<<< Προηγούμενη σελίδα

Kοκκιωμάτωση Wegener's &
Oυρογεννητικό σύστημα

K. MΠOYPOΠOYΛOΣ
Oυρολογική Kλινική Γενικού Nοσοκομείου Άρτας

 

H κοκκιωμάτωση WegenerΥs (WG) είναι μια νεκρωτική αγγειίτιδα που συνηθέστερα προσβάλλει το ανώτερο αναπνευστικό (74%), τους πνεύμονες (70%), και τους νεφρούς (46%), με την μορφή εστιακής σπειραματονεφρίτιδας, αλλά μπορεί να προσβληθεί οποιοδήποτε όργανο του σώματος[1]. H αληθινή συχνότητα της νόσου είναι δύσκολο να εκτιμηθεί, η προσβολή των δύο φύλων είναι περίπου ίδια και η μέση ηλικία έναρξης της είναι τα 40 έτη[2].
Tο κύριο παθολογοανατομικό χαρακτηριστικό της νόσου είναι η νεκρωτική αγγειίτιδα των μικρών αρτηριών και φλεβών, μαζί με τον σχηματισμό ενδοαγγειακού κοκκιώματος. Συνήθως οι κλινικές εκδηλώσεις είναι από το ανώτερο και κατώτερο αναπνευστικό, όπως παραρρινοκολπίτιδα, σοβαρή μέση ωτίτιδα, εξελκώσεις στον βλεννογόνο της ρινός, δύσπνοια, αιμόπτυση και βήχας με την πνευμονική συμμετοχή στη νόσο. Άλλα όργανα που συμμετέχουν συνήθως είναι το μάτι, το δέρμα, το κεντρικό νευρικό και η καρδιά[3]. H νεφρική συμμετοχή συχνά κυριαρχεί στην κλινική εικόνα και είναι υπεύθυνη για την θνητότητα της νόσου. H προσβολή του νεφρού συνήθως χαρακτηρίζεται από εστιακή σπειραματονεφρίτιδα που μπορεί να μετατραπεί σε ταχέως εξελισσόμενη, με σχηματισμό μηνοειδών εναποθέσεων[3].
Ωστόσο μερικές φορές δεν έχουμε την εκδήλωση τυπικής σπειραματονεφρίτιδας, αλλά μόνο την παρουσία ενός ήπιου νεφριτικού συνδρόμου με πρωτεϊνουρία, αιματουρία και κυλίνδρους στα ούρα. Eπίσης υπάρχουν και συστηματικά συμπτώματα όπως καταβολή, ανορεξία, απώλεια βάρους και αρθραλγία.
H ανοσοπαθογένεια της νόσου δεν είναι ξεκάθαρη, αν και η συμμετοχή του αναπνευστικού υποδηλώνει αντίδραση υπερευαισθησίας σε εξωγενές ή ενδογενές αντιγόνο που εισέρχεται, ή αποικεί το ανώτερο αναπνευστικό. O ρόλος των κυκλοφορούντων ή εναποτιθέμενων ανοσοσυμπλεγμάτων στην παθογένεια της νόσου είναι αμφιλεγόμενος. Mεγάλο ποσοστό αυτών των ασθενών έχουν αναπτύξει αντιπολυμορφοπυρηνικά κυτταροπλασματικά αντισώματα (ANCA)[4]. Άλλα εργαστηριακά ευρήματα στην νόσο είναι η αύξηση της ταχύτητας καθίζησης και των γ-σφαιρινών (κυρίως της IgA), και η μικρή αύξηση του ρευματοειδούς παράγοντα. H διάγνωση γίνεται με βιοψία του προσβεβλημένου οργάνου και προσδιορισμό του τίτλου των ANCA. Πριν την εισαγωγή αποτελεσματικής θεραπείας η πρόγνωση ήταν γενικά κακή, αφού το 90% των ασθενών πέθαιναν μέσα σε 2 χρόνια. H συνδυασμένη χορήγηση υψηλών δόσεων κορτικοειδών και κυκλοφωσφαμίδης βελτίωσε κατά πολύ την επιβίωση[3]. Eναλλακτική θεραπεία για ασθενείς που δεν ανέχονται την κυκλοφωσφαμίδη, είτε λόγω σοβαρής κυστίτιδας, είτε λόγω ουδετεροπενίας, είναι η μεθοτρεξάτη[5]. Eπίσης η αζαθειοπρίνη έχει αποδειχθεί αποτελεσματική για την διατήρηση της υφέσεως της νόσου μετά από χορήγηση κυκλοφωσφαμίδης. Όπως προκύπτει από την βιβλιογραφία οι εκδηλώσεις της WG από το ουρογεννητικό λίγες φορές έχουν περιγραφεί. Παλαιότερα η συμμετοχή του ουρογεννητικού στη WG θεωρείτο σπάνια και καμία ουρολογική εκδήλωση της νόσου δεν είχε αναφερθεί. Συμπτωματικές εκδηλώσεις συμμετοχής του ουρογεννητικού συναντώνται τουλάχιστον σε ποσοστό 10%[6]. Mερικές φορές η πρώτη εκδήλωση μπορεί να είναι από αυτό ή να είναι το πρώτο σύμπτωμα υποτροπής της νόσου που βρισκόταν σε ύφεση μετά την φαρμακευτική θεραπεία.
Oξεία ή χρόνια προστατίτιδα είναι η πιο συχνή εκδήλωση, με κυστικά αποφρακτικά ενοχλήματα, μακροαιματουρία και οξεία επίσχεση, ενώ συχνά συνυπάρχουν ένα ήπιο εμπύρετο και μικρή απώλεια βάρους[7]. O προστάτης συμμετέχει σε ποσοστό 2,3 - 7,4%[8]. Στους ασθενείς που βρέθηκε συμμετοχή του προστάτη στη νόσο, το 28% ήταν εντελώς ασυμπτωματικοί, το 20% παρουσίασαν μακροσκοπική αιματουρία, το 32% είχαν χρόνια αποφρακτικά συμπτώματα και το 20% παρουσίασε οξεία επίσχεση ούρων[9]. Tο PSA συνήθως εμφάνιζε μικρή αύξηση[8]. Στη φυσική εξέταση ο αδένας ήταν αυξημένος σε μέγεθος, με υπόσκληρες περιοχές, μιμούμενος νεόπλασμα, ενώ σπανιότερα είναι δυνατό να δημιουργηθεί προστατικό απόστημα. Στην ουρηθροσκόπηση βλέπουμε αιμορραγικά ιστικά ράκη στην προστατική ουρήθρα. Mετά την διορθική βιοψία ή την διουρηθρική εκτομή, τίθεται ιστολογικά η διάγνωση της νεκρωτικής κοκκιωματώδους προστατίτιδας με την παρουσία ιστιοκυττάρων, γιγαντοκυττάρων και αγγειίτιδας των μικρού και μέσου μεγέθους αγγείων. H τοποθέτηση υπερηβικής κυστεοστομίας είναι προτιμότερη, αφού πολλές φορές τα κυστικά αποφρακτικά κι ερεθιστικά συμπτώματα δεν βελτιώνονται μετά την TUR-P6. H αφαίρεση της κυστεοστομίας είναι δυνατή συνήθως μέσα στον πρώτο μήνα αφού βέβαια ακολουθηθεί και η φαρμακευτική αγωγή για τη νόσο6. Tο διορθικό υπερηχογράφημα είναι η καλύτερη μέθοδος για την εκτίμηση της απόκρισης στη θεραπεία[10].
Mια αιφνίδια αποφρακτική ανουρία, σε συνδυασμό με ένα ήπιο εμπύρετο, μπορεί να είναι η πρώτη εκδήλωση της νόσου από αμφοτερόπλευρη ουρητηρική στένωση, ενώ μονόπλευρη απόφραξη μπορεί να μιμηθεί τυπικό κολικό του νεφρού[6,11,12]. H αγγειίτιδα οδηγεί σε ουρητηρική ισχαιμία και φλεγμονή, με αποτέλεσμα ουρητηρίτιδα, ίνωση και νέκρωση. O τύπος των στενώσεων ποικίλει, μπορεί να είναι μονήρεις και σε περιορισμένο μήκος, ή πολλαπλές και να καταλαμβάνουν μεγάλο μήκος, μονόπλευρες ή αμφοτερόπλευρες. Περιγράφονται δε στην βιβλιογραφία με την μορφολογία "σειράς μαργαριταριών" (string of pearls). To μέσο τριτημόριο του ουρητήρα είναι πιο επιρρεπές στην ισχαιμία λόγω φτωχότερης αιμάτωσης. H ανάπτυξη οπισθοπεριτοναϊκού κοκκιώματος με την μορφή "ψευδοόγκου" και οπισθοπεριτοναϊκής ίνωσης έχει αναφερθεί από περιουρητηρική φλεγμονή[6]. H αφαίρεση των double J ουρητηρικών stents μπορεί να επιτευχθεί μετά από 1-2 μήνες φαρμακευτικής θεραπείας, ενώ σπανιότερα χρειάζεται ουρητηρόλυση.
H νόσος στην ουροδόχο κύστη μπορεί να εκδηλωθεί σαν σοβαρή οξεία αιμορραγική ή χρόνια κυστίτιδα, με ανάπτυξη συνδετικού ιστού και ίνωσης και συμμετοχή του ενδοκυστικού τμήματος του ουρητήρα[13]. Δημιουργία κυστεοκολπικών συριγγίων από WG εντοπισμένη μόνο στην ουροδόχο κύστη έχει αναφερθεί σε ασθενείς που είχαν υποστεί αρχικά και αποτυχημένες χειρουργικές επεμβάσεις για αυτά6. Eπίσης, σπανιότερα η νόσος μιμείται νευρογενή κύστη και εκδηλώνεται με οξεία επίσχεση[14]. Στις απεικονιστικές μεθόδους και στην κυστεοσκόπηση φαίνεται ανώμαλη πάχυνση του τοιχώματος και η εμφάνιση νεκρωτικής πολυποειδούς μάζας με εικόνα "ψευδοόγκου", ενώ μετά την διουρηθρική εκτομή είναι ιστός με ίνωση και νεκρωτική αγγειίτιδα[6].
H νόσος εκδηλώνεται στην ουρήθρα με την ανάπτυξη πυωδών περιουρηθρικών φλεγμονωδών μαζών, με νέκρωση του βλεννογόνου και σχηματισμό συριγγίων[15]. Aναφέρεται περίπτωση με αρχικές κλινικές εκδηλώσεις στην ουρήθρα, ανάπτυξη στενωμάτων και αντιμετώπιση του ασθενούς με διαστολές, ενώ μετά από λίγα χρόνια που η νόσος έγινε συστηματική τέθηκε η σωστή διάγνωση[15]. Oι νεκρωτικές βλάβες στην ουρήθρα μπορεί να είναι εκτεταμένες και να προσβληθούν και τα σηραγγώδη, με απώλειες ιστού που μπορεί να οδηγήσουν σε ακρωτηριασμό του πέους[6]. H αξονική και η μαγνητική τομογραφία δείχνουν το μέγεθος και την κατανομή της φλεγμονώδους αντίδρασης, ενώ η ενδοφλέβιος ουρογραφία δείχνει ανύψωση της βάσης της ουροδόχου κύστεως από γειτονικές φλεγμονώδεις μάζες[16]. Yπάρχουν αναφορές για την συμμετοχή των σπερματοδόχων κύστεων και του δέρματος της ακροποσθίας, με την ανάπτυξη ανώδυνων εξελκώσεων και σύστοιχης βουβωνικής λεμφαδενοπάθειας. Eπίσης, συμμετοχή του όρχεως με την μορφή μονόπλευρης ανώδυνης διόγκωσης έχει αναφερθεί6. Λιγότερο συχνά και σε ποσοστό περίπου 1% προσβάλλονται ο τράχηλος της μήτρας και ο κόλπος[17]. Περιγράφονται περιπτώσεις με επίμονη κολπική έκκριση και βάρος στο περίνεο, που μερικές φορές συνοδευόταν με νεκρωτικές βλάβες στην ουρήθρα και τα μεγάλα χείλη του αιδοίου[17]. Στη γυναικολογική εξέταση φάνηκαν οζώδεις βλάβες στον τράχηλο της μήτρας και στο κολπικό τοίχωμα και η βιοψία ανέδειξε νεκρωτική κοκκιωματώδη φλεγμονή.
Σαν συμπέρασμα, η WG είναι μια συστηματική νόσος που συνήθως προσβάλλει το αναπνευστικό και τους νεφρούς, χωρίς όμως να περιορίζεται σε αυτά τα όργανα, αφού μπορεί να έχουμε συμμετοχή και του υπόλοιπου ουρογεννητικού. Kυρίως προσβάλλεται ο προστάτης, αλλά η ουροδόχος κύστη, οι ουρητήρες και η ουρήθρα μπορεί να συμμετέχουν. Tα κυστικά αποφρακτικά συμπτώματα και η αιματουρία μπορεί να προηγούνται της έναρξης της συστηματικής νόσου και να κυριαρχούν αρχικά στην κλινική εικόνα.


Bιβλιογραφία
1. De Remee RA, McDonald TJ, Harisson EG, Coles DT. WegenerΥs granulomatosis: anatomic correlates, a proposed classification. Mayo Clin proc 1976; 51:777.
2. Hoffman GS, et al. WegenerΥs granulomatosis: An analysis of 158 patients. Ann Intern Med 1992; 116:488.
3. Fauci AS. The Vasculitis Syndromes. In: HarrisonΥs. Principles of Internal Medicine. Mc Graw-Hill, New York, 1998; 319:1914-6.
4. Kerr G, et al. Limited prognostic value of changes in antineutrophil cytoplasmic antibody titer in patients with WegenerΥs granulomatosis. Arthritis Rheum 1993; 36:365.
5. Sneller MC, et al. An analysis of forty-two WegenerΥs granulomatosis patients treated with methotrexate and prednisone. Arthritis Rheum 1995; 38:608.
6. Huong Du Le Thi, Papo T, et al. Urogenital manifestations of WegenerΥs granulomatosis. Medicine 1995; 74(3):152-61.
7. Yalowitz PA, et al. WegenerΥs granulomatosis involving the prostatic gland: report of a case. J Urol 1996; 96:801.
8. Stillwell TJ, et al. Prostatic involvement in WegenerΥs granulomatosis. J Urol 1987; 138:1251-3.
9. Middleton G, Karp D, Lee E, Cush J. WegenerΥs granulomatosis is presenting as a lower back pain with prostatitis and ureteral obstruction. J Rheum 1994; 21(3):566-9.
10. Menown IB, et al. Detection and follow-up of WegenerΥs Prostatitis by transrectal ultrasound. (Letters to the Editor). Br J Rheum 1998; 37(7):805-6.
11. Ronco P, Mignon F, et al. Ureteral stenosis in WegenerΥs granulomatosis: Report of a case. Nephron 1982; 30:201-4.
12. Metselaar HJ, et al. Ureteral obstruction as a complication of WegenerΥs granulomatosis. Eur Urol 1985; 11:63-4.
13. Hansen BJ, Horby J, Hansen HJ: WegenerΥs granulomatosis in the bladder. Br J Urol 1990; 65:108-9.
14. Hazzan M, et al. Manifestations uroloqiques en cour dΥune maladie de Wegener. Ann Med Interne 1991; 320:319-20.
15. Davenport A, Downey SE, et al. WegenerΥs granulomatosis involving the urogenital tract. Br J Urol 1996; 78:354-7.
16. St Amour T, Miller D. Voiding symptoms and periurethral mass. Urol Radiol 1986; 8:219.
17. Stone JH, Millward CL, Criswell LA. Two Genitourinary Manifestations of WegenerΥs granulomatosis. J Rheum 1997; 24(9):1846-8.

 

ΗΟΜΕPAGE