H ιατρική στην προεπαναστατική Ρωσία
Περιληπτική παρουσίαση της διατριβής του Ludovic Debono στο |

<<< Προηγούμενη σελίδα
Πανεπιστήμιο της Besancon, Γαλλίας - 1997
Επιμέλεια: ΦΩΤΗΣ ΒΛΑΣΤΟΣ, Πνευμονολόγος


Η ιατρική στη Ρωσία πριν από τον 19ο αιώνα
Οι πρώτες γραπτές μαρτυρίες ιατρικού περιεχομένου εμφανίζονται στη Ρωσία μετά τον εκχριστιανισμό της κατά τον 10ο αιώνα. Πρώτα τα μοναστήρια και οι εγγράματοι συντάσσουν τα χρονικά τους. Ο Βλαδίμηρος ο Σοφός ασπάζεται το χριστιανικό δόγμα και ο χριστιανισμός γίνεται η επίσημη θρησκεία του κράτους (988 μ.Χ.). Το Κίεβο βρίσκεται στο απόγειο της δύναμής του. Οι βυζαντινοί απεσταλμένοι φέρουν μαζί με τη διδασκαλία του ευαγγελίου και την ελληνική γραφή, τις πρώτες γνώσεις υγειονομικής οργάνωσης της αχανούς χώρας.
Οι πρώτες νοσηλευτικές μονάδες ιδρύονται μέσα στα μοναστήρια (Κίεβο, Πετσέρσκι). Υποστηρίζονται από τους μοναχούς που φροντίζουν και νοσηλεύουν φτωχούς και ασθενείς, με βάση ελληνικά ιατρικά χειρόγραφα. Οι ιατρικές τους υπηρεσίες φθάνουν μέχρι τη δυνατότητα χειρουργικών επεμβάσεων, όπως διάτρηση κρανίου και ακρωτηριασμοί, όπως τεκμηριώνεται από σχετικά ευρήματα. Η μοναστηριακή ιατρική ενθαρρύνεται από το κράτος που τη χρηματοδοτεί, εφόσον στα 996, ο Βλαδίμηρος προσφέρει το 10% των κρατικών εσόδων στην εκκλησία για φιλανθρωπικό έργο.
Ωστόσο, ένα ελάχιστο τμήμα του πληθυσμού επωφελείται από τις μοναστηριακές υπηρεσίες. Οι περισσότεροι εμπιστεύονται τους μάγους του χωριού, που θα εξασκούν την παραδοσιακή - μαγική ιατρική μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα. Οι λαϊκοί αυτοί θεραπευτές θα δεχθούν τις επιθέσεις της εκκλησίας που θα επιχειρήσει να τους εξαφανίσει. Ένας νόμος ήδη από τον 11ο αιώνα καταδικάζει αυστηρά την "παράνομη" άσκηση της ιατρικής στα ρωσικά χωριά.
Ο πρώτος γιατρός που είναι γνωστό ότι εργάσθηκε στη Ρωσία ήταν ο Πολωνός Ζαν Σμέρα, που σπούδασε στο Βυζάντιο και στην Αίγυπτο. Εξάλλου, δεν έμεινε στην ιστορία λόγω των ιατρικών του πράξεων, αλλά χάρη στη συμμετοχή του σε μία διπλωματική αποστολή που του εμπιστεύθηκε ο Βλαδίμηρος. Ο Σμέρα εκπροσωπεί τη λαϊκή εκδοχή της Κιεβιανής ιατρικής. Οι ιατροί της αυλής ήταν όλοι αλλοδαποί, εφόσον δεν υπήρχε ιατρική εκπαίδευση στη χώρα. Εξασκούν μία λαϊκή, αμειβόμενη ιατρική, κοσμοπολιτικής εμπνεύσεως, βασικά ελληνική. Αν και καλούνται περιστασιακά στα μοναστήρια, ο χώρος δραστηριοποίησής τους είναι κυρίως η αυλή.


Ο Τσάρος παίρνει με οικειότητα στην αγκαλιά του τον μικρό Λουδοβίκο 15ο, κατα την επίσκεψή του το 1717 στην αυλή της Γαλλίας.
Η χειρονομία αυτή και οι εκκεντρικές και λαϊκές συνήθειες του Τσάρου σκανδάλισαν τους Γάλλους αυλικούς.

Ο εμφύλιος και η μογγολική εισβολή τερματίζουν την κυριαρχία του Κιέβου (1240 μ.Χ.). Η χώρα απομονώνεται, οι θεσμοί καταρρέουν, οι τέχνες και τα γράμματα παρακμάζουν. Η ιατρική πλήττεται σοβαρά. Ένα μοναδικό ιατρικό τεκμήριο της εποχής αυτής αναφέρει ότι ο μητροπολίτης Αλέξιος, κάτοχος κάποιων γνώσεων οφθαλμολογίας, αποστέλλεται στο Σαράι, τη μογγολική πρωτεύουσα, για να θεραπεύσει μία πριγκίπισσα των Τατάρων. Στο μογγολικό ζυγό προστίθεται, στα 1352, η τρομερή επιδημία πανώλης που έχει ήδη αποδεκατίσει την Ευρώπη.
Ο Ιβάν ο 3ος της Μόσχας καταφέρνει να απωθήσει σταδιακά τους Μογγόλους και απελευθερώνει οριστικά τη Ρωσία, στα 1480, οπότε και στέφεται τσάρος και αυτοκράτορας. Παντρεύεται μάλιστα μία ανιψιά του τελευταίου βυζαντινού αυτοκράτορα. Ο γάμος αυτός ανοίγει το δρόμο για την έλευση στη χώρα μίας στρατιάς σοφών, καλλιτεχνών και ιατρών. Όμως, τα ήθη έχουν σκληρύνει κάτω από τον πολύχρονο μογγολικό πειθαναγκασμό. Οι πρώτοι εκείνοι φιλόδοξοι ιατροί βλέπουν σημάδια αγριότητας και οπισθοχωρούν. Ένας Γερμανός γιατρός κατακρεουργείται και ρίχνεται στο ποτάμι επειδή δε μπόρεσε να θεραπεύσει ένα Μογγόλο πρίγκιπα, ενώ ένας διάσημος Εβραίος γιατρός από τη Βενετία εκτελείται δημοσίως επειδή αθέτησε τη δέσμευσή του να θεραπεύσει έναν άλλον ευγενή. Οι γιατροί σπανίζουν. Τα ήθη εξελίσσονται με τον καιρό. Στα 1533, ο Γερμανός γιατρός Λουτζέφ καλείται για να θεραπεύσει τον τσάρο Βασίλειο ΙΙΙ από ένα εμπύημα. Ο τσάρος πεθαίνει τελικά, αλλά ο γιατρός του δεν εκτελείται.
O Ιβάν IV, ο Τρομερός, εδραιώνει την κυριαρχία της Μόσχας στη Ρωσία και, κατά τη διάρκεια της πολυτάραχης διακυβέρνησής του (1533-1584), επιχειρεί δύο φορές να προσελκύσει ιατρικό δυναμικό από τη Δύση. Το 1547, ένας απεσταλμένος του τσάρου συγκεντρώνει 120 Γερμανούς γιατρούς. Το ταξίδι τους για τη Ρωσία σταματά στο Lubeck, όπου συλλαμβάνονται από την Χανσεατική Λίγκα (τον πρώτο πυρήνα του γερμανικού κράτους). Στη συνέχεια, ο Ιβάν στρέφεται προς την Ελισάβετ της Αγγλίας. Γεμάτοι με δώρα κατά την άφιξή τους στη χώρα, οι Άγγλοι γιατροί ακολουθούν στη Ρωσία ποικίλες σταδιοδρομίες. Άλλοι αποκτούν πλούτο και πολιτική ισχύ και άλλοι αναμιγνύονται σε ίντριγκες και απελαύνονται ή ακόμη και εκτελούνται. Είναι όλοι γιατροί της τσαρικής αυλής.
Ένας Άγγλος φαρμακοποιός, ο Frencham, ιδρύει στα 1581 το πρώτο φαρμακείο του Κρεμλίνου, με αποκλειστικό ενδιαφέρον την οικογένεια του τσάρου. Το φαρμακείο αυτό, η ιστορική apteka, θεωρείται ο σπόρος της μελλούμενης διοικητικής μηχανής για το ρωσικό υγειονομικό σύστημα.
Μετά τον Ιβάν, η εισροή των ξένων γιατρών εντείνεται στη Ρωσία. Η προσφορά ενός γιατρού στον τσάρο γίνεται ένα συνηθισμένο δώρο. Πολλοί τσαρλατάνοι ονειρεύονται να κάνουν την τύχη τους στη μεγάλη βορεινή αγορά. Η εξάσκηση της ιατρικής υπόκειται πλέον σε κανονισμούς. Οι νέοι γιατροί πρέπει να φέρουν συστατικές επιστολές από τις κυβερνήσεις τους, να φέρουν μαζί τους τα βιβλία και τα φάρμακα που θα χρησιμοποιήσουν και να δίδουν ένα είδος εξετάσεων στο ίδρυμα πλέον της apteka. Στη συνέχεια, θα δώσουν όρκο αφοσίωσης στον τσάρο, θα λάβουν εντυπωσιακά δώρα και θα ξεκινήσουν τις εργασίες τους. Άγγλοι, Ολλανδοί, Γερμανοί, Ιταλοί, 50 περίπου Ευρωπαίοι γιατροί εγκαθίστανται στη Ρωσία από το 1600 έως το 1690. Διασημότερος όλων είναι ο Άγγλος αλχημιστής Arthur Dee.
Το 1620, η apteka μετονομάζεται σε Aptekarski Prikaz (Τομέας Φαρμακοποιών) και προμηθεύει στον τσάρο φάρμακα με μία συγκεκριμένη διαδικασία. Το φαρμακευτικό μίγμα δοκιμάζεται πρώτα από το γιατρό, το φαρμακοποιό και τον υπηρέτη που το φέρνει στον τσάρο. Σταδιακά, η Aptekarski Prikaz ανοίγεται και στους ευγενείς και σε ορισμένους στρατιωτικούς. Η παλιά Apteka δεν αρκεί και μία νέα ιδρύεται στη Μόσχα, στα 1672, ανοιχτή σε όλους. Η ζήτηση φαρμάκων αυξάνεται. Ναυτικές αποστολές αποστέλλονται στο εξωτερικό για να αναζητήσουν πρώτες ύλες της φαρμακοποιίας και ένας βοτανικός κήπος δημιουργείται στη Μόσχα. Η δημόσια υγιεινή αρχίζει να ανατέλλει σαν μία από τις βασικές κρατικές προτεραιότητες. Μικρά φαρμακεία ανοίγουν σε πόλεις και χωριά.
Ο Μέγας Πέτρος (1682-1725) προσφέρει στη χώρα ισχύ και ανάπτυξη. Σαγηνευμένος από τη Δύση που επισκέπτεται συχνά, προσπαθεί να εξευρωπαΐσει τη χώρα του. Στα 1703 χτίζει στις ακτές της Βαλτικής μία νέα ευρωπαϊκή πρωτεύουσα και της δίνει το όνομά του: Πετρούπολη.
Ο τσάρος διδάσκεται την ιατρική στην Ολλανδία. Λέγεται ότι η κασετίνα με τα εργαλεία του της ανατομικής τον ακολουθούσε παντού. Εξασκεί συχνά την οδοντιατρική και την ανατομία. Εκτελεί ακόμη μερικές δύσκολες χειρουργικές επεμβάσεις, όπως μία κοιλιακή παρακέντηση στη γυναίκα ενός εμπόρου, που πεθαίνει δύο μέρες αργότερα! Είναι αυτός που θα ιδρύσει την πρώτη ρωσική σχολή ιατρικής. Το 1707, κατασκευάζεται το πρώτο ρωσικό νοσοκομείο. Πρόκειται για το Gofspital της Μόσχας, βασισμένο στα σχέδια του νοσοκομείου του Greenwich που είχε επισκεφθεί ο τσάρος. Ο Πέτρος απονέμει τα πρώτα ρωσικά ιατρικά διπλώματα, τα lekar ("ιατρός"), στα 1713.
Οι υγειονομικές προσπάθειες του Πέτρου στρέφονται κυρίως στο στρατό. Χτίζει δύο στρατιωτικά νοσοκομεία στην Πετρούπολη, με ιδιαίτερη ιατρική σχολή για το καθένα. Η Aptekarski Prikaz εξελίσσεται σε "Καγκελλαρία των Φαρμακοποιών" και αργότερα, σε "Καγκελλαρία των Ιατρών" (1725). Διοικεί πλέον όλες τις πτυχές των ιατρικών δραστηριοτήτων. Ελέγχει τους γιατρούς, τους φαρμακοποιούς, εξασκεί πολιτική υγείας, στρατιωτική ιατρική κ.λπ. Κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας του, ο Πέτρος θα χτίσει 10 μεγάλα νοσηλευτικά ιδρύματα, 500 μικρότερα νοσοκομεία και πολυάριθμα φαρμακεία. Συχνά χαρακτηρίζεται ως ο θεμελιωτής της ρωσικής ιατρικής.


Ρωσικό Νοσοκο΅είο εκστρατείας κατά τον πόλε΅ο της Κρι΅αίας.


Από το θάνατο του Πέτρου μέχρι την άνοδο στην εξουσία της Αικατερίνης ΙΙ, η ρωσική ιατρική γνωρίζει μία πραγματική καθίζηση. Τα ιδρύματα ερημώνουν ή συντηρούνται με δυσκολίες. Ωστόσο, δομούνται κάποιοι νέοι θεσμοί: η Ακαδημία Επιστημών (1726) και κυρίως το Πανεπιστήμιο της Μόσχας (1755), που η Ιατρική Σχολή της εγκαινιάζεται στα 1764.
Κατά τη διάρκεια της πεφωτισμένης δεσποτείας της, η Αικατερίνη (1762-1796) έμεινε στην ιστορία περισσότερο χάρη στις σχέσεις της με τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, παρά στις επιτυχίες της διακυβέρνησής της. Επέφερε πάντως κάποιες αλλαγές που ενδιαφέρουν την ιατρική. Το Ιατρικό Κολέγιο αντικαθιστά στα 1763 την Καγγελαρία των Ιατρών. Οι αλλοδαποί γιατροί που το επανδρώνουν αρνούνται σθεναρά να απονείμουν τον τίτλο του Δόκτορα της Ιατρικής. Η Αικατερίνη τους πιέζει. Ο πρώτος τέτοιος τίτλος απονέμεται στα 1768 και ο δεύτερος μόλις στα 1783!
Ο Αικατερίνη και ο νεαρός τσαρίσκος Παύλος δίνουν το παράδειγμα του εκσυγχρονιστικού θάρρους καθώς δέχονται να εμβολιασθούν εναντίον της ευλογιάς (1768) από έναν Άγγλο γιατρό, τον Dimsdale. Η πλειοψηφία των γιατρών που εκπαιδεύθηκαν στη Ρωσία κατά τον 18ο αιώνα υπηρετούν στο στρατό, ενώ τα νοσοκομεία είναι γεμάτα στρατιώτες.
Η Δημόσια Υγιεινή αναπτύσσεται δειλά, καθώς σε κάθε επαρχιακή πρωτεύουσα ιδρύεται μία ιατρική υπηρεσία. Οι γιατροί, υπό την διεύθυνση του Ιατρικού Κολεγίου, οφείλουν να παρουσιάζουν ετησίως μία έκθεση σχετική με την υγειονομική κατάσταση της περιοχής τους.
Κατά τη σύντομη βασιλεία του, ο τσάρος Παύλος (1796-1801) ανακαινίζει το παλιό νοσοκομείο της Μόσχας και ιδρύει την Ιατρο-Χειρουργική Ακαδημία της Μόσχας και της Πετρούπολης. Η τελευταία θα εξελιχθεί στην καλύτερη σχολή της τσαρικής ιατρικής.
Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, η Ρωσία θα δει την έκταση της να παίρνει μυθικές διαστάσεις, καθώς προστίθενται στην επικράτειά της σταδιακά οι χώρες της Βαλτικής (1795), η Φινλανδία (1809), η Πολωνία (1815), ο Καύκασος (1801-1854), η Άπω Ανατολή (1860), η Κεντρική Ασία (1854-1878). Τα νέα εδάφη έχουν συχνά ειδικό καθεστώς και δεν απολαμβάνουν τα προνόμια της ιστορικής Ρωσίας.


Το κόψιμο της γενειάδας που επέβαλε ο Τσάρος Πέτρος και που έγινε το σύμβολο της εσπευσμένης δυτικοποίησης της Ρωσίας όπως απεοκονίζεται σε λαϊκή λιθογραφία.

 

H ιατρική στη Ρωσία κατά τον 19ο αιώνα
Στις αρχές του αιώνα δεν υπάρχουν παρά 1500 περίπου γιατροί σε όλη την αυτοκρατορία (1 για 24.000 κατοίκους). Το ένα τρίτο από αυτούς είναι στρατιωτικοί. Για τους υπόλοιπους, η πελατεία αποτελείται από αριστοκράτες και πλούσιους εμπόρους.
Η κατάσταση βελτιώνεται σταδιακά κατά τη διάρκεια του αιώνα, με την προσθήκη πανεπιστημίων και νοσοκομείων. Ήδη, στα 1917, 1500 νέοι γιατροί παίρνουν το δίπλωμα τους κάθε χρόνο από τα ρωσικά πανεπιστήμια. Όμως, ακόμη στα 1912, 72% των γιατρών δραστηριοποιούνται στις μεγάλες πόλεις (1 για 1450 κατοίκους) και 28% εργάζονται στις επαρχίες (1 για 21.600 κατοίκους)! Οι διαφορές είναι επίσης και γεωγραφικές. Η κυβέρνηση του Arkhangelsk είναι η πιο κακότυχη. Στα 1899, διαθέτει 14 γιατρούς για 373.000 κατοίκους διεσπαρμένους σε 932.500 τετραγωνικά χιλιόμετρα!
Οι ρώσικες ονομασίες της εποχής για το γιατρό είναι είτε lekar (από το γερμανικό liegen - ο φύλακας του κρεβατιού), είτε vratch (από το ρωσικό vrat, που σημαίνει ψεύδομαι). Ο "γιατρός" στα ρωσικά ήταν συνώνυμος του ψεύτη!
Στις αρχές του 19ου αιώνα υπάρχουν δύο κατηγορίες γιατρών, ανάλογα με τους βαθμούς που συγκέντρωσαν για το δίπλωμά τους. Οι καλύτεροι ονομάζονται lekar, ενώ οι υπόλοιποι είναι οι chtab-lekar, ένα είδος "βοηθού-γιατρού". Η διαίρεση αυτή ήταν βέβαια εμπνευσμένη από τη στρατιωτική ιεραρχία και εξαφανίσθηκε γύρω στα 1845, στα πλαίσια της πανεπιστημιακής αναδιοργάνωσης. Έκτοτε, όλοι οι σπουδαστές που συμπλήρωναν επιτυχώς 5 έτη σπουδών ονομάζονταν "γιατροί".
Κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, η ιατρική είναι κατ' ουσίαν αστική και αριστοκρατική υπόθεση. Ακόμη και οι γιατροί των επαρχιακών κωμοπόλεων ασχολούνται με τους γαιοκτήμονες και δε δέχονται να εξετάσουν τους αγρότες ούτε στα ιατρεία τους, ούτε στα σπίτια τους. Οι εξαιρέσεις είναι ελάχιστες και ηρωικές.
Γύρω στα 1860 ξεκινά μία ανθρωπιστική κίνηση "πορείας προς το λαό". Ο φιλελεύθερος άνεμος που φυσά θα φέρει στο προσκήνιο τόσο τους αναρχικούς τρομοκράτες, όσο και τους μειλίχιους σκεπτικιστές. Η ιατρική προσφέρεται από τη φύση της να υπηρετήσει τα ανθρωπιστικά ιδεώδη. Οι ιατρικές σχολές γεμίζουν από νεαρούς γόνους της μικροαστικής τάξης και των εκπεσόντων αριστοκρατών (κυρίως Ουκρανών): παιδιά στρατιωτικών, κληρικών, κοζάκων, εμπόρων. Πριν από το 1861, οι γαιοκτήμονες μπορούσαν να στείλουν στις ιατρικές σχολές προικισμένα παιδιά δουλοπαροίκων τους, με την υποχρέωση για τα τελευταία να προσφέρουν δωρεάν τις ιατρικές τους υπηρεσίες για 6 χρόνια μετά το πτυχίο τους.
Πολλοί Εβραίοι έλκονται από την ιατρική καριέρα, όχι μόνο λόγω παραδοσιακής κουλτούρας, αλλά και επειδή τους απαγορεύεται η ανάληψη διοικητικών καθηκόντων. Η είσοδός τους στα πανεπιστήμια δεν είναι εύκολη. Τα μέτρα χαλαρώνουν μόνο σε περιόδους επιδημιών ή άλλων καταστροφών.
Μετά το 1917 εντείνεται η προλεταριοποίηση του ιατρικού επαγγέλματος. Τα παιδιά των αγροτών και των εργατών αποτελούν το 30% των σπουδαστών της Ιατρο-Χειρουργικής Ακαδημίας της Πετρούπολης στα 1918. Το 1920, το ποσοστό ανεβαίνει στο 62%.
Οι αποδοχές των γιατρών της εποχής είναι μικρές έως μέτριες, μόλις 6 φορές περισσότερο από αυτές των εργατών. Οι υψηλότεροι μισθοί ανήκουν στους πανεπιστημιακούς και στους κρατικούς γιατρούς. Οι εποχές που οι αλλοδαποί γιατροί έκαναν περιουσίες στη ρωσική στέπα έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Τώρα, ο γιατρός ανήκει στη μεσαία τάξη, που οι αριστοκράτες περιφρονούν και οι χωρικοί φοβούνται. Αν και εξασκούν κυρίως την ιδιωτική ιατρική, πολλοί αναζητούν θέσεις μισθωτής εργασίας είτε σε ιδιωτικούς οργανισμούς (εργοστάσια), είτε σε δημόσια ή δημοτικά ιατρεία (zemstvos).
Τα νοσοκομεία είναι στις αρχές του 19ου αιώνα προθάλαμοι των κοιμητηρίων. Κατά τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα, η κατάσταση βελτιώνεται αργά, καθώς ιδρύονται πολλά επαρχιακά νοσοκομεία. Ο Lefebre, Άγγλος γιατρός που δούλεψε στη Ρωσία, μας περιγράφει την κατάσταση σε ένα μοσχοβίτικο νοσοκομείο της εποχής. Οι ασθενείς γίνονταν δεκτοί από τις 9 έως τις 12, κάθε πρωί. Ένας γιατρός επέλεγε ανάμεσά τους τα "πιο ενδιαφέροντα περιστατικά" για νοσηλεία. Ένας εμπειρότερος γιατρός επόπτευε τον πρώτο. Ο ασθενής έκανε το λουτρό του και στη συνέχεια φορούσε το νυχτικό του νοσοκομείου. Πάνω από το κρεβάτι του υπήρχε ένας πίνακας με το όνομά του, την ηλικία, τον ιδιοκτήτη (εάν ήταν σκλάβος), την ημέρα εισόδου και τη διάγνωση. Ο πίνακας χωριζόταν σε τέσσερα μέρη που περιλάμβαναν το ιστορικό, τη φαρμακευτική αγωγή, τους ιατρικούς χειρισμούς που έγιναν και την ενδεδειγμένη διατροφή του ασθενή. Οι γιατροί έκαναν μία ή δύο επισκέψεις, καθημερινά. Ο Lefebre σχολιάζει τις άσχημες οσμές των θαλάμων και την έλλειψη αερισμού.
Κατά τη διάρκεια του 12ου παγκοσμίου συνεδρίου ιατρικής που έγινε στη Μόσχα, στα 1897, το μεγάλο νοσοκομείο της Μόσχας είναι η βιτρίνα της ρωσικής ιατρικής: σύγχρονο, ανακαινισμένο, με κεντρική θέρμανση από κύκλωμα ζεστού νερού, σύστημα αερισμού, ηλεκτρικό φωτισμό, σύστημα αποχέτευσης, μεγάλα αμφιθέατρα και εξοπλισμένα εργαστήρια.
Ο διευθυντής στα ρωσικά νοσοκομεία ήταν ένας από τους διευθυντές των κλινικών του. Είχε μεγάλες ευθύνες και αρμοδιότητες, περιβαλλόταν από μία επιστημονική επιτροπή και ζούσε στο εσωτερικό των εγκαταστάσεων του νοσοκομείου.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1860, οι 34 επαρχιακές διοικήσεις των zemstvos αναλαμβάνουν την ευθύνη 351 νοσηλευτικών ιδρυμάτων (11.500 κρεβάτια) και 53 ασύλων (3500 κρεβάτια). Με λίγες, λαμπρές εξαιρέσεις, τα ιδρύματα αυτά βρίσκονται σε κακή υλικο-τεχνική κατάσταση. Η βελτίωση των υποδομών είναι το πρωταρχικό καθήκον των νέων διοικήσεων. Τα 351 νοσοκομεία του 1870 γίνονται 1.068 κατά το 1890 (26.571 κρεβάτια).

Η ιατρική στη Ρωσία μέσα από τη λογοτεχνία του 19ου αιώνα
Οι απαρχές του 19ου αιώνα βρίσκουν τη Ρωσία ευαίσθητη στον άνεμο του Ρομαντισμού που πνέει ήδη στην Ευρώπη. Η ασθένεια συχνά προσωποποιείται και δαιμονοποιείται και υποκαθιστά τη μορφή του γιατρού στις σχετικές λογοτεχνικές σελίδες.
Ο Alexander Pouchkine (1799-1837) αναδεικνύεται το λογοτεχνικό σύμβολο αυτής της εποχής για τη Ρωσία. Το πλούσιο έργο του παίρνει το μοναδικό ύφος του με τον "Boris Godounov" (1825) και το μέγιστο ύψος του με τους στίχους του "Eugene Oneguine". Στα 1837, ο ποιητής θα πέσει θανάσιμα πληγωμένος σε μία μονομαχία με το Γάλλο D' Anthes. Στο έργο του Pouchkine οι γιατροί κρατούν λίγους, δευτερεύοντες ρόλους. Τον εντυπωσίασε η επιδημία χολέρας που έζησε στα 1830, αποκλεισμένος στο eτήμα του, στο Boldino.
Στο σύντομο δράμα του "Η γιορτή στα χρόνια της πανούκλας" (στίχοι 144-149) διαβάζουμε:

"Η αυτού εξοχότης η πανούκλα,
να μας θερίσει έρχεται ολούθε
κι είναι η σοδειά της μια χαρά-
και μέρα-νύχτα, πλανιέται και αφρίζει,
χτυπάει στα κόκαλα με δυνατές σφυριές.
Τί να κάνουμε ; Πού να κρυφτούμε ;"

Σε ένα αυτοβιογραφικό κείμενο προορισμένο για μία αυτοβιογραφία που δεν πρόλαβε να γράψει, ο ποιητής αναπολεί τις πρώτες εικόνες της χολέρας που τον σημάδεψαν και τις πρώτες πληροφορίες που του έδωσε ένας νεαρός φοιτητής της ιατρικής για την επιδημία ("Η Χολέρα του 1831"):
"Δεν είχα για τη χολέρα παρά μόνο μία φευγαλέα ιδέα, αν και στα 1822 μία Μολδαβή πριγκίπισσα, πνιγμένη στα άσπρα και στα κόκκινα, έπεσε νεκρή μπροστά μου από την αρρώστια... Ο φοιτητής μου εξήγησε ότι η χολέρα είναι ένα επιδημικό κακό, που πλήττει στην Ινδία όχι μόνο τους ανθρώπους, αλλά και τα ζώα και τα φυτά, και που απλώνεται σαν κίτρινη ταινία μέσα απ' τα ποτάμια, και που σύμφωνα με ορισμένους γεννιέται μέσ' στα σάπια φρούτα και ούτω καθ' εξής, όλα αυτά που ακούσαμε καλά από τότε μέχρι κορεσμού... Πέντε χρόνια αργότερα... ξεκίνησα ανέμελος για ένα ταξίδι στους Ασιάτες. Δε φοβούνταν τη πανούκλα, είχαν επαναπαυτεί στη μοίρα και σε μερικές προφυλάξεις, και στη φαντασία μου η χολέρα ήταν για την πανούκλα, ό,τι η ελεγεία για τον διθύραμβο... Στο δρόμο μου, συνάντησα το παζάρι του Αη-Μάκαρου, κυνηγημένο απ' τη χολέρα. Κακόμοιρο παζάρι! Έτρεχε κακήν κακώς σα κυνηγημένη κλέφτρα, χάνοντας στο δρόμο του τη μισή του πραμάτεια, χωρίς να μπορεί να σταθεί λεπτό για να μετρήσει τα κέρδη του!"
Ο Nikolai Gogol (1809-1852) περιέγραψε με σαρκασμό και ευαισθησία το κακό πρόσωπο μιας Ρωσίας που λάτρευε κατά βάθος. Έσβησε μέσα στο μυστικισμό, πολύ νέος, μόλις 43 ετών. Οι γιατροί, σαν τμήμα της ρωσικής κοινωνίας, δεν ξέφυγαν από το στόχαστρό του. Στο αριστούργημά του "Νεκρές Ψυχές" (1842) μιλά για την έπαρση και τον κοινωνικό παραγοντισμό των επαρχιακών επιθεωρητών υγείας.
Στο "Ημερολόγιο ενός τρελού", ο ήρωάς του κατεβαίνει τα σκαλοπάτια της τρέλας και, πιστεύοντας ότι είναι ο βασιλιάς της Ισπανίας, περιγράφει τις απάνθρωπες συνθήκες ενός ψυχιατρικού ασύλου γύρω στα 1835.
"Παράξενη χώρα αυτή η Ισπανία. Μόλις μπήκαμε στο πρώτο δωμάτιο αντίκρισα ένα σμάρι ανθρώπων με ξυρισμένο το κεφάλι... Αυτό που μου έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν η συμπεριφορά του καγγελαρίου της Αυτοκρατορίας: με πήρε απ' το μπράτσο, μ' έσπρωξε σ' ένα μικρό δωμάτιο και μου είπε: "κάτσε εδώ κι έτσι και ξαναπείς ότι είσαι ο βασιλιάς Φερδινάνδος, θα σε κάνω να σου φύγει η όρεξη". Επειδή γνώριζα πως απλώς με δοκίμαζε, απάντησα αρνητικά. Ο καγγελάριος λοιπόν μου 'δωσε δυο ξυλιές στη πλάτη... πόνεσα τόσο που παρά λίγο να φωνάξω..."
Ο Fiodor Dostoievski (1821-1881) ήταν υιός στρατιωτικού γιατρού. Πέρασε μια ζωή με οικογενειακά και προσωπικά δράματα, σημαδεμένη από την επιληψία (κατά τα τελευταία 10 χρόνια της ζωής του πάθαινε τουλάχιστον μία κρίση κάθε μήνα). Αν και σχετικά παραγνωρισμένος όσο ζούσε, θεωρήθηκε κατά τον 20ο αιώνα ως ο αντιπροσωπευτικότερος Ρώσος συγγραφέας της εποχής του. Ο κεντρικός ήρωας του έργου του "Ο ηλίθιος", ο πρίγκιπας Μίσκιν, πάσχει από επιληψία. Οι περιγραφές των κρίσεών του ενδιαφέρουν και σήμερα τους νευρολόγους, επειδή περιγράφουν γλαφυρά την εκστατική αύρα που προηγείται των επιληπτικών σπασμών.
"Σ' εκείνες τις πρώτες στιγμές που περνούν σαν αστραπή, το αίσθημα της ζωής και η συνείδηση συγχέονται μέσα του. Το μυαλό του και η καρδιά του φωτίζονταν από ένα έντονο φως. Όλες οι αισθήσεις του, όλες οι αμφιβολίες του, όλες οι ανησυχίες του γαλήνευαν μεμιάς για να μετατραπούν σε μια παντοδύναμη νηνεμία, φτιαγμένη από πάμφωτη χαρά, ελπίδα κι αρ μονία, που για χάρη της η λογική έσκυβε μέχρι τη βαθύτερη κατανόηση των τελικών ζητημάτων.
Μα αυτές οι μεγαλειώδεις στιγμές ήταν απλώς το πρελούδιο για τη δεύτερη κατάσταση (αυτή η άλλη φάση δε διαρκούσε ποτέ περισσότερο από ένα δευτερόλεπτο) που άρχιζε τη κρίση. Αυτό το δευτερόλεπτο ήταν σίγουρα πέρα από τις δυνάμεις του".
Ο κόμης Leon Tolstoi (1828-1910) αναγνωρίσθηκε σαν συγγραφέας ήδη από τα πρώτα του έργα. Μετά το γάμο του με την κόρη ενός γιατρού, γράφει τα δύο πασίγνωστα μυθιστορήματα - ποταμούς "Πόλεμος και Ειρήνη" (1869) και "Άννα Καρένινα" (1877). Οι σχέσεις του με τους γιατρούς ήταν πλούσιες και συγκρουσιακές. Στο έργο του, οι γιατροί εμφανίζονται αμαθείς, αδύναμοι μπροστά στις σοβαρές ασθένειες που επιβάλλει η παντοδύναμη Φύση.
Στην πραγματική του ζωή, ο Tolstoi έδειξε ενεργό ενδιαφέρον για τα ιατρικά ζητήματα, ιδιαίτερα για την υγιεινή των αγροτών του. Αλληλογραφούσε με πολλούς από τους διάσημους γιατρούς της εποχής του. Η εξαιρετική του παρατηρητικότητα του επέτρεψε να κάνει ακριβείς περιγραφές παθολογικών καταστάσεων, σχεδόν αληθινές παρουσιάσεις περιστατικών (νόσος Gilles de la Tourette, αιμορραγία εγκεφαλικού στελέχους, καρκίνος σώματος παγκρέατος κ.ά.). Στο "Πόλεμος και Ειρήνη" ανακεφαλαιώνει τις ιδέες του για τους γιατρούς και την ιατρική.
Η νεαρή ηρωίδα Natacha Rostova διαλύει τον αρραβώνα της και πέφτει άρρωστη στο κρεβάτι.
"Οι γιατροί που έρχονταν να τη δούνε, άλλοτε χωριστά, άλλοτε σε ομάδες, μιλούσαν πολύ στα γαλλικά, στα γερμανικά και στα λατινικά, κατηγορούσαν ο ένας τον άλλον και συνταγογραφούσαν τα πιο ετερόκλητα φάρμακα για κάθε γνωστή τους πάθηση. Αλλά δεν τους ερχόταν στο πνεύμα αυτή η τόσο απλή ιδέα ότι δε μπορούσαν να γνωρίζουν την αρρώστια της Natacha, ούτε άλλωστε και οποιαδήποτε αρρώστια των ανθρώπων, γιατί καθένας έχει τις ιδιαιτερότητές του και πάσχει πάντοτε από τη δική του αρρώστια, μοναδική, καινούργια, άγνωστη στην ιατρική, και όχι μόνο από μια αρρώστια των πνευμόνων, του ήπατος, του δέρματος, της καρδιάς, των νεύρων κ.λπ. που η ιατρική έχει κατατάξει, αλλά από μια αρρώστια που προκύπτει από αναρίθμητους συνδυασμούς οργανικών διαταραχών. Αυτή η απλή ιδέα ήταν αδύνατο να περάσει απ' το μυαλό των γιατρών (όπως δε μπορεί να περάσει απ' το μυαλό μιας μάγισσας που δεν πιάνουν τα μαγικά της) γιατί ο στόχος τους ήταν ακριβώς να θεραπεύσουν, γιατί έπαιρναν χρήματα απ' αυτό και γιατί είχαν αφιερώσει σ' αυτό τα καλύτερα χρόνια της ζωής τους, κυρίως δε γιατί θεωρούσαν τον εαυτό τους ασυζητητί χρήσιμο."

ΗΟΜΕPAGE