<<< Προηγούμενη σελίδα

Iατροϊστορικά Σύμμεικτα

O Παράκελσος
& η ιατρική επανάσταση
της Aναγέννησης

ALLEN G. DEBUS
Professor of the History of Science and Medicine, University of Chicago
Μετάφραση: Φ. Βλαστός

Ο Παράκελσος (1493-1541), ή ορθότερα ο Theophrastus Phillippus Aureolus Bombastus von Hohenheim,
γεννήθηκε στο Einsiedeln της Ελβετίας στα 1493, ένα χρόνο μετά το πρώτο ταξίδι του Κολόμβου στο νέο κόσμο.
Υπήρξε σύγχρονος του Νικόλαου Κοπέρνικου, του Λούθηρου, του Λεονάρντο Ντα Βίντσι,
των ανθρώπων δηλαδή που θεωρούνται πρόδρομοι της ανάδυσης του σύγχρονου κόσμου.

Στην πραγματικότητα, ο ρόλος του Παράκελσου γι' αυτή την ανάδυση δεν ήταν μικρότερος από το ρόλο των υπολοίπων. Κατά τη διάρκεια της ζωής του ονομάστηκε από τους σύγχρονους του «Λούθηρος της Ιατρικής». Οι επιστημονικές συζητήσεις του τέλους του 16ου αιώνα επικεντρώνονταν συχνότερα στις καινοτομίες του Παράκελσου, παρά στην ηλιοκεντρική αστρονομία του Κοπέρνικου.

Αναγεννησιακός ανθρωπισμός
Πώς θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τον κόσμο μέσα στον οποίο έζησε ο Παράκελσος; Ο σημαντικότερος παράγοντας ήταν ο αναγεννησιακός ανθρωπισμός - ο θαυμασμός της αρχαιότητας σε όλες της τις πτυχές. Οι συγγραφείς προσπάθησαν να γράψουν σε καθαρό λατινικό ύφος για να αντικαταστήσουν τα βάρβαρα λατινικά του Μεσαίωνα. Ταξίδεψαν ψάχνοντας παλαιά χειρόγραφα που ίσως είχαν επιβιώσει σε κάποια μοναστήρια και μελέτησαν ελληνικά ώστε να μπορούν να μεταφράζουν τους θησαυρούς αυτούς του αρχαίου κόσμου. Αυτή η έρευνα για την εργασία των αρχαίων έγινε κατΥ αρχάς αισθητή στη λογοτεχνία, στη ρητορική και στην ιστορία, αλλά από τον ύστερο 15ο αιώνα υπήρξε ένα αυξημένο ενδιαφέρον για τις επιστήμες και την ιατρική. Οι αστρονόμοι και οι μαθηματικοί ερευνούσαν για ένα αξιόπιστο αντίγραφο του έργου του Πτολεμαίου Almagest, καθώς τόσο οι παρατηρήσεις όσο και τα μαθηματικά αυτού του έργου αποτέλεσαν τις βάσεις για το De revolutionibus orbium (1543) του Κοπέρνικου. Στην ιατρική, ο Γαληνός, ο Ιπποκράτης και ο Διοσκουρίδης μεταφράστηκαν εκ νέου από τα ελληνικά. Η επανάκαμψη των αρχαίων ιατρικών κειμένων του Κέλσου επηρέασε σημαντικά την ιατρική ατμόσφαιρα της εποχής επειδή παρουσίαζαν την ιατρική ορολογία στα κομψά λατινικά του πρώτου αιώνα μ.Χ. Πράγματι, για πολλούς ανθρωπιστές, η ανακάλυψη νέων κειμένων ήταν τόσο συναρπαστική όσο και η ανακάλυψη νέων χωρών από τους εξερευνητές της εποχής. Το αποτέλεσμα ήταν η ανανέωση της εμπιστοσύνης στις αλήθειες της αρχαιότητας και η καθεστηκυία ιατρική άρχισε να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα κείμενα του Γαληνού, του «Πρίγκηπος των Ιατρών». Με τις διορθωμένες μεταφράσεις των αρχαίων συγγραφέων και, κυρίως, με την ανακάλυψη χειρογράφων χαμένων για πολλούς αιώνες, φάνηκε πιθανή η αναβίωση των μεγάλων διδαγμάτων της αριστοτελικής φυσικής φιλοσοφίας και της ιατρικής του Γαληνού.
Ωστόσο, η αναβίωση των αρχαίων κλασικών και η μετάφρασή τους δεν περιορίστηκε μόνο στα βιβλία του Αριστοτέλη, του Γαληνού, του Πτολεμαίου και του Διοσκουρίδη. Εκτός από την εργασία πολλών ελασσόνων προσωπικοτήτων, υπήρξαν νέοι χώροι μελέτης που έγιναν προσιτοί στους αναγεννησιακούς ερευνητές.
Σημαντική, μεταξύ αυτών, ήταν η αναβίωση του Corpus Hermeticum, μιας σειράς κειμένων που γράφτηκαν στην Αίγυπτο από τον μυθικό Ερμή Τρισμέγιστο την εποχή περίπου του Αβραάμ, αν και δεν συντέθηκαν σε σώμα παρά κατά την ύστερη αρχαιότητα.
Οι συγγραφείς αυτών των κειμένων άφηναν να εννοηθεί ότι ένας μάγος, ένας αληθινός φυσικός μάγος, θα μπορούσε να κατανοήσει τον άνθρωπο και τον μικρόκοσμο μέσω της μελέτης του μακρόκοσμου, εφόσον ο ένας αποτελούσε τέλεια αναπαράσταση του άλλου. Αρκετοί ιατροί βρήκαν εδώ το βασικό κλειδί για τη δουλειά τους. Αυτή η νέα κλήση για παρατήρηση της φύσης θα μπορούσε να θεωρηθεί και σαν πράξη αφοσίωσης. Οι Χριστιανοί θα μπορούν εφεξής να μελετούν όχι μόνο τις Άγιες Γραφές, αλλά επίσης και το βιβλίο της φύσης, σίγουρα ένα δεύτερο βιβλίο θείας αποκάλυψης.
Ο Ερμής ήταν γνωστός όχι μόνο στους Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά επίσης και σαν μια από τις μεγάλες φιγούρες της αλχημείας. Ακόμη και σήμερα μιλούμε για την ερμητική σφραγίδα στη χημεία. Η παραδοσιακή αλχημεία περιέκλειε την πίστη στη μεταστοιχείωση των βασικών μετάλλων σε χρυσό, αλλά σημαντικότερος ήταν ο διαχωρισμός με χημικά μέσα του καθαρού συστατικού μιας ουσίας από τα ακάθαρτα μέρη του. Μέσω τέτοιων διαδικασιών (συχνά μέσω αποστάξεως), οι αληθινές θείες υπογραφές με τις οποίες ο Δημιουργός είχε σφραγίσει τα γήινα πράγματα (υπογραφές που χάθηκαν κατά τη στιγμή της Πτώσης) θα μπορούσαν να αποκαλυφθούν και πάλι. Με αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσαμε να μάθουμε περισσότερα για τον Δημιουργό μας, ενώ θα αποκτούσαμε και πάλι τα δώρα του μέσω του μόχθου μας.
Ήταν πιθανό να ανακαλύψουμε έτσι ουσίες με φαρμακευτική αξία. Μέχρι το 1500, η επίδραση των νεοανακαλυφθέντων κειμένων οδηγούσε σε δύο διευθύνσεις. Πρώτον, οι φυσικοί φιλόσοφοι και οι ιατροί των σχολών ανέπτυξαν έναν μεγάλο σεβασμό για τον Αριστοτέλη, το Γαληνό και άλλες αρχαίες αυθεντίες. Δεύτερον, η ανακάλυψη του Corpus Hermeticum και άλλων περισσότερο μυστικιστικών κειμένων έφεραν στο επίκεντρο τη φυσική μαγεία, τη σχέση του ανθρώπου με τον μακρόκοσμο, και τοποθέτησαν την αναζήτηση των θείων αληθειών στο επίπεδο της φύσης.
Το πρώτο μονοπάτι οδηγούσε στην αλήθεια μέσω της παραδοσιακής ιατρικής και καλλιέργησε τη σχέση της τελευταίας με τα μαθηματικά και τη φυσική. Το δεύτερο μονοπάτι οδήγησε σε μια περισσότερο μυστικιστική και θρησκευτική βάση για τη γνώση και κατέστησε τη χημεία, το κλειδί για την κατανόηση του ανθρώπου και της φύσης.


Εξώφυλλο βρετανικού μεσαιωνικού βιβλίου με τα άπαντα του Παράκελσου

Παράκελσος
Ενώ ήταν ακόμη νέος, ο Παράκελσος συναντήθηκε με πολλές από τις αντικρουόμενες τάσεις της εποχής του. Ο πατέρας του ήταν ιατρός στο Einsiedeln και στις γύρω πόλεις. Το αγόρι έμαθε ασφαλώς κάποιες ιατρικές πρακτικές στο σπίτι, παρατηρώντας τον πατέρα του. Είναι επίσης πιθανό ότι έμαθε κάποια στοιχεία της παραδοσιακής ιατρικής. Επιπλέον, πήρε από τον πατέρα του κάποια στοιχεία αλχημείας. Στις γύρω πόλεις θα πρέπει να παρατήρησε κάποιες μεταλλουργικές τεχνικές, καθώς επίσης και κάποιες παθήσεις που προσέβαλλαν όσους δούλευαν στα ορυχεία. Παραδοσιακά, λέγεται ότι ο Παράκελσος διδάχτηκε από αρκετούς επισκόπους και το μυστικιστή αββά του Sponheim, Johannes Trithemius. Στα δεκατέσσερα, το αγόρι άφησε το σπίτι του για ν' αρχίσει μια αδιάκοπη περιπλάνηση. Πρέπει να επισκέφθηκε αρκετά πανεπιστήμια, αλλά δεν υπάρχει ένδειξη ότι πήρε κάποιο πανεπιστημιακό τίτλο. Σαν ενήλικας, μάζεψε πρακτική ιατρική εμπειρία δουλεύοντας ως χειρουργός σε στρατιές μισθοφόρων που μάστιζαν την Ευρώπη, σε μια εποχή ατελείωτων πολέμων. Έγραψε ότι επισκέφθηκε τότε τις περισσότερες χώρες της Κεντρικής, της Βόρειας και της Ανατολικής Ευρώπης.
Μόλις κατά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια της ζωής του, οι εγγραφές του για τα ταξίδια του γίνονται ευκρινέστερες. Στα 1527, κλήθηκε στη Βασιλεία, για να θεραπεύσει τον περίφημο ανθρωπιστή εκδότη Johannes Frobenius. Στη Βασιλεία, ο Παράκελσος έδωσε επίσης ιατρικές συμβουλές στον Ολλανδό στοχαστή Έρασμο και ήρθε σε επαφή με μερικούς από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της εκκλησιαστικής Μεταρρύθμισης. Έλαβε τον τίτλο του ιατρού της πόλης και του Καθηγητή της Ιατρικής. Αλλά, αν και του επιτράπηκε να διδάξει στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας, δεν είχε επίσημη θέση στην τοπική ιατρική σχολή.
Σχεδόν αμέσως, ο Παράκελσος έγινε αντικείμενο διαμάχης. Ήρθε σε σύγκρουση με τους συντηρητικούς ιατρούς του πανεπιστημίου και την ημέρα που ανάβουν οι φωτιές του Αγίου Ιωάννη, έριξε στη φωτιά τον Ιατρικό Κανόνα του Αβισσένα. Λίγες μέρες αργότερα, πέθανε ο ασθενής του Frobenius, και αυτό πυροδότησε μια σειρά δικών που τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τη Βασιλεία βιαστικά, αφήνοντας πίσω του ακόμη και τα χειρόγραφά του.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τον βρήκαν να μετακινείται από πόλη σε πόλη. Και πάλι άφηνε συχνά πίσω του τα χειρόγραφά του. Εμφανιζόταν σαν ένας οργισμένος άνθρωπος που ανταγωνιζόταν σκληρά αρκετούς απ' όσους συναντούσε -ακόμη και όσους προσπαθούσαν να τον βοηθήσουν. Κοντά στο τέλος της ζωής του, κλήθηκε στο Salzburg για να θεραπεύσει τον επίσκοπο Ernest του Wittelsbach. Εκεί άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία σαράντα οκτώ ετών.


Μεσαιωνική ξυλογραφία με την προσωπογραφία του Παράκελσου

Η χημική φιλοσοφία
Την εποχή του θανάτου του, ο Παράκελσος φαίνεται ότι ήταν πολύ γνωστός ως ιατρός, αλλά όχι ως συγγραφέας. Είχε δημοσιεύσει πολλούς πανδέκτες και ορισμένες ιατρικές μελέτες, αλλά μόνο ένα σημαντικό κείμενο, το Grosse Wundartzney (1536), που τον επόμενο χρόνο γνώρισε μια δεύτερη έκδοση.
Εδώ εμφανίζεται ως ιατρός που συζητά για τραύματα, έλκη και την θεραπεία τους με καταπλάσματα και βάλσαμα. Ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στα τραύματα από σκόνη πυρίτιδας, απόδειξη του αυξανόμενου ενδιαφέροντος για το θέμα στην πολεμική ατμόσφαιρα του 16ου αιώνα.
Δέκα περίπου χρόνια μετά το θάνατό του, εκδηλώθηκε το ενδιαφέρον των ιατρών για τα κείμενά του, που εκδίδονταν με σχόλια των μεταγενέστερων. Μέχρι το 1570, είχαν εκδοθεί πολλές από τις εργασίες του μαζί με σχόλια των μαθητών του. Σ' αυτές τις εργασίες βρίσκουμε μια μεγάλη πρόκληση στο εκπαιδευτικό κατεστημένο και στις διασυνδέσεις του με τις αρχαίες αυθεντίες. Μερικοί μαθητές του εξέφραζαν την υπερηφάνειά τους για το γεγονός ότι δεν είχαν φοιτήσει σε πανεπιστήμια, αποφεύγοντας έτσι να αποκτήσουν άχρηστη γνώση. Αυτοί στρέφονταν στη δίτομη θεωρία του, ένας συνδυασμός ιερών κειμένων και προσωπικών παρατηρήσεων και εμπειριών. Εδώ εύρισκαν ιδιαίτερα χρήσιμη τη χημεία εφόσον διαχώριζε το καθαρό από το ακάθαρτο. Πέρα από αυτό, η χημεία έγινε η βάση για την ερμηνεία των μακροσκοπικών και των μικροσκοπικών φαινομένων. Ακόμη και ο Δημιουργός απεικονιζόταν σαν ένας θείος αλχημιστής, σε σχόλια για το πρώτο κεφάλαιο της Γένεσης.
Οι μαθητές του Παράκελσου διέφεραν ριζικά από τους αρχαίους ως προς τον τρόπο που συζητούσαν τα μαθηματικά. Στη σύνοψή του της ιατρικής του Παρακέλσου, ο Peter Severinus ανέφερε ότι τόσο η εργασία του Αριστοτέλη, όσο και αυτή του Γαληνού υπονομεύονταν από την υπερβολική έμφαση στη μαθηματική λογική (1571). Η χρήση των βαρών και των μέτρων επιτρεπόταν στον ιατρό, ακόμη και η μυστική χρήση των αριθμών όπως διδάσκεται από τα ερμητικά κείμενα, αλλά όχι η λογική και γεωμετρική χρήση των μαθηματικών. Ακόμη περισσότερο αποδεκτή ήταν η αναλογία μεταξύ μεγάκοσμου και ανθρώπου, που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως οδός αληθείας. Ο Παράκελσος έγραψε ότι «ό,τι η αστρονομική θεωρία έχει ερευνήσει σε βάθος με πίνακες, αστρονομικές θεωρίες και τα λοιπά, αυτή η ίδια γνώση πρέπει να είναι ένα μάθημα για σας ως προς την κατασκευή και λειτουργία του σώματος».
Ένας άλλος στόχος της επίθεσης του Παράκελσου ήταν το αρχαίο σύστημα των στοιχείων, δηλαδή της γης, του αέρα, του νερού και της φωτιάς με τις συνεπακόλουθες ιδιότητες και τους χυμούς τους. Επρόκειτο για πολύπλοκο σύστημα, αλλά εξίσου εύθραυστο, εφόσον η απόρριψη έστω και ενός στοιχείου κατέληγε στην αποδόμηση του συνόλου. Οι μαθητές του Παράκελσου έλεγαν ότι πουθενά στις Ιερές Γραφές δεν υπάρχει αναφορά στην δημιουργία της φωτιάς και συνεπώς αυτή δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως βασικό στοιχείο. Ωστόσο, τα τέσσερα στοιχεία δεν απορρίπτονταν κατηγορηματικά από όλους. Στη διαδρομή του 17ου αιώνα, εμφανίσθηκε ένα σύστημα πέντε στοιχείων από τις εργασίες των χημικών και των χημικών-ιατρών.
H στοιχειακή θεωρία ήταν μόνο μια άποψη του ενδιαφέροντος για τον μακρόκοσμο. Εάν η δημιουργία του κόσμου έπρεπε αρχικά να κατανοηθεί σαν μια αλχημιστική διαδικασία αποχωρισμού από το χάος, τότε θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν αυτές οι αναλογίες και για τις γεωκοσμικές ερμηνείες. Η απόσταξη ήταν το πρότυπο που εφαρμόσθηκε για την ερμηνεία της βροχής, των ηφαιστειακών εκρήξεων και την προέλευση των ορεινών χειμάρρων. Πράγματι, η ίδια η γη αποτελούσε έναν τεράστιο ασκό απόσταξης, με ένα πυρακτωμένο κέντρο που θέρμαινε τις υπόγειες δεξαμενές και τη λάβα, ουσίες που μπορούσαν να εκτοξευθούν από την επιφάνειά της.
Πάντως, αν και οι μαθητές του Παράκελσου απέρριπταν το μεγαλύτερο μέρος από τις αρχαίες θεωρίες, παρέμεναν ωστόσο προσδεμένοι σε μια βιταλιστική αντίληψη περί του κόσμου. Τα μέταλλα προέρχονταν από το έδαφος από μια ένωση μιας αστρικής σκόνης με το κατάλληλο υπόστρωμα. Το προκύπτον έμβρυο ωρίμαζε στα σπλάγχνα της γης, όπως συμβαίνει στην εγκυμοσύνη. Το ζωτικό πνεύμα ήταν απαραίτητο τόσο για τον οργανικό, όσο και για τον ανόργανο κόσμο. Στα τέλη του 16ου αιώνα, αυτό το πνεύμα είχε ταυτοποιηθεί ως αέριο νίτρο. Για να υποκαταστήσουν το αρχαίο σύστημα, ο Παράκελσος και οι μαθητές του έψαχναν εντατικά για ένα άλλο παγκόσμιο σύστημα, βασισμένο στην αναλογία μακροκόσμου - μικροκόσμου. Η χημεία έπρεπε να είναι το κλειδί αυτής της νέας φιλοσοφίας που ο άνθρωπος έπρεπε να αποκαλύψει μέσω νέων παρατηρήσεων και της αναζήτησης της θείας υπογραφής. Αυτό ήταν αναπόφευκτο εφόσον η γνώση του μακρόκοσμου οδηγούσε στα μυστήρια του ανθρώπου. Σε όλα αυτά υπήρχε ασφαλώς μια πρακτική πλευρά. Το Grosse Wundartzney ήταν ένα βιβλίο που αναφερόταν τόσο σε ειδικά ιατρικά προβλήματα, όσο και στην παρασκευή εμπλάστρων και καταπλασμάτων που χρησιμοποιούνταν ευρύτατα, ακόμη και μεταξύ εκείνων που απέρριπταν τις κοσμολογικές απόψεις του Παράκελσου. Τα κεφάλαια για τη θεραπεία των τραυμάτων από πυροβολισμό αποκάλυπταν ένα αυξανόμενο πρόβλημα της ιατρικής του 16ου αιώνα. Αλλά ο Παράκελσος ενδιαφερόταν και για άλλα προβλήματα. Στο Von der Bergsucht oder Bergkranckheiten drey Bucher (1533-34) υπάρχει η πρώτη ολοκληρωμένη αναφορά στις νόσους των μεταλλωρύχων. Πράγματι, αυτό ήταν το πρώτο βιβλίο που αφορούσε τις επαγγελματικές ασθένειες. Και στην αναφορά του στη σύφιλη, στα Vom Holtz Guaiaco grundlicher heylung (1529) και Von der Franzosischen Κranckheit Drey Bucher (1530) κατακρίνει τις μεθόδους της εποχής που εφήρμοζε η λαϊκή ιατρική.
Η χρήση της χημείας και των χημικών αναλογιών ήταν ιδιαίτερα ενοχλητικές για την ιατρική κοινότητα της εποχής. Σαν παράδειγμα, μπορεί κανείς να αναφέρει την άποψη του Παράκελσου ότι κάθε όργανο του σώματος δρα σαν αλχημιστικό εργαστήριο που διαχωρίζει το καθαρό από το ακάθαρτο. Έτσι, διατηρείται η υγεία του οργανισμού. Η νόσος προκύπτει όταν η οδηγός δύναμη σε ένα όργανο αποτυγχάνει στο έργο της και συσσωρεύονται τοξικές ουσίες. Για παράδειγμα, αναφέρονται οι ταρταρικές νόσοι, όπου συσσωρεύονται άλατα στους νεφρούς ή στην κύστη ή η φυματίωση των πνευμόνων.
Oι βασικές θέσεις εντόπισης των νόσων σύμφωνα με τους μαθητές του Παράκελσου διέφεραν από την περί χυμών θεωρία του Γαληνού. Η απόρριψη της ιατρικής των χυμών ήταν μια πραγματική επανάσταση. Το ίδιο ισχύει για τις θεραπευτικές μεθόδους. Οι οπαδοί της ιατρικής του Γαληνού υποστήριζαν ότι τα αντίθετα θεραπεύουν. Δηλαδή, ότι μια νόσος συγκεκριμένης ποιότητας και συγκεκριμένης βαρύτητας μπορούσε να θεραπευτεί με ένα φάρμακο αντίθετης ποιότητας. Οι μαθητές του Παράκελσου στράφηκαν περισσότερο προς την παραδοσιακή ιατρική υποστηρίζοντας ότι ένα δηλητήριο που κυκλοφορεί στον οργανισμό μπορεί να εξουδετερωθεί με ένα παρόμοιο δηλητήριο. Και όταν οι οπαδοί του Γαληνού κατηγορούσαν τους οπαδούς του Παράκελσου σαν στυγνούς δολοφόνους ανθρώπων, εκείνοι απαντούσαν ότι τα φάρμακά τους ήσαν ασφαλή επειδή έχουν τροποποιηθεί χημικά και υπήρχε προσοχή στη χορηγούμενη δόση.
Αυτοί οι μεταρρυθμιστές της ιατρικής όχι μόνο πρότειναν μια νέα θεραπευτική προσέγγιση, αλλά άνοιγαν ταυτόχρονα ένα νέο χώρο ιατρικής σκέψης. Παλαιότερα, ελάχιστα μέταλλα και ανόργανα υλικά χρησιμοποιούνταν στη θεραπευτική, εφόσον ο κύριος όγκος των παραδοσιακών φαρμάκων προερχόταν από ουσίες φυτικής προέλευσης. Αυτή η ασυμμετρία διορθώθηκε με τον Παράκελσο, που διακήρυττε ότι οι νέες και επιθετικές ασθένειες, όπως η σύφιλη, απαιτούν φάρμακα ισχυρότερα από τα παραδοσιακά βότανα. Η χορήγηση ενώσεων των μετάλλων ήταν γι' αυτόν ουσιώδης. Τις χρησιμοποιούσε σαν καθαρτικά και εμετικά φάρμακα. Σε μερικές περιπτώσεις, τα φάρμακα αυτά αποδεικνύονταν πράγματι περισσότερο «ισχυρά» από το επιθυμητό και ενδέχεται να φόνευαν τον ασθενή. Όταν εξετάζουμε βιβλία χημείας και φαρμακοποιίας της εποχής, συναντούμε πράγματι ενώσεις του υδραργύρου, του μολύβδου, του αρσενικού και του αντιμονίου που σήμερα θεωρούνται τοξικές και αποφεύγονται.



Το αυξανόμενο ενδιαφέρον για τις εργασίες του Παράκελσου, που εκδηλώθηκε στο τρίτο τέταρτο του 16ου αιώνα, οδήγησε σε πολλές δημοσιεύσεις, μεταφράσεις και σχετικά σχόλια.
Ήταν τότε επίκαιρο το ζήτημα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, της σχέσης της θρησκείας με την επιστήμη και την ιατρική και η σχετικότητα της αυθεντίας της αρχαίας ιατρικής ενώπιον των νέων επιστημονικών παρατηρήσεων. Ο ρόλος της χημείας σε όλα αυτά ήταν κρίσιμος. Ο Peter Severinus προσπάθησε να αποδείξει την ανωτερότητα του Παράκελσου έναντι του Γαληνού στο σημαντικό έργο του Idea medicinae philosophicae (1571), ενώ ο Thomas Erastus εξήρε την ανωτερότητα του Αριστοτέλη και του Γαληνού και καταδίκασε τους νεωτερισμούς του Παράκελσου στο Disputationes de medicina nova Paracelsi (1572-1574). Αυτά δεν είναι παρά δύο παραδείγματα της γραπτής σύγκρουσης που διήρκεσε για περισσότερο από έναν αιώνα.
Ήδη όμως από την αρχή υπήρχαν και εκείνοι που ήθελαν να ακολουθήσουν μια μέση οδό. Ο Albertus Wimpenaeus από το Μόναχο έγραψε το De concordia Hippocraticorum et Paracelsistarum στα 1569, όπου παραδέχεται ότι ενώ ακολούθησε τον Παράκελσο σε μερικά ζητήματα, σε άλλες περιπτώσεις προτίμησε τις συμβουλές των αρχαίων δασκάλων. Σπουδαιότερη ακόμη είναι η περίπτωση του Johannes Guinter από το Andernach, ο οποίος άρχισε, οψίμως στη ζωή του, τη μελέτη των κειμένων του Παράκελσου. Στο ογκώδες έργο του De medicina veteri et noua (1571), o Guinter ασπάζεται μεν την αρχαία ιατρική θεωρία, αλλά προσπαθεί να την συμβιβάσει με τις νεότερες τάσεις. Έγραψε ότι ο ίδιος ο Παράκελσος ήταν υπερόπτης, αλλά τα χημικά παρασκευάσματά του είχαν κάποια θεραπευτική αξία. Προσπάθησε να αναδείξει τις ομοιότητες μεταξύ των στοιχείων του Αριστοτέλη και των αρχών του Παράκελσου και προσέθεσε ότι οι αναλογίες μικροκόσμου-μακροκόσμου είχαν χρησιμοποιηθεί τόσο από τους αρχαίους, όσο και από τον Παράκελσο. Η θεραπεία με τα όμοια δεν διέφερε κατά βάθος από την θεραπεία με τα αντίθετα. Οι εργασίες των Severinus, Erastus, Wimpenaeus και Guinter δίνουν κάποια εικόνα του εύρους των απόψεων που αναπτύχθηκαν γύρω στα 1570. Ο τόνος της αντιπαράθεσης έγινε πολύ οξύτερος τις επόμενες δεκαετίες.
Στη Γαλλία, η εσωτερική χρήση του αντιμονίου διαφημιζόταν σαν αποτελεσματικό καθαρτικό -και κυρίως σαν φάρμακο του Παράκελσου- από το 1560. Η συντηρητική Ιατρική Σχολή των Παρισίων αντέδρασε άμεσα, δηλώνοντας ότι το αντιμόνιο σε οποιαδήποτε μορφή είναι ένα επικίνδυνο δηλητήριο που δεν θα έπρεπε να εισέρχεται στον οργανισμό (1566). Με μια σειρά διαταγμάτων και δικών, η ισχυρή αυτή επιστημονική αρχή προσπάθησε να απαγορεύσει κάθε χρήση της χημείας στην ιατρική. Ωστόσο, οι εκδότες συνέχισαν να εκδίδουν βιβλία που ευνοούσαν την διάδοση της ιατρικής χημείας, και με τα πρώτα χρόνια του νέου αιώνα εμφανίστηκαν μαθήματα φαρμακευτικής χημείας στο Πανεπιστήμιο των Παρισίων. Στα 1630, η Ιατρική Σχολή εξανάγκασε τον Theophraste Renaudot να κλείσει το εργαστήριό του, όπου παρασκεύαζε χημικά φάρμακα. Αλλά η ίδρυση στα 1641 του Jardin des Plantes επανέφερε το θέμα της διδασκαλίας της χημείας. Αν και η Ιατρική Σχολή κέρδισε αλλεπάλληλες δίκες, ελάχιστα μπορούσε να πράξει για να εμποδίσει την εξάπλωση των χημικών θεραπευτικών μέσων, που έγινε του συρμού μεταξύ των νεότερων ιατρών. Μετά τον Λουδοβίκο ΧΙV, που θεραπεύτηκε με καθαρτικά αντιμονίου (1658), το τέλος πλησίαζε. Μια ολομέλεια της Ιατρικής Σχολής στα 1666 κατέληξε σε μια πλειοψηφία που δεχόταν το αντιμόνιο σαν καταξιωμένο καθαρτικό, και έκτοτε εμφανίστηκε ελάχιστη αντίσταση στη χρήση χημικών θεραπευτικών σκευασμάτων παράλληλα με τα παραδοσιακά φάρμακα στη Γαλλία.
H αγγλική αντίδραση στην ανατέλλουσα ιατρική χημεία επηρεάστηκε από τη Γαλλία. Όπως στη Γαλλία, η πρώτη αγγλική αναφορά στον Παράκελσο εμφανίζεται στα 1560. Εδώ βρίσκουμε τους συγγραφείς να ζουν στην Ελβετία κατά τη διάρκεια της πολυτάραχης βασιλείας της Ρωμαιοκαθολικής βασίλισσας Mary. Αλλά, αν το Ιατρικό Κολέγιο του Λονδίνου ήταν αρχικά εχθρικό στους χημικούς, αυτή η στάση σταδιακά διαφοροποιήθηκε. Κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1580 σχεδιάστηκε μια επίσημη φαρμακοποιία που επρόκειτο να περιλάβει και ένα μέρος για τα χημικά παρασκευαζόμενα φάρμακα. Ο Thomas Moffett που έλαβε τον ιατρικό του τίτλο στη Βασιλεία και ήταν φίλος του Peter Severinus τέθηκε επικεφαλής αυτού του μέρους εφόσον είχε ήδη συγγράψει ένα κείμενο υπεράσπισης της χημικής ιατρικής (De Jure et Praestantia Chemicorum Medicamentorum, 1584). Αν και το σχέδιο εγκαταλείφθηκε στιγμιαία, υπάρχουν ενδείξεις αυξανόμενου ενδιαφέροντος για την αξία της χημείας. Ο R. Bostocke έγραψε μια απολογία για το σύνολο του συστήματος του Παράκελσου στα 1585, με αναφορές σε συγκεκριμένα παρασκευάσματα του Παράκελσου. Το ίδιο έπραξαν και αρκετοί ελισαβετιανοί χειρουργοί.
Μετά την αλλαγή του αιώνα, η Ιατρική Σχολή των Παρισίων πέρασε στην επίθεση για ακόμη μια αφορά, αυτή τη φορά εναντίον ιατρών όπως ο Joseph Duchesne (Quercetanus) και ο Theodore Turquet de Mayerne. Ο Turquet μάλιστα αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα για το Λονδίνο, όπου αναζωπύρωσε το κοιμισμένο σχέδιο του Λονδρέζικου Κολεγίου περί φαρμακοποιίας. Ο πρόλογος της Pharmacopoeia Londinensis (1618) που σίγουρα γράφτηκε από τον Turquet αναφέρει μεταξύ των άλλων: «δοξάζουμε την χιλιόχρονη εμπειρία των αρχαίων και γι' αυτό τοποθετήσαμε τα φάρμακά τους στην αρχή του παρόντος έργου, αλλά από την άλλη πλευρά, δεν θα αποκρύψουμε να νέα φάρμακα των πλέον πρόσφατων χημικών και τους αφιερώνουμε χώρο στη συνέχεια, έτσι ώστε να αποτελέσουν βοηθό στην δογματική ιατρική, καθώς μπορεί και να δρουν επιβοηθητικά προς τα κλασικά φάρμακα».
Εντέλει, αν και το ενδιαφέρον για την χημική ιατρική αρχικά εμφανίσθηκε στην Ελβετία και στη Γερμανία, διαδόθηκε ταχύτατα στην Αγγλία, στη Γαλλία και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη, κατά τα τέλη του 16ου και τις αρχές του 17ου αιώνα.
Η σχετική γνώση έφθασε και μέχρι την Οθωμανική αυτοκρατορία, όπου εμφανίσθηκε ένα αραβικό έργο του Salih Ibn Nasrallah Ibn Sallum με τον τίτλο «Νέα Χημική Ιατρική του Παράκελσου», όχι αργότερα από το 1640.

 


ΗΟΜΕPAGE