<<< Προηγούμενη σελίδα

ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΜΑΣΤΟΥ ΚΑΙ ΚΥΗΣΗ - ΛΟΧΕΙΑ

Θεόδωρος Παυλής

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ο σκοπός της εργασίας αυτής είναι, με τις σύγχρονες ιατρικές αντιλήψεις, να δώσει απαντήσεις στα παρακάτω ερωτήματα που θα υπέβαλε στο γιατρό της κάποια άτυχη έγκυος με καρκίνο του μαστού
Είναι συχνός ο καρκίνος του μαστού κατά την κύηση / λοχεία
Ποιος είναι ο λόγος που είναι η πρόγνωσή του είναι δυσμενής
Ποιες κλινικές και διαγνωστικές ιδιομορφίες παρουσιάζει
Οι ορμόνες της κυήσεως ασκούν κάποιο ρόλο στην εξέλιξη της νόσου
Ποιοι πρέπει να είναι οι θεραπευτικοί χειρισμοί.
Μπορεί να έχει συνέπειες το έμβρυο από τη νόσο.
Πρέπει να γίνει διακοπή της κυήσεως.
Πρέπει να διακοπεί ο θηλασμός
Επιτρέπεται μια επόμενη κύηση και πότε


ΠΟΣΟ ΣΥΧΝΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΓΥΜΟΣΥΝΗ / ΛΟΧΕΙΑ

Ο καρκίνος του μαστού είναι η πιο συχνά απαντώμενη κακοήθης νόσος στην κύηση και την λοχεία. Το ποσοστό είναι δύσκολο να καθοριστεί γιατί πολλές υποκλινικές μορφές μπορεί να προυπάρχουν και να διαγνώσκονται στην κύηση και άλλες επίσης υποκλινικές μορφές που εμφανίζονται κατά την εγκυμοσύνη / λοχεία να διαγνώσκονται έτη μετά. Γενικά το ποσοστό καρκίνου μαστού που διαγνώσκεται κατά τη διάρκεια της κυήσεως κυμαίνεται μεταξύ 1/3000-1/10000 εγκύων [1]. Η μέση ηλικία είναι μεταξύ 23 και 28 ετών. Καθώς η ηλικία τεκνοποιήσεως στη σημερινή εποχή παρατείνεται πιθανόν το ποσοστό να αυξηθεί. Διεθνώς σε εγκύους περί το 40 έτος το ποσοστό ανέρχεται στο 15%[2,3].

ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΑΛΗΘΕΣ ΟΤΙ ΟΙ ΟΡΜΟΝΕΣ ΤΗΣ ΚΥΗΣΕΩΣ ΚΑΘΙΣΤΟΥΝ ΤΗΝ ΠΡΟΓΝΩΣΗ ΔΥΣΜΕΝΗ
Γενικά η πρόγνωση του καρκίνου του μαστού της κυήσεως είναι δυσμενής. Ο κυριότερος παράγων φαίνεται πως είναι η καθυστερημένη διάγνωση. Περίπου στο 56-99% των περιπτώσεων ανευρίσκονται διηθημένοι μασχαλιαίοι λεμφαδένες ενώ το ποσοστό αυτό για μη εγκύους της ιδίας ηλικίας είναι 40-50%. [4,5] Στο παρελθόν η κύηση εθεωρείτο ότι επιδρά δυσμενώς στην πρόγνωση του καρκίνου του μαστού γιατί τα υψηλά επίπεδα των κυκλοφορούντων ορμονών επιδρούν διεγερτικά στην ανάπτυξη και επέκταση της νεοπλασίας με αποτέλεσμα την ταχεία και επιθετική εξέλιξη της νόσου. Στην δεκαετία του 40 η απαισιοδοξία έφτανε στην άποψη ότι κάθε θεραπευτικός χειρισμός ήταν άσκοπος.[6] Μέχρι πρότινος υπήρχε μια παράνοια για τον καταστροφικό ρόλο των οιστρογόνων της κυήσεως, που η διακοπή της φανατικά εθεωρείτο η μόνη και καλύτερη θεραπεία, ενώ η χειρουργική του μαστού ήταν άσκοπη λόγω της επιθετικότητας της νόσου.[7]
Τα σημερινά δεδομένα είναι εντελώς διαφορετικά .Πρόσφατες συγκριτικές μελέτες μεταξύ συνομηλίκων εγκύων και μη εγκύων έχουν αλλάξει πλήρως την μέχρι πρότινος κλασσική άποψη της ορμονικής καρκινοδιεγέρσεως στην κύηση, Μεταξύ γυναικών ιδίας ηλικίας και ιδίου σταδίου νόσου δεν διεπιστώθει καμιά διαφορά στην επιβίωση τουλάχιστον στις μη προχωρημένες περιπτώσεις. Πολλές εργασίες έχουν σαφώς τεκμηριώσει το ότι η κύηση δεν αλλάζει την φυσική πορεία της νόσου και ότι ο καρκίνος του μαστού της εγκύου δεν είναι διαφορετική νόσος από τον καρκίνο του μαστού της συνομήλικης μη εγκύου ασθενούς.8,9 Πάντως θεωρητικά τουλάχιστον ερωτηματικά υπάρχουν ως προς την βιολογική επίδραση της κυήσεως επί της νόσου.
Βέβαιο όμως είναι ότι η καθυστερημένη διάγνωση είναι ο κυριότερος παράγων της δυσμενούς εξελίξεως του καρκίνου στην κύηση και λοχεία. Αναφέρεται ότι το μέσο μέγεθος του ογκιδίου του διαγνωσμένου καρκίνου στην κύηση είναι 3,5cm και στην λοχεία 5 cm.Γεγονός που σημαίνει ότι μεγάλου μεγέθους όγκοι στην διάρκεια της κυήσεως δεν ψηλαφήθηκαν ή δεν αξιολογήθηκαν δεόντως.[10]

ΠΟΙΕΣ ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΙΔΙΟΜΟΡΦΙΕΣ ΕΧΕΙ Η ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΗΣΗ / ΛΟΧΕΙΑ
Η σημαντικότερη επομένως προσφορά του γιατρού είναι η έγκαιρη διάγνωση που δυστυχώς είναι δύσκολη στις περιπτώσεις αυτές γιατί ο μαστός της εγκύου και λεχωίδος υφίσταται υπό την επίδραση των ορμονών φυσιολογικές αλλά σημαντικές μεταβολές στην αρχιτεκτονική του. Υπό την επίδραση των ωοθηκικών και πλακουντιακών οιστρογόνων και προγεστερόνης ο μαστός διογκώνεται, σκληραίνει οι πόροι και τα λόβια αυξάνουν καθώς ετοιμάζονται για την επερχόμενη παραγωγή γάλακτος. Η δυνατότητα και αξιοπιστία της κλινικής εξετάσεως σαφώς μειώνονται ειδικά σε όγκους μικρού μεγέθους. Υπολογίζεται ότι το 50% των διαγνωσμένων καρκίνων στη λοχεία δεν είχαν επαρκώς αξιολογηθεί κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Εχει διαπιστωθεί ότι η καθυστέρηση της οριστικής διαγνώσεως είναι 5-15 μήνες από την έναρξη των συμπτωμάτων.[11] Πάντως παρά το ότι η δυσχερής κλινική εξέταση είναι ο κυριότερος παράγων της κακής προγνώσεως αυτή παραμένει η βασική διαγνωστική εξέταση.
Στην πρώτη επίσκεψη κάθε εγκύου απαραίτητα πρέπει με επιμέλεια να γίνεται ψηλάφηση του μαστού της εγκύου και να διευκρινίζεται κάθε αμφιβολία περί οποιοδήποτε κλινικού η ψηλαφητικού ενοχλήματος. Με την ίδια επιμέλεια ψηλάφηση του μαστού πρέπει να γίνεται σε κάθε της επίσκεψη. Ειδικά στη λοχεία που η μαστίτιδα είναι ένα συχνό φαινόμενο η κλινική υποψία της κακοήθειας δεν μπορεί να παραβλεφθεί. Εφ όσον διαπιστωθεί κλινικά ύποπτη περιοχή απαραίτητα πρέπει να διευκρινιστεί διαγνωστικά. Η πρώτη διαγνωστική παρέμβαση είναι η παρακέντηση της ύποπτης περιοχής με βελόνα [FNA]. Κάθε ψηλαφητή ή ύποπτη μάζα πρέπει να παρακεντηθεί από την πρώτη κιόλας επίσκεψη της εγκύου ή λεχωίδος. Η πρώτη πληροφορία είναι εάν πρόκειται περί κύστεως ή γαλακτοκήλης ή συμπαγούς μάζας. Εάν η μάζα είναι συμπαγής επειδή το ποσοστό των ψευδώς αρνητικών αποτελεσμάτων είναι πολύ μεγάλο στην εγκυμοσύνη, λόγω της ορμονικά σχετιζόμενης κυτταρικής ατυπίας, επί αρνητικού αποτελέσματος συνιστάται ανοιχτή βιοψία.[12] Βεβαίως το εργαστήριο και στις δυό περιπτώσεις πρέπει να ενημερώνεται ότι πρόκειται για έγκυο ή λεχωίδα.
Η μαστογραφία είναι περιορισμένης διαγνωστικής ακρίβειας λόγω της υψηλής ραδιογραφικής πυκνότητας που έχει ο μαστός της εγκύου. Το μαστογραφικό διαγνωστικό σφάλμα υπερβαίνει το 25%. Ας μην ξεχνάμε ότι η μαστογραφία εκτελείται όχι για την διαπίστωση μιάς ήδη υπάρχουσας ψηλαφητής μάζας αλλά για την ακτινολογική της εικόνα και την κατάσταση του υπολοίπου μαζικού αδένα. Σε καμμιά περίπτωση αρνητική μαστογραφία δεν αποκλείει την πιθανότητα της κακοήθειας και δεν αποτελεί αντένδειξη ανοιχτής βιοψίας.[13] Τελικά επί υποψίας το οριστικό διαγνωστικό μέσο είναι η ανοιχτή βιοψία. Ο κίνδυνος της αναισθησίας που καταλληλότερη κρίνεται η γενική αναισθησία είναι μηδαμηνός.

ΣΤΑΔΙΟΠΟΙΗΣΗ
Όπως είναι ευνόητο οι εργαστηριακές εξετάσεις που συνήθως εκτελούνται για τη σταδιοποίηση της νόσου τροποποιούνται στην έγκυο γυναίκα λόγω του κινδύνου της ακτινοβολίας. Το σπινθηρογράφημα των οστών εκθέτει το έμβρυο σε υψηλές δόσεις ραδιενέργειας και θα πρέπει να αποφεύγεται. Εάν η εκτέλεσή του κρίνεται απόλυτα αναγκαία η ασθενής θα πρέπει να ενυδατώνεται και ένας καθετήρας Folley να τοποθετείται στην ουροδόχο κύστη ώστε να αποβάλλεται γρήγορα το ραδιενεργό σκιαγραφικό. Βεβαίως η ηλικία της κυήσεως είναι πιο σημαντική από τη ραδιενεργό δόση. Στο πρώτο τρίμηνο η ραδιενεργός έκθεση προκαλεί πλήθος συγγενών ανωμαλιών κυρίως μικροκεφαλία. Ραδιενεργός δόση μεγαλύτερη των 100 rad προκαλεί συγγενείς ανωμαλίες στο 100% των εμβρύων ενώ δόση γύρω στα 10 rad προκαλεί λιγότερες βλάβες. Η ακτινογραφία θώρακος έχει ραδιενεργό δόση 0,008 rad και το σπινθηρογράφημα των οστών 0,1 rad. Η ακτινογραφία θώρακος όταν κρίνεται ουσιαστικής θεραπευτικής αξίας μπορεί να εκτελεστεί με προστατευτικό κάλυμμα της κοιλιάς. Ο έλεγχος του ήπατος γίνεται με υπερηχογράφημα, του εγκεφάλου και των άλλων σπλάχνων με Μαγνητική Τομογραφία . Πρέπει εδώ να αναφερθεί ότι για την ασφάλεια της Μαγνητικής Τομογραφίας στην κύηση δεν υπάρχουν απόλυτα τεκμηριωμένα μελέτες.[14]
Η ιστολογική εικόνα του καρκίνου του μαστού της εγκύου είναι παρόμοια με αυτή της μη εγκύου συνομηλίκου της ασθενούς. Αναφέρεται ότι οι ορμονικοί υποδοχείς στις περιπτώσεις των εγκύων είναι συνήθως αρνητικοί λόγω της υψηλής δεσμεύσεώς τους από τα πολύ αυξημένα επίπεδα των κυκλοφορούντων οιστρογόνων. Αυτό δεν πρέπει να είναι αληθές και να εξαρτάται πολύ από την μέθοδο προσδιορισμού των υποδοχέων. Τελευταίες μελέτες υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ πασχόντων εγκύων και μη ως προς τους ορμονικούς υποδοχείς.[15]


ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Η χειρουργική θεραπεία είναι η βασική θεραπεία των αρχικών σταδίων [Ι, ΙΙ] του καρκίνου του μαστού της εγκύου. Επειδή η ακτινοβολία σε θεραπευτικές δόσεις προκαλεί καταστροφικές βλάβες στο έμβρυο οι συντηρητικές επεμβάσεις δεν έχουν θέση και η θεραπεία εκλογής είναι η τροποποιημένη ριζική μαστεκτομή με λεμφαδενικό καθαρισμό της μασχάλης. Εάν απαιτηθούν από την ασθενή συντηρητικότερες επεμβάσεις [τεταρτεκτομή, ογκεκτομή] θα πρέπει να αναφερθεί ο κίνδυνος της καθυστερήσεως της ακτινοθεραπείας αν και δεν έχει πλήρως τεκμηριωθεί η επικινδυνότητα της καθυστερήσεως ολίγων μηνών. Πάντως η αποτελεσματικότητα της ακτινοθεραπείας στον έλεγχο της τοπικής υποτροπής της νόσου στην έγκυο δεν είναι τεκμηριωμένη. Ο μαστός της εγκύου διαφέρει ανατομικά και φυσιολογικά από αυτόν της μη εγκύου και οι διαφορές αυτές φαίνεται ότι προδιαθέτουν σε αυξημένο κίνδυνο τοπικής υποτροπής της νόσου. Σε ασθενείς που επιθυμούν έντονα την διατήρηση του μαστού τους πρέπει πάντα να αναφέρεται ότι η μαστεκτομή σαφώς υπερτερεί στον τοπικό έλεγχο της νόσου.[16,17]
Η πιθανότητα αποβολής του εμβρύου κατά την διενέργεια της μαστεκτομής είναι εξαιρετικά μικρός και ως εκ τούτου η μαστεκτομή δεν είναι ένδειξη διακοπής της κυήσεως.

ΑΚΤΙΝΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
Η ακτινοθεραπεία δεν έχει θέση γιατί σε όλα τα τρίμηνα της κυήσεως προκαλεί σοβαρές βλάβες στο έμβρυο. Όταν ενδείκνυται χορηγείται μετά τον τοκετό.

ΧΗΜΕΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
Γενικά υπάρχει μια ευρεία σύγχυση σχετικά με την χορήγηση χημειοθεραπείας κατά την διάρκεια της κυήσεως. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι δεν πρέπει να χορηγείται στο πρώτο τρίμηνο. Στο δεύτερο και τρίτο τρίμηνο μπορεί να χορηγηθεί. Τα δεδομένα για τις άμεσες και απώτερες επιπτώσεις στο έμβρυο είναι περιορισμένα. Σαν παρενέργειες αναφέρονται ο πρώιμος τοκετός το μικρό βάρος του εμβρύου και πιθανές καρδιαγγειακές ανωμαλίες.18 Τα φάρμακα που χορηγούνται είναι fluorouracil [1mg/m2] doxorubicin [50mg/m2] και cyclophosphamide [500mg/m2 σε κύκλους των 3-4 εβδομάδων. Η απόφαση για την έναρξη χορηγήσεως χημειοθεραπείας εξαρτάται από το στάδιο της νόσου και την ηλικία της κυήσεως. Για το πρώτο τρίμηνο τα πράγματα είναι σαφή. Εάν είναι απαραίτητο να χορηγηθεί διακόπτεται η κύηση. Στο τελευταίο τρίμηνο μια μικρή καθυστέρηση δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί καταστροφική. Για το δεύτερο τρίμηνο είναι μια απόφαση που θα πρέπει να ληφθεί από την ίδια την ασθενή και την οικογένειά της σε συνεργασία με τους θεράποντες γιατρούς ογκολόγο, χειρουργό, μαιευτήρα. [19]

ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗΣ ΕΚΤΡΩΣΗΣ
Στο παρελθόν που υπήρχε αδιαμφισβήτητη η θεωρία της ορμονικής διεγέρσεως του καρκίνου από τις ορμόνες της εγκυμοσύνης η έκτρωση αποτελούσε ένα θεραπευτικό όπλο. Σήμερα που έχει αποδειχθεί ότι ο καρκίνος του μαστού στην έγκυο δεν είναι διαφορετική νόσος από τον καρκίνο του μαστού στην συνομήλικη μη έγκυο ασθενή ο ενθουσιασμός έχει υποχωρήσει. Έχει πλέον στατιστικά πλήρως τεκμηριωθεί ότι η διακοπή της κυήσεως δεν βελτιώνει την επιβίωση, ούτε βεβαίως ότι η συνέχισή της την επιβαρύνει. [20,21,22]Αυτό ενισχύεται και από την διαπίστωση ότι η πλειονότητα των όγκων στις έγκυες έχουν αρνητικούς ορμονικούς οιστρογονικούς υποδοχείς. Αν και η διακοπή της κυήσεως αυτή καθαυτή δεν είναι θεραπευτικό μέσο σε ορισμένες περιπτώσεις είναι επιβεβλημένη και αναγκαία γιατί η χορήγηση της ουσιαστικής θεραπείας δεν είναι συμβατή με την υγεία του εμβρύου. Για παράδειγμα όταν απαιτηθεί χορήγηση χημειοθεραπείας στο πρώτο τρίμηνο και στις περιπτώσεις ασθενών που αρνούνται την μαστεκτομή βρίσκονται στους πρώτους μήνες της κυήσεως και πρέπει να χορηγηθεί ακτινοθεραπεία.[23]
Το θέμα που πρέπει να συζητηθεί είναι για τις περιπτώσεις πολύ προχωρημένης νόσου που παρά την οποιαδήποτε επιθετική θεραπεία η νόσος είναι ανίατη και μια μητέρα που είναι καταδικασμένη θέλει να γεννήσει ένα παιδί υγιές δεδομένου ότι ο καρκίνος του μαστού δεν μεθίσταται στο έμβρυο. Είναι ένα ζήτημα που θα πρέπει να αποφασίσει η ασθενής και το περιβάλλον της.

ΠΟΤΕ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΚΟΠΤΕΤΑΙ Ο ΘΗΛΑΣΜΟΣ
Η διακοπή του θηλασμού δεν έχει καμία θετική επίδραση στην πορεία της νόσου, ούτε ο θηλασμός επιβαρύνει την πρόγνωση ή αυξάνει την πιθανότητα εμφανίσεως καρκίνου στον άλλο μαστό. Επίσης έχει διαπιστωθεί ότι κορίτσια που θήλασαν από μαστό με καρκίνο δεν έχουν αυξημένη πιθανότητα να εμφανίσουν τη νόσο στο μέλλον, δηλαδή το γάλα της πασχούσης δεν περιέχει καρκινικό υλικό. Παρόλα αυτά ο θηλασμός θα πρέπει να διακόπτεται στις περιπτώσεις λεχωίδων που πρόκειται να χειρουργηθούν, γιατί με τη διακοπή του μειώνονται το μέγεθος και η αγγειοβρίθεια του αδένος καθώς και η πιθανότητα δημιουργίας γαλακτοφόρων συριγγίων, και στις περιπτώσεις που η ασθενής λαμβάνει χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία. Τα χημειοθεραπευτικά φάρμακα κυρίως η κυκλοφοσφαμίδη και η μεθοτρεξάτη απεκκρίνονται σε υψηλά επίπεδα από το μητρικό γάλα με αρνητικές συνέπειες για το βρέφος. Γενικά η χημειοθεραπεία αποτελεί ένδειξη διακοπής του θηλασμού.

ΠΟΙΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΤΟ ΕΜΒΡΥΟ ΠΟΥ ΚΥΟΦΟΡΕΙ ΜΙΑ ΠΑΣΧΟΥΣΑ ΜΗΤΕΡΑ

Δεν έχει διαπιστωθεί σε καμία περίπτωση βλάβη σχετιζόμενη με τη νόσο ή συγγενής ανωμαλία εμβρύου πασχούσης, ούτε υπάρχουν στοιχεία μητρο-εμβρυικής μεταφοράς καρκινικών κυττάρων, αν και μικρομεταστάσεις στον πλακούντα έχουν ανιχνευτεί σε περιπτώσεις πολύ προχωρημένου σταδίου της νόσου.[24]

ΥΠΟ ΠΟΙΕΣ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ΜΙΑ ΕΠΟΜΕΝΗ ΚΥΗΣΗ ΣΕ ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΕ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ . ΠΟΙΑ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΣΤΗΝ ΝΟΣΟ

Αναμφισβήτητα αρκετές γυναίκες και ιδιαίτερα οι νέες που έχουν θεραπευτεί θα επιθυμούσαν μια επόμενη εγκυμοσύνη. Υπάρχει πλήθος θεωριών γιατί είναι δύσκολο να σχεδιαστεί μια τέτοια αναδρομική μελέτη. Αναφέρεται σε μεγάλες σειρές ότι μια επόμενη κύηση δεν επηρεάζει την πρόγνωση. Αναφέρεται επίσης σε άλλες μελέτες ότι μια επόμενη κύηση έχει θετική επίδραση στην πρόγνωση της νόσου και στην επιβίωση ιδιαίτερα, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, στις περιπτώσεις που οι ορμονικοί υποδοχείς είναι θετικοί. Φαίνεται ότι η συνολική επιβίωση και η πιθανότητα υποτροπής είναι στην έγκυο η ιδία με την συνομήλικη της ιδίου σταδίου μη έγκυο ασθενή.[23,25,26]
Επειδή η κρίσιμη περίοδος για την εμφάνιση μεταστάσεων είναι τα 2 πρώτα χρόνια από τη διάγνωση της νόσου γενικά συνιστάται να αποφεύγεται κύηση σ αυτό το διάστημα ώστε να μπορεί να διαγνωστεί μετάσταση. Σε περιπτώσεις θετικών μασχαλιαίων λεμφαδένων το διάστημα αυτό καλύτερα είναι να φθάνει την πενταετία.27 Ασθενείς βεβαίως με προχωρημένη νόσο πρέπει να αποθαρρύνονται καθώς δεν θα ζήσουν για να γεννήσουν ή να μεγαλώσουν το παιδί τους.

ΗΜΕΤΕΡΑ ΕΜΠΕΙΡΙΑ
Από την προσωπική εμπειρία που αριθμεί 4 περιπτώσεις στα 5 τελευταία χρόνια ασφαλώς δεν θα μπορούσαν να εξαχθούν συμπεράσματα σχετικά με την βιολογική συμπεριφορά του καρκίνου του μαστού της εγκύου ή λεχωίδος. Κοινή διαπίστωση όμως σε όλες τις περιπτώσεις ήταν η καθυστερημένη διάγνωση που οφειλόταν κυρίως σε κακή κλινική εκτίμηση. Η συναισθηματική απώθηση εκ μέρους γιατρών και ασθενών, η ασαφής κλινική εικόνα της νόσου και η δικαιολογημένη έλλειψη εμπειρίας και υποψίας είναι οι συντελεστές της κακής έκβασης των ασθενών. Στην κλινική μας το ποσοστό ανέρχεται στο 1/10000 εγκύων ή λεχωίδων και είναι η πρώτη σε συχνότητα κακοήθης νόσος της εγκυμοσύνης.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ. ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Ο καρκίνος του μαστού στην έγκυο έχει κακή πρόγνωση. Ο κυριότερος λόγος είναι ότι διαγιγνώσκεται με καθυστέρηση. Η τροποποιημένη ριζική μαστεκτομή με λεμφαδενικό καθαρισμό της μασχάλης είναι η χειρουργική θεραπεία εκλογής. Η ακτινοθεραπεία αντενδείκνυται σε όλα τα τρίμηνα της κυήσεως.
Η χημειοθεραπεία αντενδείκνυται στο πρώτο τρίμηνο της κυήσεως.
Η διακοπή της κυήσεως δεν έχει θεραπευτική επίδραση και ενδείκνυται όταν οι θεραπευτικοί χειρισμοί είναι επικίνδυνοι για το έμβρυο. Καμμιά αρνητική επίπτωση δεν έχει το έμβρυο πασχούσης από την νόσο καθαυτή.
Μια επόμενη κύηση θα πρέπει να καθυστερεί για 2 τουλάχιστον χρόνια.

SUMMARY. Breast cancer during pregnancy/lactation.
Breast cancer is the malignancy most frequently diagnosed during pregnancy.Clinical breast examination in all pregnant women,particularly early in gestation, before the breasts become difficult to examine is imperative. Upon finding any suspicious mass an open biopsy is indicated, Once a diagnosis of breast cancer is comfirmed a modified radical mastectomy is the treatment of choice. Radiotherapy should be avoided during any trimester . Chemotherapy was initiated after the first trimester. Therapeutic abortion cannot be proved to be beneficial. Stage for stage breast cancer during pregnancy has a similar prognosis to that of breast cancer in young non pregnant women. Pregnancy subsequent to breast cancer is possible for some women with good prognosis.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1.Saunders CM, Baum M. Breast cancer and pregnancy. J R Soc Med 1993; 86:162
2.Wallack MK, Wolf JA, et all. Gestational carcinoma of female breast. Curr Probl Cancer 1991;49; 526.
3. Petrek JA. Pregnancy safety after breast cancer. Cancer 1994 74;528-531.
4.Ribeiro G, Jones DA. Carcinoma of the breast associated with pregnancy. Br J Surg 1986, 73;607-609.
5.Crosby CH, Barclay THC. Carcinoma of the breast. Cancer 1971, 28;1628-1636.
6. Haagensen CD, Stout AP. Carcinoma of the breast. Ann Surg 1943,118;859-870.
7.Cheek JH. Survey of current opinions concerning carcinoma of the breast in association with pregnancy. Arch Surg 1953, 66;664-672.
8.King RM, Welch JS, Martin JL. Carcinoma of the breast associated with pregnancy. Surg Gynecol Obstet 1985, 160;228-232.
9.Demarsky LJ, Neishtadt EL. Breast cancer and pregnancy. Breast 1980, 7;17-21.
10.Petrek JA, Dukoff R, Rogatko A. Prognosis of pregnancy associated breast cancer. Cancer 1991,67[4];869-872.
11Hoover HC. Breast cancer during pregnancy and lactation .Surg Clin North Am 1990, 70[5];1151-1163.
12.Novotny DB, Maygarden SJ. Fine needle aspiration of benign and malignant breast masses associated with pregnancy. Acta Cytol 1991. 35[6] ; 676-686.
13.Barnavon Y, Wallack MK. Management of the pregnant patiens with carcinoma of the breast. Surg Gynecol Obstet 1990, 171[4] 347-352.
14.Gwyn K, Theriault R. Breast cancer during pregnancy. Ongology 2001 15[1];49-51.
15. Elledge RM, Ciocca DR, Langone G. Estrogen receptor , progesterone receptor and HER-2/ neuprotein in breast cancers from pregnant patiens. Cancer 1993 71[8]; 2499-2506.
16.Petrek JA. Breast cancer during pregnancy. Cancer 1993, 74;518-527.
17.Nettleton J, Long J, Kuban D. Breast cancer during pregnancy; quantifying the risk of treatment delay. Obstet Gynecol 1996 87[3]; 414-418.
18.Zemlickis D, Lishner M. Fetal outcome after in utero exposure to cancer chemotherapy. Arch Intern Med 1992 152;573-576.
19. Giacalone PL, Laffarfue F, Benos P. Chemotherapy for breast carcinoma during pregnancy. Cancer 1999 86[11];2266-2272.
20.Nuget P, O'Connel TX. Breast cancer in pregnancy. Arch Surg 1985 120;1221-1224.
21.Clark RM, Chua T. Breast cancer and pregnancy.Clin Oncol 1989, 1;11.
22.King RM, Welch JS. Carcinoma of the breast associated with pregnancy. Surg Gynecol Obstet 1985;160-228.
23. DiFronzo LA, O' Connel TX. Breast cancer in pregnancy and lactation. Surg Clin N Am 1996, 72[2];267-278.
24.Andrew L, O'Connel TX. Diadnosis and treating breast cancer in the pregnant woman. Medscape Women's Health Journal 1997, 2[5].
25Sankila R, Heinavaara S. Survival of breast cancer patients after subsequent term pregnancy. Am J Obstet Gynecol 1994,170;818.
26.Von Schoultz E, Johansson H. Influence of prior and subsequent pregnancy on breast cancer prognosis. J Clin Oncol 1995,13;430. 27. Donegan WL. Pregnancy and breast cancer. Obstet Gynecol 197750;244-251.


 

ΗΟΜΕPAGE