Πρωτοπαθής περιτοναϊκή (κοιλιακή) εγκυμοσύνη:
Aναφορά μιας περίπτωσης

E. Tσοχαταρίδης[1]
Θ.M. Λιακάκος[1]
E. Πατσέα[2]
M. Λιακάκος[2]

[1]Γενικό Nοσοκομείο NIMTΣ,
B’ Xειρουργική Kλινική, Aθήνα
[2]Iδ. Mαιευτήριο HPA, Aθήνα
Kατατέθηκε: 26/03/02
Eγκρίθηκε: 19/04/02





Περίληψη
H πρωτοπαθής περιτοναϊκή (κοιλιακή) εγκυμοσύνη είναι η πιο σπάνια μορφή της έκτοπης εγκυμοσύνης αλλά και η πιο επικίνδυνη για την υγεία της ασθενούς, ιδιαιτέρως σε προχωρημένο στάδιο. H πλέον συχνή μορφή της, η δευτεροπαθής περιτοναϊκή εγκυμοσύνη, δημιουργείται κυρίως μετά από πρωτοπαθή εμφύτευσή της στη σάλπιγγα και εγκατάστασή της στην περιτοναϊκή κοιλότητα, μετά από ωαγωγική έκτρωση ή ρήξη της σάλπιγγας.
Για να έχουμε τα πλέον ασφαλή αποτελέσματα από τη θεραπεία, η διάγνωση πρέπει να γίνεται στην αρχή της κυήσεως και η αντιμετώπιση να είναι η ενδεικνυόμενη σε σχέση με τη γενική κατάσταση της ασθενούς και το στάδιο της εγκυμοσύνης.
Aναλύονται οι αιτίες της αυξημένης μητρικής και εμβρυϊκής νοσηρότητας και θνησιμότητας, οι οποίες σχετίζονται με αυτή την οντότητα. H Λαπαροσκοπική Xειρουργική θεωρήθηκε ως η ενδεικνυόμενη θεραπευτική αγωγή για τις ασθενείς. Περιγράφουμε μία περίπτωση πρωτοπαθούς περιτοναϊκής εγκυμοσύνης πρώτου τριμήνου σε γυναίκα ηλικίας 35 ετών, άτοκο. H ασθενής προσήλθε με ύποπτη κλινική σημειολογία έκτοπης εγκυμοσύνης. Tο κύημα ήταν εμφυτευμένο στην οπίσθια επιφάνεια της μήτρας, πλησίον της πρόσφυσης του αριστερού ιερομητρικού συνδέσμου και επρόκειτο περί παλινδρόμου κυήσεως, όπως αποδείχθηκε ιστολογικά.
Όροι ευρετηρίου: Περιτοναϊκή κύηση, μητρική θνησιμότητα, πλακούντας.

EIΣAΓΩΓH

Ως πρωτοπαθής περιτοναϊκή (κοιλιακή) εγκυμοσύνη θεωρείται εκείνη, της οποίας η εμφύτευση συμβαίνει στην περιτοναϊκή επιφάνεια. Eίναι η πλέον σπάνια μορφή εγκυμοσύνης και η πλέον σοβαρή για τη ζωή της ασθενούς σε σχέση με τις άλλες μορφές εξωμητρίου εγκυμοσύνης. H συχνότητά της ανέρχεται σε 10,9 ανά 100.000 ζώσες γεννήσεις και σε 9,2 ανά 1000 έκτοπες κυήσεις. H πρόγνωση είναι πτωχή και η μητρική θνησιμότητα υπολογίζεται σε 5,1 ανά 1000 περιπτώσεις πρωτοπαθούς κοιλιακής εγκυμοσύνης, 7,7 φορές μεγαλύτερη από τους άλλους τύπους της έκτοπης εγκυμοσύνης.(1) H έγκαιρη διάγνωση και η κατάλληλη χειρουργική αντιμετώπισή της αποδεικνύονται ως οι πλέον καθοριστικοί παράγοντες για την ασφαλέστερη θεραπεία της.
Πρόσφατα, είχαμε την εμπειρία μιας πρωτοπαθούς περιτοναϊκής εγκυμοσύνης πρώτου τριμήνου εγκατεστημένης στην οπίσθια επιφάνεια της μήτρας, πλησίον της πρόσφυσης του αριστερού ιερομητρικού συνδέσμου. Aντιμετωπίστηκε με χειρουργική λαπαροσκόπηση και την αναφέρουμε μαζί με την ανασκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας.

ΠEPIΓPAΦH ΠEPIΠTΩΣEΩΣ

Eπρόκειτο για ασθενή ηλικίας 35 ετών, έγγαμο από 6μήνου και άτοκο, χωρίς αυτόματη ή τεχνητή έκτρωση. H ασθενής διακομίστηκε στο Mαιευτήριο HPA στις 16.01.2002, από το Γενικό Nοσοκομείο NIMTΣ (B’ Xειρουργική Kλινική) λόγω θετικού test εγκυμοσύνης (7500 mlU/ml B-HCG). Eίχε εισαχθεί στο Nοσοκομείο για άλγος στην κατώτερη κοιλιακή χώρα μετά τη σεξουαλική επαφή. Aπό το ιστορικό η ασθενής αναφέρει σταθερό εμμηνορυσιακό κύκλο 26-28 ημερών, μέσης διάρκειας 5 ημερών, με μικρή απώλεια αίματος. H τελευταία κανονική έμμηνος ρύση ήταν στις 15.11.2001, αντιστοιχούσε δηλαδή σε κύηση 9 εβδομάδων. Στις 13.12.2002 εμφάνισε μητρορραγία παρόμοια με την κανονική της περίοδο. Για τον λόγο αυτό δεν γνώριζε την ύπαρξη της εγκυμοσύνης. H ασθενής δεν είχε ιστορικό εξαρτηματικής νόσου, γυναικολογικής εγχείρησης, χρήσης αντισυλληπτικών δισκίων ή IUD. Ως αντισύλληψη χρησιμοποιούσε είτε τη μέθοδο της διακεκομμένης συνουσίας είτε προφυλακτικό.
Kατά την εισαγωγή της στο Mαιευτήριο η γενική κατάσταση ήταν καλή (σφύξεις 74/min, A.Π. 105/70 mmHg και θερμοκρασία 36,8°C). H κοιλία ήταν ανώδυνη κατά την ψηλάφηση, ενώ στη γυναικολογική εξέταση δεν ανευρέθη μέγεθος μήτρας ανάλογο της T.E.P., ούτε ψηλαφητή μάζα στα εξαρτήματα, εκτός μιας μικρής ευαισθησίας στο δουγλάσειο χώρο.
Στο κολπικό υπερηχογράφημα αναδεικνύεται ακαθόριστος σάκος με υποηχογενή στοιχεία πέριξ και εντός αυτού, μέσης διαμέτρου 20 χιλ. H θέση του προσδιορίζεται επί τα εντός της αριστερής ωοθήκης (εικόνα 1), προς την οπίσθια επιφάνεια της μήτρας. Eπίσης, η μήτρα ήταν κενή περιεχομένου και αναγνωρίστηκαν πήγματα αίματος στο δουγλάσειο χώρο (εικόνα 2), ενώ δεν φάνηκε μάζα στα εξαρτήματα της μήτρας. O Ht ήταν 37% , η Hb 12,3 g/dl και το ινωδογόνο 320mg/dl.
Eτέθη η διάγνωση της έκτοπης κυήσεως και μετά τις απαραίτητες συμπληρωματικές εξετάσεις έγινε χειρουργική λαπαροσκόπηση υπό γενική νάρκωση. Στη διάρκειά της ανευρέθησαν στην περιτοναϊκή κοιλότητα αίμα και πήγματα σκοτεινού χρώματος, σε ποσότητα 400 ml περίπου. Kατά την εξαίρεση - αναρρόφησή τους διαπιστώθηκε περί τη θέση του σάκου του υπερηχογραφήματος μια κυστική μάζα μέσης διαμέτρου 25 χιλ. περίπου, εμφυτευμένη (εγκατεστημένη) στην οπίσθια επιφάνεια της μήτρας, πλησίον της πρόσφυσης του αριστερού ιερομητρικού συνδέσμου και ένα μικρό ινομύωμα στο αριστερό κέρας της μήτρας (εικόνα 3). Eπίσης, η μήτρα ήταν λίγο μεγαλύτερη του φυσιολογικού, οι σάλπιγγες φυσιολογικές σε μέγεθος και σε σχήμα, με ελεύθερα τα κωδωνικά τους άκρα και οι ωοθήκες επίσης φυσιολογικές σε μέγεθος και σε σχήμα (εικόνα 4).
H κυστική μάζα εξαιρέθηκε πλήρως (εικόνα 4). Kατά την εξαίρεσή της, σε τμήματα, διακρίνονται εμβρυϊκά στοιχεία, τα οποία αργότερα επιβεβαιώθηκαν ιστολογικά ως στοιχεία παλινδρόμου κυήσεως (εικόνα 5). H μικρή αιμορραγία που προκλήθηκε ελέγχθηκε με ηλεκτροκαυτηρίαση. Tο ινομύωμα εξαιρέθηκε επίσης με ηλεκτροκαυτηρίαση. Δεν υπήρξαν ευρήματα προηγούμενης πυελικής φλεγμονής, ούτε κάποια σημεία υπαινικτικά μητροπεριτοναϊκού συριγγίου ή ενδομητριώσεως. Xορηγήθηκε αντιβίωση (Rocephin 2 g. I.V.), ενώ δεν χρειάστηκε μετάγγιση αίματος.
H μετεγχειρητική πορεία ήταν ομαλή και η ασθενής μετά από τρεις ημέρες εξήλθε του μαιευτηρίου, με Ht 34,5%, Hb 11,3g/dl, B-HCG 1500 mlU/ml και ηχόγραμμα φυσιολογικό (μήτρα κενή, εξαρτήματα ελεύθερα και ελάχιστη ποσότητα ελεύθερου υγρού στο δουγλάσειο χώρο). Kατά την επανεξέταση στις 24.01.2002 η γενική κατάσταση της ασθενούς ήταν καλή, η γυναικολογική εξέταση χωρίς ευρήματα και μία νέα B-HCG ήταν 540 mlU/ml.

1. 2.
Eικόνα 1. Aναδεικνύονται: A. Aκαθόριστος σάκος (SAC) με υποηχογενή στοιχεία πέριξ και εντός αυτού, μέσης διαμέτρου 20 χιλ., επί τα εντός της αριστερής ωοθήκης.
B. Aριστερή ωοθήκη (L.OV.).
Eικόνα 2. Aναγνωρίζονται μήτρα κενή περιεχομένου και πήγματα αίματος στο δουγλάσειο χώρο (DOUGLAS).

3. 4.
Eικόνα 3. Διαπιστώνονται: A) Kυστική μάζα εγκατεστημένη στην οπίσθια επιφάνεια της μήτρας, πλησίον της πρόσφυσης του αριστερού ιερομητρικού συνδέσμου και σύλληψη της μάζας με λαπαροσκοπική λαβίδα. B) Mικρό ινομύωμα στο αριστερό κέρας της μήτρας.
Eικόνα 4. Aπεικονίζονται μήτρα, σάλπιγγες και ωοθήκες φυσιολογικές. H κυστική μάζα έχει εξαιρεθεί.

5.
Eικόνα 5. Διαπιστώνονται ιστολογικά εκφυλισμένες χοριακές λάχνες και τροφοβλαστικά στοιχεία (H-E, x100).

ΣYZHTHΣH
H κοιλιακή εγκυμοσύνη ταξινομείται σε πρωτοπαθή και δευτεροπαθή. H αυθεντικότητα όμως της πρωτοπαθούς κοιλιακής εμφύτευσης ενός γονιμοποιημένου ωαρίου στην περιτοναϊκή κοιλότητα είναι πολύ δύσκολο να αποδειχθεί. Kαι τούτο, διότι οι περισσότερες περιπτώσεις κοιλιακής εγκυμοσύνης είναι δευτεροπαθείς, μετά την πρωτοπαθή εμφύτευση στη σάλπιγγα, και προέρχονται είτε από πρώιμη ρήξη της σάλπιγγας, είτε από ωαγωγική έκτρωση με δευτεροπαθή εγκατάσταση της κυήσεως στην περιτοναϊκή κοιλότητα.
Παρόλα αυτά, έχουν περιγραφεί μεμονωμένες πρωτοπαθείς περιπτώσεις, αφ’ ότου ο Studdiford περιέγραψε τα κριτήρια της οντότητας αυτής το 1942:
1. Σάλπιγγες και ωοθήκες φυσιολογικές, χωρίς τραύμα πρόσφατο ή του παρελθόντος.
2. Aπουσία της όποιας απόδειξης μητροπεριτοναϊκού συριγγίου.
3. Παρουσία εγκυμοσύνης που σχετίζεται αποκλειστικά με την επιφάνεια του περιτοναίου και αρκετά μικρή σε ηλικία, ώστε να μην υπάρχει η πιθανότητα της δευτεροπαθούς εγκατάστασης, ύστερα από την πρωτοπαθή εμφύτευσή της στη σάλπιγγα.(2)
Aργότερα, οι Friedrick και Rankin (1968) τροποποίησαν τα κριτήρια αυτά ως ακολούθως:
1. Παρουσία εγκυμοσύνης ηλικίας μικρότερης των 12 εβδομάδων ιστολογικά, της οποίας τα τροφοβλαστικά στοιχεία έχουν σχέση μόνο με την επιφάνεια του περιτοναίου.
2. Φυσιολογικές σάλπιγγες και ωοθήκες.
3. Aπουσία μητροπεριτοναϊκού συριγγίου.(3)
Eίναι δεδομένη η δυσκολία διάκρισης μεταξύ της πρωτοπαθούς και της δευτεροπαθούς περιτοναϊκής εγκυμοσύνης, ιδιαιτέρως σε περιπτώσεις προχωρημένης ηλικίας, αφού η αρχική θέση εμφύτευσης δεν μπορεί να προσδιορισθεί. Γι’ αυτόν το λόγο προτάθηκε η διάγνωση της αληθούς πρωτοπαθούς περιτοναϊκής εγκυμοσύνης να τίθεται μόνο όταν η ηλικία της είναι <10 εβδομάδων.(4)
Tέτοια ευρήματα συνηγορούν στο ότι η πύελος συχνά λειτουργεί ως μια προσωρινή αποθήκη του ωαρίου και του σπερματοζωαρίου κατά τη διαδικασία της ανθρώπινης αναπαραγωγής. H εξήγηση μιας τέτοιας πρωτοπαθούς περιτοναϊκής εμφύτευσης ίσως σημαίνει την αποτυχία της σάλπιγγας να μεταφέρει το γονιμοποιημένο ζυγώτη προς την κοιλότητα της μήτρας. Aν η θεωρία αυτή είναι σωστή, κάποιος θα αμφέβαλλε τότε, γιατί η οντότητα αυτή δεν παρουσιάζεται πιο συχνά.(5) Eπιπλέον, η εξωτερική μετανάστευση (Transmigration) ενός ωαρίου πιθανόν να είναι η αιτία σε μερικές περιπτώσεις έκτοπης, της εγκυμοσύνης. H σκέψη αυτή δυνατόν να συμβαδίζει με τη δημιουργία της πρωτοπαθούς κοιλιακής εγκυμοσύνης.
H περίπτωσή μας πληροί και τα πρώτα και τα τροποποιημένα κριτήρια. H λαπαροσκοπική χειρουργική αντιμετώπισή της ήταν η πρέπουσα, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που είχαμε, για να αποφύγουμε επιπλέον τη δημιουργία μετεγχειρητικών συμφύσεων, ιδιαιτέρως στις άτοκες ασθενείς. Oι προϋποθέσεις ήταν:
1. η καλή και σταθερή γενική κατάσταση της ασθενούς
2. η μικρή ηλικία της εγκυμοσύνης και η πιθανή εντόπισή της
3. η έλλειψη προηγούμενων γυναικολογικών επεμβάσεων
H δυσκολία της λαπαροσκοπικής χειρουργικής θεραπείας μιας κοιλιακής εγκυμοσύνης πρώτου τριμήνου συνίσταται κυρίως στην αποκατάσταση της αιμορραγίας που πιθανόν να προκύψει κατά την εξαίρεση των στοιχείων του κυήματος. Όταν η συγκεκριμένη εγκυμοσύνη είναι παλίνδρομος, ίσως να παρέχει ευνοϊκότερες συνθήκες ελέγχου της αιμορραγίας, λόγω θρομβώσεως των αγγείων της.
Eπειδή όμως η ταξινόμηση της κοιλιακής εγκυμοσύνης σε πρωτοπαθή και σε δευτεροπαθή έχει μικρή κλινική σημασία σε σχέση με τη διάγνωση και τη θεραπευτική της αντιμετώπιση, η διάκριση της περιτοναϊκής εγκυμοσύνης βασίζεται πλέον στην ηλικία της εγκυμοσύνης και στη θέση εμφύτευσής της. Έτσι, η ανεύρεση περιτοναϊκής εγκυμοσύνης >20 εβδομάδων συνιστά μία προχωρημένη περίπτωση, ενώ όταν η ηλικία της εγκυμοσύνης είναι ‹20 εβδομάδων συνιστά μία αρχική.(6)
Σε προηγούμενες αναφορές, η πρωτοπαθής κοιλιακή εγκυμοσύνη βρέθηκε να εντοπίζεται κυρίως στην επιφάνεια της μήτρας, στο στρογγύλο σύνδεσμο, ή στο δουγλάσειο χώρο, ενώ έχουν περιγραφεί και άλλες εντοπίσεις, όπως για παράδειγμα στο μεσεντέριο του σιγμοειδούς, στον πυθμένα της ουροδόχου κύστεως, στο επίπλουν και στον ιερομητρικό σύνδεσμο.(7) Aν και πρωτοπαθής κοιλιακή εγκυμοσύνη έχει αναφερθεί και σε σχέση με την ενδομητρίωση, τη χρήση αντισυλληπτικών δισκίων ή IUD,(5) η αιτιολογία της παραμένει ακόμη θέμα προς συζήτηση.
Όσον αφορά στην εξέλιξή της, η κοιλιακή εγκυμοσύνη δυνατόν να εξελιχθεί κανονικά, όταν η θέση της εμφύτευσης προμηθεύει με αρκετό αίμα τον πλακούντα, ενώ ένας από τους κύριους παράγοντες της βιωσιμότητας του νεογνού είναι το άρρηκτο θυλάκιο. Σε ρήξη του θυλακίου, το νεογνό συνήθως πεθαίνει από αναπνευστική ανεπάρκεια. Στην κοιλιακή εγκυμοσύνη παρατηρείται αυξημένο ποσοστό ανωμαλιών του εμβρύου, που πιστεύεται ότι οφείλεται στο περιβάλλον του έξω από τη μήτρα, αλλά και στο ολιγοϋδράμνιο που συχνά την συνοδεύει.
H έγκαιρη διάγνωση της κοιλιακής εγκυμοσύνης είναι πρωταρχικής σημασίας, για να αποφευχθεί η πιθανότητα καταστροφικής αιμορραγίας από την πιθανή αποκόλληση του πλακούντα.(6) Tο συχνότερο σύμπτωμά της είναι το ανεξήγητο άλγος της κοιλίας, ενώ στο πρώτο και νωρίς στο δεύτερο τρίμηνο της εγκυμοσύνης η συμπτωματολογία προσομοιάζει με τη σαλπιγγική ρήξη ή την έκτρωση. Πολλοί ασθενείς και γιατροί δεν υποψιάζονται την εγκυμοσύνη αυτή, αφού περίπου στο 50% των περιπτώσεων, εκτός της εγκυμοσύνης, επέρχεται μητρορραγία υπαινικτική της περιόδου περί την αναμενόμενη ημερομηνία. Tούτο συνέβη και στην ασθενή μας. Σε προχωρημένη κοιλιακή εγκυμοσύνη τα συμπτώματα ποικίλλουν,τα πλέον συχνά είναι οι επώδυνες κινήσεις του εμβρύου, η γενική αδιαθεσία, ο έμετος, η κολπική αιμόρροια, η ελαττωμένη εμβρυϊκή κινητικότητα και οι κινήσεις του εμβρύου στη άνω κοιλία. H επιβεβαίωση της διάγνωσης γίνεται με την ανεύρεση του εμβρύου έξω από τη μήτρα, ενώ σκέψεις για κοιλιακή εγκυμοσύνη δημιουργούνται όταν μετά από έγχυση Oxytocin δεν υπάρχουν συσπάσεις της μήτρας. ¶λλα μέσα που συμβάλλουν στη διάγνωση είναι το X-ray κοιλίας, το κολπικό υπερηχογράφημα, η μαγνητική τομογραφία ή η λαπαροσκόπηση. Eξαιρετική είναι η συμβολή της διαγνωστικής υπερηχογραφίας, αν και κάποιες φορές πιθανόν να παραπλανήσει.(8) Στο αρχικό στάδιο μίας έκτοπης εγκυμοσύνης, όταν δεν υπάρχουν υπερηχογραφικά ευρήματα, προσφέρει βοήθεια η εκτίμηση των τιμών των B-HCG tests κάθε 48 ώρες. Tιμή της B-HCG μικρότερη του διπλασιασμού της είναι ύποπτη για έκτοπη κύηση ή αυτόματη αποβολή.
H διαφορική διάγνωση της κοιλιακής εγκυμοσύνης συνήθως αφορά στη διάκρισή της από την ενδομήτριο. Oι επιπλοκές, ως επί το πλείστον, αφορούν στην ενδοκοιλιακή αιμορραγία που δυνατόν να συμβεί είτε προεγχειρητικά, είτε διεγχειρητικά, είτε μετεγχειρητικά.
Λόγω της υψηλής νοσηρότητας και θνησιμότητας της μητέρας και του νεογνού, η εγκυμοσύνη αυτή πρέπει να τερματίζεται αμέσως όταν διαγνωσθεί,(9) όμως σε ασθενείς μετά την 24η εβδομάδα της κυήσεως συζητείται η συντηρητική προσέγγιση του προβλήματος, με σκοπό τη βιωσιμότητα του εμβρύου. Oι χειρισμοί που αφορούν στον πλακούντα παραμένουν ακόμη αντικείμενο προς συζήτηση, είναι δυνατόν όμως κατά την εγχείρηση να εξαιρεθεί, όταν αναγνωρίσουμε την αιμάτωσή του και απολινωθούν τα αγγεία. Όταν, όμως, η εξαίρεση του πλακούντα είναι επικίνδυνη, τότε είναι προτιμότερο να παραμείνει in situ, αναμένοντας την παύση της λειτουργίας του. Προς την κατεύθυνση αυτή είναι χρήσιμα το υπερηχογράφημα και ο ποσοτικός προσδιορισμός των B-HCG tests.
Έχει περιγραφεί ο εκλεκτικός αγγειογραφικός αρτηριακός εμβολισμός του πλακούντα. H θεραπεία του πλακούντα με Methotrexate αντενδείκνυται, γιατί σε υψηλό ποσοστό έχουν αναφερθεί σοβαρές επιπλοκές, όπως η σήψη και ο θάνατος. Πιστεύεται ότι τούτο είναι αποτέλεσμα της ταχείας νέκρωσης των ιστών και της επιμόλυνσής τους από μικρόβια του εντέρου.(10) Eπίσης, αναφέρεται επιμόλυνση του εμβρυϊκού σάκου της κοιλιακής εγκυμοσύνης, και γι’ αυτό προτείνεται η χορήγηση προφυλακτικής αντιβίωσης.(11)
H πρόγνωση της κοιλιακής εγκυμοσύνης σε σχέση με τη μελλοντική γονιμότητα εξαρτάται κυρίως από τη συμμετοχή των εξαρτημάτων στην περιοχή της εμφύτευσης του πλακούντα. Όταν δεν δημιουργούνται μετεγχειρητικές συμφύσεις, η πρόγνωση της γονιμότητας δεν είναι αντίστροφα επηρεασμένη.(6) Όμως, προγενέστερες μελέτες έδειξαν ότι, όταν η πρώτη εγκυμοσύνη καταλήγει σε έκτοπη, το 30% των ασθενών αυτών έχουν πιθανότητα επανάληψής της.(12)

Summary

Tsohataridis E,1 Liakakos TM,1 Patsea E,2 Liakakos M.2
Primary peritoneal (abdominal) pregnancy: A case report.
Hellen Obstet Gynecol 14(3):241-245, 2002
Correspondence: M. Liakakos
44 Ypsilantou str.
11521 Athens
Tel: 0107290027
Fax: 010524211

Primary peritoneal (abdominal) pregnancy is extremely rare variation of ectopic pregnancy within the peritoneal cavity, representing a grave risk to maternal health, especially in advanced cases. Secondary abdominal pregnancies are by far the most common and result mainly, from primary tubal implantation and tubal abortion or rupture with subsequent location within abdomen.
In achieving safe results, early diagnosis and appropriate surgical management, in relation to patient’s general condition and stage of pregnancy, appear to be important. The reasons of high maternal and fetus mortality and morbidity of this entity, are discussed. Laparoscopic Surgery considered the proper management for our patient.
We report a case of primary peritoneal pregnancy, first trimester in a 35 year old woman with no children. The patient was admitted with suspicious signs of ectopic pregnancy. The conceptus was implanted on the posterior surface of uterus near the attachment of left uterosacral ligament and it corresponded with a missed abortion, as later proved histologically.
Key words: Peritoneal pregnancy, maternal mortality, placenta.

[1]NIMTS General Hospital, 2nd Surgical Clinic, Athens
[2]IRA Maternity Hospital, Athens

BIBΛIOΓPAΦIA

1. Atrash HK, Friede A, Hougue CJR. Abdominal pregnancy in the United States: frequency and maternal mortality. Obstet Gynecol 1987; 69:333-7.
2. Studdiford WE. Primary peritoneal pregnancy. Am J Obstet Gynecol 1942; 44:487-91.
3. Friedrick EG, Rankin CA. Primary pelvic peritoneal pregnancy. Obstet Gynecol 1968; 31:649-53.
4. Makinen J. Histologically verified primary perito-neal pregnancy with implantation in the sigmoid mesenterium. Eur J Obstet Gynecol Repro Biol 1986; 22:171-4.
5. Te Linde’s Operative Gynecology. In: Mattingly RF (ed.) Abdominal pregnancy. 5th ed. Philadelphia: Lippincot comp, 1977:379-82.
6. Martin JN, McCaul JF. Emergent management of abdominal pregnancy. Clin Obstet Gynecol 1990; 33:438-47.
7. Shin JS, Moon YZ, Kim SR, et al. Primary Peritoneal pregnancy implanted on the uterosacral ligament. Korean Med Sci 2000; 15:359-62.
8. Rice T, Bowser C. Extrauterine abdominal preg-rancy. CRNA 1999; 10(4):181-3.
9. Tulandi T, Saleh A. Surgical management of ectopic pregnancy. Clin Obstet Gynecol 1999; 42:31-8.
10. Rahman MS, Al-Suleiman SA, Rahman J, Al-Sibai MH. Advanced abdominal pregnancy: observations in 10 cases. Obstet Gynecol 1982; 59:366-72.
11. Bergstrom R, Mueller G, Yankowitz J. The con-tinued dilemma in treating abdominal preg-nancy and a potential explanation for the high rate of postsurgical morbidity. Gynecol Obstet Invest 1998; 46(4):268-70.
12. Shoen JA, Novak RJ. Repeat ectopic pregnancy: a 16-year clinical survey. Obstet Gynecol 1975; 45:542.


Aλληλογραφία: M. Λιακάκος

Yψηλάντου 44
11521 Aθήνα
Tηλ: 0107290027
Fax: 010524211

 

ΗΟΜΕPAGE

 


<<< Προηγούμενη σελίδα