<<< Προηγούμενη σελίδα

Μελάνωση του Παχέος Εντέρου

 

Χ. Τσoμπανίδoυ[1], Γ. Δερμιτζάκης[2]
[1]Παθολογοανατομικό Εργαστήριο, Θεαγένειο Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης
[2]Ιατρικό Κέντρο Περαίας

Περίληψη
Με τον όρο μελάνωση του παχέος εντέρου περιγράφεται η μελανόφαιη ή καφεόχρωη χρωματική αλλοίωση του βλεννογόνου, λόγω της παρουσίας της λιποφουσκίνης στα μακροφάγα του χορίου. Η πάθηση σχετίζεται με την ηυξημένη καταστροφή των επιθηλιακών κυττάρων, τα οποία φαγοκυτταρώνονται από τα μακροφάγα. Περιγράφεται περίπτωση μελάνωσης του παχέος εντέρου σε άνδρα ηλικίας 55 ετών, ο οποίος έκανε χρήση υπακτικών από τριετίας.
Λέξεις κλειδιά: Mελάνωση, έντερο.

Εισαγωγή
Η μελάνωση του παχέος εντέρου αντιστοιχεί σε μελανόφαιη χρωματική αλλοίωση του βλεννογόνου, λόγω παρουσίας χρωστικής στα μακροφάγα του χορίου.
Απαρτίζει φαγοκυτταρική αντίδραση, σχετιζόμενη με καταστροφή και αποδόμηση των επιθηλιακών κυττάρων, που οδηγούν σε ανάπτυξη χρωστικής με ιστοχημικούς και ανοσοϊστοχημικούς χαρακτήρες της λιποφουσκίνης. Η νοσολογική αυτή οντότητα συνδυάζεται κατεξοχήν με χρήση υπακτικών, ενίοτε με λήψη αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, ενώ σπάνια συνυπάρχει με φλεγμονώδεις ή νεοπλασματικές παθήσεις του εντέρου.

Περιγραφή περίπτωσης
Στην παρούσα μελέτη περιγράφεται σπάνια περίπτωση μελάνωσης του παχέος εντέρου, η οποία διαγνώσθηκε ιστολογικά σε υλικό βιοψίας παχέος εντέρου.
Πρόκειται για άρρενα, ηλικίας 55 ετών, με ιστορικό χρόνιας δυσκοιλιότητας και χρήση υπακτικών από τριετίας. Η κολονοσκόπηση έδειξε μελαχρωματικό βλεννογόνο σε όλο το μήκος του παχέος εντέρου.
O συμβατικός ιστολογικός έλεγχος έδειξε, στο χόριο του βλεννογόνου του παχέος εντέρου, παρουσία μακροφάγων με κοκκία μελανόφαιης χρωστικής (εικόνα 1). O ιστοχημικός και ανοσοϊστοχημικός έλεγχος έδειξε ότι τα κύτταρα εμφάνιζαν θετικότητα στις χρώσεις PAS, Melan-A, Masson-Fontana και ήταν αρνητικά στις Perls και HMB-45. Πρόκειται για φαγοκυτταρωμένη ουσία από τα μακροφάγα του βλεννογόνου, η οποία εμφανίζει τους χρωστικούς χαρακτήρες της λιποφουσκίνης.


Εικόνα1. Στο χόριο του βλεννογόνου παρουσία μακροφάγων με κοκκία μελανόφαιης χρωστικής.

Συζήτηση
Η μελάνωση του παχέος εντέρου περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1829 από τον Cruveilhier και αναφέρθηκε ως ξεχωριστή οντότητα, με τη συγκεκριμένη ονομασία, το 1857 από τον Virchow1. H πρώτη αναφορά της σχέσης της βλάβης με τη λήψη υπακτικών έγινε πολύ αργότερα, το 1928, από τον Basle2.
H νόσος συνήθως σχετίζεται με τη χρήση υπακτικών ή αντιφλεγμονωδών φαρμάκων και σπάνια συνυπάρχει με φλεγμονώδεις ή νεοπλασματικές παθήσεις του εντέρου. Στις καταστάσεις αυτές παρατηρείται ηυξημένη καταστροφή των επιθηλιακών κυττάρων, τα οποία ακολούθως φαγοκυτταρώνονται από τα μακροφάγα του βλεννογόνου του εντέρου και αποδομούνται. Αυτό έχει ως συνέπεια την παραγωγή λιποφουσκίνης, η οποία, με τη μορφή χρωστικών κοκκίων, εντοπίζεται στο κυτταρόπλασμα των μακροφάγων, με αποτέλεσμα τη μελανόφαιη χροιά του βλεννογόνου. Αναφέρεται ότι 73,4 % των ασθενών, οι οποίοι έκαναν χρήση υπακτικών στο παρελθόν εξ αιτίας δυσκοιλιότητας, εμφάνισε αλλοιώσεις με τη μορφή της εναπόθεσης χρωστικής. Oι αλλοιώσεις αυτές παρατηρήθηκαν 5 έως 15 μήνες μετά την έναρξη της χορήγησης, επέμεναν δε 6 έως 11 μήνες μετά τη διακοπή του φαρμάκου1. Παρά την υφιστάμενη διχογνωμία, αρκετοί μελετητές θεωρούν ότι η νόσος παρατηρείται συχνότερα σε ασθενείς με αδένωμα ή καρκίνωμα του παχέος εντέρου3.
Η νόσος προσβάλλει κατά κύριο λόγο το παχύ έντερο, με συχνότερη εντόπιση το ορθό και το τυφλό, ενώ σπάνια προσβάλλεται το λεπτό έντερο4.
Παρατηρείται συνήθως σε υπερήλικες και συχνότερα στις γυναίκες, με αναλογία γυναικών-ανδρών 2:15.
Η ένταση της χρώσης εξαρτάται από τη χημική σύσταση της χρωστικής ουσίας, η οποία αποτελείται από γλυκοπρωτεΐνες και γλυκολιπίδια, με άγνωστη την περιεκτικότητά της στα σάκχαρα. Εμφανίζει θετικότητα στις χρώσεις PAS και Ziehl Neelsen και επιπλέον, διασταυρούμενη θετικότητα στη χρώση για μελανίνη Masson-Fontana6.
Λόγω της διασταυρούμενης θετικότητας, πολλοί χρησιμοποιούν για τη νοσολογική αυτή οντότητα, όρους όπως ψευδομελάνωση ή λιποφουσκίνωση του κόλου2. Σήμερα, επικρατεί ο πλέον χρησιμοποιούμενος όρος «μελάνωση του παχέος εντέρου», ο οποίος αναφέρεται στη χρώση του βλεννογόνου και όχι στη μορφή της χρωστικής ουσίας που εναποτίθεται στους ιστούς.

Abstract
Melanosis coli refers to an abnormal brown or black pigmentation of colonic mucosa caused by the presence of lipofuskin in macrophages within the lamina propria. Previous studies have linked the presence of lipofuscin to phagocytosis of epithelial cells which have undergone apoptosis. Described here a case of documented melanosis coli in an elderly man with laxative use which induce apoptosis of epithelial cells of the large intestine.

Βιβλιογραφία
1. an Gorkom B, Karrenbeld A, Van der Sluis T, Zwart N, De Vries E, Kleibeuker J. Apoptosis inductionby sennoside laxatives in man: escape from a protective mechanism during chronic sennoside use? Journal of Pathology 2001; 4(4):493-499.
2. Pardi D, Tremaine W, Rothenberg H, Batts K. Melanosis coli in inflammatory bowel disease. J Clin Gastroenterol 1998; 26(3):167-170.
3. Nusko G, Schneider B, Schneider J, Wittekind Ch, Hahn E. Anthranoid laxative use is not a risk factor for colorectal neoplasia: results of a prospective case control study. Gut 2000; 46:651-655.
4. Lestina L. An unusual case of melanosis coli. Gastrointestinal Endoscopy 2001; 54(1):119-121.
5. Siegers C, Lottin E, Otte M, Schneider B. Anthranoid laxative abuse- a risk of colorectal cancer? Gut 1993; 34:1.099-1.101.
6. Benavides S, Morgante P, Monsserrat A, Zarate J, Porta E. The pigment of melanosis coli: a lectin histochemical study. Gastrointestinal Endoscopy 1997; 46(2):131-138.



ΗΟΜΕPAGE