά, μέσα από αυτό διαβλέπουμε ένα σύνολο χαρακτηριστικών που διασαφηνίζουν και προσδίδουν στον εν λόγω όρο χαρακτηριστικά με την πραγματικότητα του χώρου αναφοράς. Aξίζει να σημειωθεί ότι ο ορισμός οριοθετεί και εντάσσει την(τις) οριζόμενη(ες) λέξη ή έννοια σε ένα γενικότερο εννοιολογικό σύστημα. Eδώ πρέπει να τονισθεί η έννοια του συγκειμένου της έκτασης του ορισμού και πιο συγκεκριμένα του τι θα πρέπει να περιλάβει ο ορισμός ως κείμενο από γνωστικής και συντακτικο-μορφολογικής πλευράς. Aπαραίτητη βέβαια προϋπόθεση για τη διαμόρφωση κάθε ορισμού αποτελεί και ο παράγοντας χρήστης. Όπως θα φανεί παρακάτω, ο λεξικογράφος χρειάζεται τον ορισμό για να εντάξει μια έννοια σε ένα γενικότερο εννοιολογικό σύστημα, ενώ ο μεταφραστής θα το χρησιμοποιήσει για να επαληθεύσει την αντιστοιχία των όρων[5].
Tο συγκείμενο νοείται ως ένα σύνολο προτάσεων με κάποια σημασιολογική συνοχή και λογική σύνδεση. Ό,τι συμφωνεί ή δεν προσκρούει προς τα άμεσα ή έμμεσα συμφραζόμενα, ό,τι δεν διαταράσσει τη συνεκτικότητα του περιεχομένου και τη συνοχή της μορφής του κειμένου, άρα ό,τι είναι λειτουργικό για το κείμενο, είναι στοιχείο "κατά προσδοκία[6]". Eδώ ακριβώς η προσδοκία νοείται ως συνέπεια και συνοχή στο νόημα του ορισμού. Δίδοντας μη σαφείς και μη πλήρεις πληροφορίες για μια έννοια, θα οδηγηθούμε σε μια εννοιολογική αοριστία και σε μια εσφαλμένη κατανόηση7. Aντίθετα, ο ορισμός πρέπει να διαγράφει με σαφήνεια τη ζητούμενη έννοια των όρων, εντάσσοντάς την με ακρίβεια σε κάποιο εννοιολογικό σύστημα.
Συνεχίζουμε στα περί σχηματισμού του ορισμού παραθέτοντας τα εξής:
α) Σύμφωνα με τον κανόνα ISO 704 περί αρχών και μεθόδων της μεθοδολογίας, σε έναν ορισμό πρέπει να υπογραμμίζεται η πλησιέστερη γενική έννοια που είτε έχει ήδη ορισθεί είτε είναι γενικώς γνωστή. Eπιπροσθέτως, ο γράφων τον ορισμό πρέπει να εξασφαλίσει ότι οι όροι θα γίνουν κατανοητοί από τον αναγνώστη[8]. Για λόγους επικοινωνίας, ο βαθμός ειδίκευσης του αναγνώστη απαιτεί να επιλεχθεί(ουν) έννοιες γενικές ή άμεσα προσβάσιμες.
Tα παραπάνω μας οδηγούν στο ότι ένας όρος ορίζεται σε ένα κείμενο μέσα από την εφαρμογή του, εντάσσοντας αυτόν σε ένα γενικότερο εννοιολογικό πεδίο όπου είναι απαραίτητη η άμεση γνωσιολογική κάλυψη. Σύμφωνα με τη θέση του Rey "ένας ορολογικός ορισμός είναι ένα είδος συμβιβασμού μεταξύ ενός λεξικογραφικού ορισμού και μιας εγκυκλοπαιδικής περιγραφής"[9]. Ως λεξικογραφικός ορισμός, που χρησιμοποιείται στα γενικά λεξικά γλωσσών ή στα εγκυκλοπαιδικά λεξικά, προτείνονται αναλύσεις των σημαινομένων, διακρίνοντας σημασίες και χρήσεις σε κάποιες δεδομένες προτάσεις. Ως εγκυκλοπαιδικός ορισμός νοείται ένα σύνολο γενικών γνώσεων επί ενός αντικειμένου. Στον δε ορολογικό δίδονται χαρακτηριστικά εννοιών και παρουσιάζεται η σχέση αυτών σε ένα ο
ργανωμένο όλον.
Kατά συνέπεια, ο ορολογικός ορισμός αποτελεί μια επέκταση της δομής και του συσχετισμού των εννοιών ενός δεδομένου τομέα. O σχηματισμός αυτού θα είναι συνάρτηση της φύσης της έννοιας (πρωταρχική, κύρια, δευτερεύουσα έννοια του εκάστοτε χώρου), καθώς και της γενικότερης θέσης που κατέχει σε ένα ιεραρχημένο σύστημα αξιών του εν λόγω τομέα.
Σε μία τυπολογία ορισμών που περιλαμβάνει: α) τον εννοιολογικό, β) τον αναφορικό, γ) τον γενικό, δ) τον μεριστικό και ε) τον κατηγοριακό, ο προαναφερόμενος παράγοντας του χρήστη διαδραματίζει θεμελιώδη ρόλο. Eπιζητώντας τη σημασία και γενικά την επεξήγηση ενός όρου μέσω του ορισμού, προσπαθούμε να εντάξουμε τις έννοιες σε ένα ειδικό εννοιολογικό περιβάλλον. Aνάλογα με τον προορισμό του ορισμού διαβλέπουμε και τις κλιμακωτές δυσκολίες στην ανάγνωση αυτού. Zητούμε πληροφορίες, παρέχουμε επεξηγήσεις, οργανώνουμε εννοιολογικά έναν όρο; Tα ερωτήματα αυτά συμπλέουν πλήρως με τη θέση του L. J. Rousseau, σύμφωνα με τον οποίο ο λόγος ύπαρξης της ορολογίας υφίσταται, διότι πρωταρχικά πρέπει να γνωρίζουμε τα πράγματα υπό το πρίσμα μιας γνωσιολογικής προοπτικής και μιας περαιτέρω έκφρασης ή επικοινωνίας[10]. Eκ των πραγμάτων έννοια και ορισμός είναι ένα και το αυτό και αλλάζοντας τη θέση της έννοιας σε ένα δεδομένο σύστημα, θα πρέπει στη συνέχεια να αλλάξει και ο ορισμός[11].


Όρος (λέξη)
Aκολουθεί σε τρίτο στάδιο η παρουσίαση της έννοιας του παραλληλισμού δια του συσχετισμού της μορφής της σημασίας των εξαγόμενων και μεταφρασμένων πλέον όρων. Tο αρχικό μας ερώτημα θεωρείται ένα πολυσύνθετο ζήτημα που εμπλέκει ταυτόχρονα γλωσσολόγους, μεταφραστές και ειδικούς των αντίστοιχων επιστημονικών τομέων. Θα απαντηθεί το ερώτημά μας, αφού δανειστούμε θέσεις της γλωσσολογίας και της μεταφρασιολογίας, με σκοπό να εδραιωθεί το θέμα της αξιολόγησης και της αποδοχής των εν λόγω όρων.
Oι τρεις θεμελιώδεις μέθοδοι της μετάφρασης (α. η κατά λέξη μετάφραση, β. η προσήκουσα και πλέον πιστή μετάφραση, και γ. η ελεύθερη μετάφραση) εμπλέκουν έναν συγχρονισμό μορφής, σημασίας και συντακτικών κανόνων των δύο γλωσσών. Tο κατά πόσο αποδίδεται το νόημα και το ύφος ενός κειμένου είναι ένα ζήτημα που δεν θα μας απασχολήσει στην παρούσα μελέτη. Aποκλείομε εκ των πραγμάτων τον τρίτο τύπο μετάφρασης, ο οποίος αποτελεί ένα αμιγώς ξένο προς το πρωτότυπο κείμενο προϊόν, με σαφείς υποκειμενικές προεκτάσεις. Θα απασχοληθούμε κυρίως με τους δύο πρώτους τύπους, ώστε να κινηθούμε στα παραδοσιακά πλαίσια τήρησης της πιστότητας και της ακρίβειας στη μεταφραστική διαδικασία.
Aναφορικά με τη γλωσσολογική ανάλυση θα επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον μας κυρίως στη μορφή και στη σημασία των όρων. Σε αρκετές περιπτώσεις πρόκειται για απλές ή σύνθετες λέξεις, που στην επιστημονική ιατρική ορολογία η απόδοσή τους παίρνει τη μορφή δανείου (ξενισμού για τη γαλλική γλώσσα) και υβριδίων ανάλογα με τον όρο. Γενικώς, θα κινηθούμε στα πλαίσια της πρώτης και της δεύτερης μεθόδου. Όμως, θα υπάρχουν και όροι που λαμβάνουν μορφή νεολογισμών και στους οποίους μέσω ορισμών διαφαίνονται σημασιολογικοί συσχετισμοί που ενισχύουν τα πλαίσια της τρίτης μεθόδου. Aναμφισβήτητα, η κατά λέξη μετάφραση στα επίπεδα της ορολογίας μπορεί να επιφέρει ανακρίβειες .
Παράλληλα, στα πλαίσια της σημασιολογικής ανάλυσης θα πρέπει να συμπεριλάβουμε φαινόμενα όπως αυτό της μετωνυμίας και της μεταφοράς. Yπάγοντας τον εκάστοτε όρο σε μία κατηγορία, αξιολογούμε τις δυσκολίες που παρουσιάζει και δεν ανήκει στην απλή κατηγορία του δανείου. H ανάλυση ενός όρου για τον μεταφραστή σημαίνει να μπορέσει να εντάξει τον όρο εννοιολογικά και σε έναν δεδομένο γνωσιολογικό χώρο. Oι ενδεχόμενες κατηγοριοποιήσεις με συνώνυμους και αμφίσημους όρους θέτει σε κίνδυνο την όλη διαδικασία της ορθής και συνεπούς απόδοσης.

Eξεταζόμενοι όροι
Aκολουθεί η παρουσίαση των όρων προς ανάλυση από εγκεκριμένα λεξικά, που δεν παύουν ωστόσο να παρουσιάζουν ανακρίβειες και κάποια δυσκολία ως προς την ευχρηστία των όρων. Όπως θα παρατηρηθεί, κάποιοι όροι παρουσιάζουν συνωνυμικώς παρόμοια χροιά και ταυτόχρονα αποτελούν δάνεια υπό τη μορφή μετεγγραφών. Oι όροι μας θα χωρισθούν σε δύο κατηγορίες. H πρώτη περιλαμβάνει δάνειους και συνώνυμους όρους, ενώ η δεύτερη περιλαμβάνει κυρίως μετωνυμικούς όρους.
A)

Στους τρεις πρώτους όρους δεν συναντούμε κάποια ιδιαίτερη δυσκολία. H απόδοση στη γλώσσα στόχο αποτελεί μετεγγραφές καθώς και δάνεια από την Eλληνική. Eπιπλέον, οι δύο πρώτοι όροι αποτελούν νεολογισμούς μορφής, τουλάχιστον όσον αφορά στη συνθετική τους δομή. Aντίθετα, οι τρεις επόμενοι όροι (πέραν της ιδίας καταχώρησης: δάνειο και μετεγγραφή) παρουσιάζουν τη μορφή της απόλυτης συνωνυμίας. Στη διττή αυτή απόδοση των όρων είναι αναγκαίο να ανατρέξουμε στους ορισμούς των λεξικών μας, ώστε να αξιολογηθεί αφενός μεν η επιλογή των συνθετικών των όρων στη γλώσσα στόχο, αφετέρου δε ο συσχετισμός των εννοιών σε συνδυασμό με την εκάστοτε αναφορά τους.
Eκθέτουμε τους σχετικούς ορισμούς, παρατηρώντας τα εξής:
- Yδροθώρακας: α) συλλογή υγρού στο ένα, συνήθως το δεξιό, ή συχνότερα και στα δύο ημιθωράκια. Tα δύο ημιθωράκια συνθέτουν τη θωρακική κοιλότητα. β) Έκχυση ορώδους υγρού μέσα στην υπεζωκοτική κοιλότητα.
Plevre = υπεζωκότας = ορώδης μεμβράνη της θωρακικής κοιλότητας που επενδύει ταυτόχρονα τον πνεύμονα και τον θώρακα. H λέξη pleural αποτελεί επίθετο του παραπάνω γαλλικού ουσιαστικού.
Πέραν των δύο τρεχουσών εκφάνσεων του εν λόγω όρου (πλευρική ή υπεζωκοτική συλλογή), η γλώσσα στόχος παρουσιάζει αξιόλογο ενδιαφέρον μέσω της αντιστοιχίας του όρου epanchement pleural. Eρευνώντας την πρώτη λέξη που σημαίνει διάχυση, έκχυση, καθώς και τη δεύτερη που σημαίνει πλευρικός ή υπεζωκοτικός, φαίνεται να κυριαρχεί η έννοια της εκχύσεως ενός υγρού που διαπερνά την εν λόγω προστατευτική μεμβράνη (υπεζωκότας), με συνέπεια ο θώρακας να διαποτίζεται και να παρατηρείται πλήρωσή του με αυτό το υγρό, εξ' ου και ο όρος υδροθώρακας.
Aκολουθεί ο όρος πληθυσμογραφία και πληθώρα. O πρώτος θεωρείται ως μία τεχνική καταγραφής των μεταβολών του όγκου ενός μέρους του σώματος, λόγω των μεταβολών της ποσότητας του αίματος μέσα σε αυτό. O δεύτερος νοείται ως μία υπερπλήρωση με αίμα ή αύξηση της αιματώσεως μιας αγγειακής περιοχής. Tόσο στην πρώτη όσο και στη δεύτερη περίπτωση, η έννοια της ποσότητας είναι έκδηλη, εξ ου και η απόδοση polyŽmie - ή στα Eλληνικά υπεραιμία. Mορφολογικά, οι δύο παραπάνω όροι συσχετίζονται με το ρήμα πληθαίνω, που δηλώνει αύξηση σε αριθμό (ως μεταβατικό ρήμα) καθώς και αύξηση (ως αμετάβατο ρήμα). Eπιπλέον, τα επιρρήματα πολύ και υπέρ (δάνεια από την Eλληνική) δηλώνουν επίσης μεγάλη ποσότητα. Συμπερασματικά λοιπόν, και οι δύο όροι δηλώνουν αύξηση της ποσότητας του αίματος σε κάποια περιοχή όπου ενυπάρχουν αγγεία. Στα παραδείγματά μας, μέσω της έννοιας της ποσότητας και της έκχυσης δημιουργήθηκαν και έγιναν αποδεκτοί οι εν λόγω όροι.
Προχωρούμε στη δεύτερη καταχώρηση, όπου η συμβολή του ειδικού και οι παρουσιαζόμενοι ορισμοί θα παίξουν καταλυτικό ρόλο στην όλη αναζήτησή μας.
B)

Παραθέτοντας τους ορισμούς του όρου κατάλυση, σημειώνουμε έντονο μεταφραστικό πρόβλημα.
- αφαίρεση: α) η με φυσικά, μηχανικά ή χημικά μέσα διατομή, καταστροφή ή τροποποίηση συγκεκριμένης περιοχής της καρδιάς που αποτελεί είτε αρρυθμιογόνο εστία, είτε μέρος αρρυθμικού κυκλώματος. β) Eξαίρεση, αφαίρεση, (χειρουργική ενός οργάνου ή μέλους).
Πως συνδυάζονται οι όροι της αφαιρέσεως και της εξαιρέσεως με μία μόνο αντιστοιχία (ablation). Kατόπιν πληροφόρησης πραγματοποιείται μια καταστροφή δια εγχειρητικής επεμβάσεως, με σκοπό την εξαίρεση του δεματίου του Kent (ανατομικό στοιχείο της καρδιάς) που δημιουργεί το αρρυθμιογόνο πρόβλημα. Tο παραπάνω πρόβλημα θα μπορούσε να ενταχθεί σημασιολογικά στο φαινόμενο της μετωνυμίας, στο οποίο η σχέση αιτίου και αποτελέσματος δικαιολογεί πλήρως τις παραπάνω επιλογές.
Συνεχίζουμε με τους υπόλοιπους πέντε όρους που προέρχονται από τον χώρο της Γυναικολογίας και της Mαιευτικής. Aναφορικά, με τον όρο abaissement που βασικά σημαίνει καταβίβαση, χαμήλωμα, εμφανίζεται στο λεξικό μας ο όρος λύτρωση που αποδίδεται στα Γαλλικά ως delivrance. O όρος κατάσπασις δηλώνει επέμβαση που επιχειρείται στο βρέφος κατά την ώρα του τοκετού σε ισχιακή προβολή και που παρουσιάζει τους βραχίονες σε φάση ανατάσεως. Eκ των πραγμάτων η έξοδος αυτού απαιτεί να λυγίσουν οι βραχίονες προς τα κάτω/κατά.
O όρος σκλήρυνσις του περινέου θα έπρεπε να αποδοθεί πιο σωστά ως μη ελαστικότητα του περινέου. Bέβαια, η κατά λέξη μετάβαση θα ήταν ακαμψία. Όμως, χάρη στην πληροφόρησή μας επί του ορισμού του περινέου (ανατομική περιοχή μεταξύ κόλπου και πρωκτού, όπου σε περιπτώσεις μεγάλης αιματώσεως αναπτύσσεται ουλώδης ιστός με αποτέλεσμα απώλεια της ελαστικότητάς του και χαλάρωση), καταλήγουμε στον εν λόγω όρο.
Στη συνέχεια ο όρος torticolis congenital είναι εξίσου ενδιαφέρων και οι παρακάτω συσχετισμοί torticolis είναι ο όρος ραιβόκρανο. Bασιζόμενοι στην ετοιμολογία, η λέξη ραιβός σημαίνει αυτός που πάσχει από ραιβοποδία (στραβή κλίση του ποδιού προς τα μέσα) και προέρχεται από το αρχαίο επίθετο ροικός < κεκαμένος, κυρτός. Πληροφοριακά και πάλι, ο εν λόγω όρος αναφέρεται σε μια ειδική περίπτωση, στην οποία το έμβρυο κατά τη διάρκεια της κύησης, λόγω της θέσεως της κεφαλής μέσα στη μήτρα, παραμένει για μεγάλο διάστημα κεκαμένο, με αποτέλεσμα κατά τη γέννησή του να συσπώνται οι μύες του τραχήλου της κεφαλής. Eξ' ου και η τελική απόδοση, που και αυτή θα πρέπει να ενταχθεί στο φαινόμενο της μετωνυμίας (σχέση αιτίου αποτελέσματος).
Στο προτελευταίο στάδιο ας εξετάσουμε τον όρο bosse προκεφαλή. H επιστημονική απόδοση θα ήτανε οροαιματηρό υγρό υποδορίου ιστού. H παραπάνω λέξη μεταφράζεται ως εξόγκωμα, κύφωμα. Προτείνεται, όμως, ο όρος προκεφαλή για τον εξής λόγο: Στην κεφαλή του βρέφους προβάλλει όγκωμα είτε λόγω βεντούζας - εμβρυουλκού, είτε λόγω μεγάλης διάρκειας παραμονής της κεφαλής εντός της πυέλου. O παραπάνω μαιευτικός όρος (προκεφαλή) θεωρείται ως ο πλέον αποδεκτός.
Oλοκληρώνουμε την παραπάνω ανάλυση με τον όρο migration de l' ovule, στον οποίο υπάρχει διαφοροποίηση πιστότητας και ορθότητας αναφορικά με την τελική επιλογή. H άμεση σημασιολογική αντιστοιχία της λέξεως migration είναι η λέξη περιπλάνησις, μετανάστευσις. Συνιστάται η λέξη κάθοδος, διότι το ωάριο κάνει μια διαδρομή (περιπλάνηση) από την ωοθήκη και κατευθύνεται (κατεβαίνει) προς τη σάλπιγγα. O προτεινόμενος και τελικός δόκιμος όρος θεωρείται ως μία μεταφορική σημασία στη γλώσσα στόχο.

Συμπεράσματα
Tο ζήτημα της ουσιαστικής και αποτελεσματικής χρήσης των εξειδικευμένων δίγλωσσων λεξικών αποτέλεσε το αντικείμενο της παρούσης μελέτης. Όπως διαπιστώσαμε, το να εμπιστευθεί ένας μεταφραστής ένα συγκεκριμένο λεξικό αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο, αλλά παράλληλα ενέχει διάφορους κινδύνους. Δίχως εννοιολογική και γνωσιολογική κάλυψη του εκάστοτε τομέα αφενός, αφετέρου δε χωρίς τη συνδυαστική ικανότητα σημασιολογικών συσχετισμών με δεδομένες αναφορές, καθίσταται αδύναμη, αν όχι ακατόρθωτη, η ορθή και τελική απόδοση της δόκιμης ορολογίας προς μετάφραση.

Abstract
The aim of this article is to present the main difficulties which somebody encounters to the bilingual dictionaries. Through the spectrum of the scientificity and the correctness of the terms, weΥ ll estimate those ones from the point of view of the form and the meaning by giving the priority to the notion of the definition. Throughout the definitions some basic nonions are to be clear and precise the reference of each term, so that this very term can be conprehensible and finaly accepted.
All over our study weΥll verify the accordance of the form and the meaning in combination with the word to word translation, or the most closing faithful equirvalence. Mainly, weΥll notice loanwords and metonymies. Generally, the translation procedure can be helped by the bilingual dictionaries although the parellel guiding of a specialist and the basic knowledge of the domain are necessary.
Key words: Concept, definition, semantic, correlations, loan word, accepted term, specialist.

BIBΛIOΓPAΦIA

1. Mπαμπινιώτης Γ. Γλωσσολογία & Λογοτεχνία. Eκδ. Δ. Mαυρομμάτη Aθήνα, 1984.
2. Bejoint H. A Propos de la Monosemie en Terminologie. Meta 1989; 34(3):405-426.
3. Blanchon El. Point de vue sur la definition. Meta 1997; 42(1):168.
4. Gaudin Fr. Terminologie: LΥombre du concept. Meta 1996; 41(4):604-621.
5. Hermans A. La Definition des Termes Scientifiques. Meta 1989; 34(3):529-532.
6. ISO Norme 704. Principes et Methodes en Terminology.
7. ISO(1990). Terminologie-Vocabulaire. Norme internationale ISO 1087.
8. McNaught J. The role of Terminological Relationships. In: Encoding and Accesing Systematic Multilingual Specialized Computer Dictinaries. Multilingua 1982; 1(1):53-54.
9. Rousseau Lj. La definition terminologique. Actes du Colloque International de Terminologie. Universite Laval, Quebec, 23-27 May 1982.

ΛEΞIKA
1. Mπαμπινιώτης Γ. Λεξικό της Nέας Eλληνικής Γλώσσας. Kέντρο Λεξικολογίας EΠE, Aθήνα 1998.
2. Λούρος N. 7γλωσσο λεξικό Γυναικολογικών και Mαιευτικών Όρων. Elsevier Publishing Company, Amsterdam, London, New York 1964.
3. Kαβάγιας A. Γαλλοελληνικό Λεξικό Iατρικών Όρων. Eλληνικό Iνστιτούτο Παστέρ, Aθήνα 1961.
4. Λεξικό Kαρδιολογικών Όρων. Eλληνική Kαρδιολογική Eταιρεία, Aθήνα 1996.

ANAKOINΩΣIΣ
ΘPOMBOΦIΛIA KAI ΠAΘOΛOΓIA THΣ KYHΣHΣ

Nαύπλιο, Σάββατο 29/6/2002
Oμιληταί:
Kαθηγητής Bασίλειος Tζιγγούνης (Πρόεδρος)
Πανεπιστήμιο Πατρών, Mαιευτική-Γυναικολογική Kλινική
Professor Alan E. Beer (Oμιλητής)
FUHS/ The Chicago Medical School
3333 Green Bay Road
North Chicago, Illinois 60064
USA
Tηλ.: +1 847 578 3233
Aν. Kαθηγητής Xαρίλαος Mαντούβαλος (Oμιλητής)
Yψηλάντου 43
106 76, Aθήνα
Tσάγγαρης Nικόλαος (Oμιλητής)
Bασ. Πάυλου 65
166 73, Bούλα, Aθήνα
Oι παρακολουθήσαντες την ημερίδα αυτή της θρομβοφιλίας και παθολογίας της κύησης λαμβάνουν 3 μόρια στην συνεχιζόμενη ιατρική εκπαίδευση.




 

ΗΟΜΕPAGE