ΕRS Στοκχόλμη 2002


<<< Προηγούμενη σελίδα

 


14.000 σύνεδροι από όλο τον κόσμο, περισσότερες από 150 επιστημονικές συναντήσεις, δορυφορικά συμπόσια και σεμινάρια, 20 μετεκπαιδευτικά φροντιστήρια και 24 σεμινάρια "meet the professor", έδωσαν υπόσταση σε μια από τις πλέον επιτυχημένες διοργανώσεις της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας τα τελευταία χρόνια. Η Στοκχόλμη, που για δεύτερη κιόλας φορά φιλοξένησε την τεράστια αυτή διοργάνωση, απεδείχθη όχι μόνο φιλόξενη και λειτουργική, αλλά και πανέμορφη, ελκυστική και γεμάτη εκπλήξεις.

Η διάλεξη Cournand
Εκτός της κλινικής πνευμονολογίας, μεγάλος αριθμός συνεδριάσεων αφιερώθηκαν στη βασική έρευνα, στην παιδοπνευμονολογία, στις λοιμώξεις, στην εντατικολογία αλλά και στη θωρακοχειρουργική και τις επεμβατικές βρογχο-θωρακοσκοπικές τεχνικές που για πρώτη φορά παρουσιάστηκαν με τόση έμφαση. Η τιμητική διάλεξη Cournand, την οποία φέτος έδωσε ο διακεκριμένος γάλλος καθηγητής εντατικής θεραπείας, Laurent Brochard, ήταν αφιερωμένη στον επεμβατικό αερισμό και στις κλινικές εφαρμογές των γνώσεων της φυσιολογίας του αναπνευστικού.

Επισημάνσεις από τα Συμπόσια
Από τα συμπόσια της βασικής έρευνας για την παθολογία των αεραγωγών ξεχώρισε αυτό που είχε ως θέμα τους μηχανισμούς αναγέννησης και επιδιόρθωσης του αναπνευστικού επιθηλίου, όπου, εκτός του ρόλου της ουδετεροφιλικής φλεγμονής και των μηχανισμών αμύνης (αντιπρωτεάσες, "ντεφενσίνες", "προτεκτίνες"), επισημάνθηκε η συσχέτιση των μηχανισμών επιδιόρθωσης με την πνευμονική ίνωση. Η πνευμονική ίνωση, κοινό τελικό αποτέλεσμα μιας πλειάδας φυσιολογικών και παθολογικών διεργασιών, προκαλείται από τη διέγερση των επιθηλιακών κυττάρων και την ενεργοποίηση των ινοβλαστών στο πλαίσιο μιας φλεγμονώδους αντίδρασης. Η παρουσία των προτεκτινών INF-γ και PGE-2 αποτρέπει αυτή την ινωτική εξέλιξη και φαίνεται πως η όλη διεργασία εξαρτάται από τη δυνατότητα ενεργοποίησης του κύκλου της κυκλοξυγενάσης-2 (COX-2) για την παραγωγή των προσταγλανδινών. Θεραπείες που αυξάνουν την INF-γ ή την PGE-2 είναι πλέον οι μελλοντικοί στόχοι στην έρευνα για την πνευμονική ίνωση.
Σε ό,τι δε αφορά το πάντοτε ανοιχτό θέμα της φλεγμονής των αεραγωγών, η οποία παρουσιάζει χαρακτηριστική ποικιλότητα, το στίγμα έδωσε το συμπόσιο με θέμα "Ενδογενείς ανασταλτικοί και προστατευτικοί μηχανισμοί στις φλεγμονώδεις νόσους των αεραγωγών". Η σχέση Th1/Th2 φαινοτύπου στην έκφραση των ρυθμιστικών Τ λεμφοκυττάρων καθορίζει βέβαια αντίστοιχα την μη ατοπική ή την ατοπική φύση της φλεγμονής, αλλά με έναν τρόπο αντιστρέψιμο. Επιπλέον, η αυξημένη επίπτωση άσθματος ή συριγμού σε παιδιά φαίνεται να εξηγείται περισσότερο με την καθυστέρηση στην ωρίμανση της Th1 λειτουργίας των λεμφοκυττάρων κατά τη διάρκεια του 1ου χρόνου της ζωής. Η αυξημένη συχνότητα ιογενών λοιμώξεων του ανωτέρου αναπνευστικού μπορεί να δρα είτε "κλειδώνοντας" τα Τ-λεμφοκύτταρα σε ένα Τh2 τρόπο συμπεριφοράς, είτε προκαλώντας λειτουργικές διαταραχές στους υποδοχείς των κυττάρων αυτών προκαλώντας το ίδιο αποτέλεσμα. Σε κάθε περίπτωση, οι ιογενείς λοιμώξεις προκαλούν εντελώς διαφορετική απάντηση από τη "μικροβιακή διέγερση" του ανοσοποιητικού που προκαλούν οι βακτηριακές λοιμώξεις.

Η επεμβατική πνευμολογία στο προσκήνιο
"Σύγχρονες απόψεις για την αντιμετώπιση του πνευμοθώρακα". Ένα κύριο συμπόσιο με αυτό τον τίτλο παρουσίασε μεγάλο ενδιαφέρον και συγκέντρωσε μεγάλο αριθμό συνέδρων. Το κύριο μήνυμα ήταν η σύγχρονη τάση της πνευμονολογίας να γίνεται επεμβατικότερη και να αναλαμβάνει περιστατικά που έως τώρα με ευκολία παραπέμπαμε στους θωρακοχειρουργούς. Τα υπόλοιπα μηνύματα; Κατ' αρχήν η απλή εισπνευστική, οπισθοπρόσθια ακτινογραφία θώρακα είναι αρκετή για τη διάγνωση. Δεν απαιτείται α/α σε θέση εκπνοής και ούτε έχει φανεί να υπερέχει σε διαγνωστική ευαισθησία. Σε έναν μικρό πνευμοθώρακα, είτε είναι πρωτοπαθής είτε δευτεροπαθής (π.χ. ιατρογενής), συνήθως αρκεί η απλή αναρρόφηση του αέρα δια βελόνης. Εάν ο αέρας είναι περισσότερος και ο πνευμοθώρακας προκαλεί συμπτώματα, συστήνεται η εισαγωγή λεπτού καθετήρα τύπου pneumothorax kit ή pleuracath διαμέτρου 3 mm, με τον οποίο είναι δυνατή η αναρρόφηση υγρού ή αέρα. Σε αιμοθώρακα ή σε ασθενείς υπό μηχανικό αερισμό ενδείκνυται ένας ευρύτερος σωλήνας 20 f. Αν το πρόβλημα επιμένει, τίθεται η ένδειξη είτε για βιντεοσκοπική (VATS) είτε για μη χειρουργική (medical thoracoscopy) θωρακοσκόπηση, προκειμένου να επισκοπηθεί όλη η υπεζωκοτική κοιλότητα, να εκταμούν οι πιθανές φυσαλίδες και να διορθωθεί η ενδεχόμενη εστία διαρροής αέρα και εν συνεχεία να διενεργηθεί ψεκασμός με ταλκ (talcage). Δεν έχει βρεθεί υπεροχή της ανοικτής θωρακοτομής σε σχέση με τις λιγότερο επεμβατικές τεχνικές, οι οποίες είναι δυνατόν να γίνουν με τοπική αναισθησία και να διενεργηθούν από πνευμονολόγους και όχι από χειρουργούς. Η εξαιρετικά επώδυνη και άβολη για τον ασθενή λύση του "χειρουργικού" bullaw σε κάθε πνευμοθώρακα μοιάζει μάλλον ξεπερασμένη. Σε ό,τι δε αφορά στο ταλκ και την ασφάλειά του για τον ασθενή, το βασικό ερώτημα που αναδείχθηκε ήταν "Πέστε μας τι ταλκ χρησιμοποιείτε, να σας πούμε πόσο ARDS θα κάνετε !" Πρακτικά, τα σωματίδια του ταλκ με διάμετρο <10μ είναι πολύ πιθανό να περάσουν στην κυκλοφορία και να βρεθούν σε οποιοδήποτε όργανο, ακόμα και στον εγκέφαλο, ενώ σε σημαντικό ποσοστό είναι σε θέση να προκαλέσουν ARDS. Αντίθετα, σε μελέτες που έχουν γίνει με ταλκ των οποίων τα σωματίδια έχουν διάμετρο >30-35μ, το ποσοστό πρόκλησης ARDS είναι εξαιρετικά χαμηλό. Το βασικό μήνυμα είναι ότι, ενώ το ταλκ είναι σήμερα μια θαυμάσια μέθοδος πλευροδεσίας με πολλές ενδείξεις, πρέπει να έχουμε απόλυτη επίγνωση της ποιότητας του ταλκ με το οποίο δουλεύουμε, όχι μόνο ως προς το μέγεθος των σωματιδίων του (που μοιάζει να είναι πολύ σημαντικό για τις κύριες επιπλοκές), αλλά και ως προς την στειρότητά του και τις προσμίξεις του.
Τέλος το Μεσοθηλίωμα ήταν το θέμα ενός άλλου συμποσίου που παρουσίασε ξεχωριστό ενδιαφέρον. Ένας από τους λόγους του μεγάλου ενδιαφέροντος του πολυπληθούς ακροατηρίου για τις σύγχρονες γνώσεις γύρω από το μεσοθηλίωμα είναι η πρόβλεψη μιας κατακόρυφης αύξησης της επίπτωσης της νόσου τα επόμενα χρόνια, αύξηση που αναμένεται να κορυφωθεί τη δεκαετία 2020-2030. Η αύξηση της επίπτωσης δικαιολογείται από την ανάπτυξη της νόσου σε εργαζόμενους που εκτέθηκαν στον αμίαντο κατά τη δεκαετία του '60 ή του '70, πριν δηλαδή γίνει αντιληπτή η καταστροφική δράση του αμιάντου και απαγορευτεί η χρήση του. Επίσης, οι "καλοήθεις" αμιαντωσικές υπεζωκοτικές πλάκες αποδεικνύονται όχι τόσο αθώες όσο νομίζαμε, αφού έχει πλέον δειχθεί πως συνδέονται με δεκαπλάσιο κίνδυνο ανάπτυξης μεσοθηλιώματος τα επόμενα χρόνια. Η κυτταρολογική εξέταση δεν έχει θέση στη διάγνωση, ενώ ακόμα και για τον παθολογοανατόμο είναι συχνά δύσκολο να διαφοροδιαγνώσει ανάμεσα στο κακόηθες μεσοθηλίωμα και στο μεταστατικό αδενοκαρκίνωμα, καθώς η ιστολογική ποικιλία είναι χαρακτηριστικό της νόσου. Σε ό,τι δε αφορά στη θεραπεία, ενώ οι χειρουργικές προσπάθειες απευθύνονται σε περιορισμένο, επιλεγμένο αριθμό ασθενών και στην καλύτερη περίπτωση παρουσιάζουν 30% περιεγχειρητική θνησιμότητα και 10% 5ετή επιβίωση, οι νέες προσπάθειες συνδυασμένης χημειοθεραπείας με βάση την αδριαμυκίνη ή την σισπλατίνη ή ακόμα και η ανοσοθεραπεία με IFN-γ ή IL-2, δοκιμάζονται με ανανεωμένο ενδιαφέρον, ενθαρρυντικά αρχικά αποτελέσματα και πολλές ελπίδες.

Τα "Απογευματινά" Συμπόσια
Δεν έλειψαν βεβαίως κάθε απόγευμα και τα συμπόσια τα επιχορηγούμενα από τις φαρμακευτικές εταιρείες του χώρου. Τα κυριότερα μηνύματα που πέρασαν ήταν αρχικά το μεγάλο ενδιαφέρον για τη θεραπεία της ΧΑΠ, που πλέον βρίσκεται μακράν του "θεραπευτικού μηδενισμού" των προηγούμενων δεκαετιών. Έπειτα το ξαναδιάβασμα του λειτουργικού ελέγχου και η συνειδητοποίηση των πολλών περιορισμών της FEV1 ως δείκτη βαρύτητας της ΧΑΠ. Η εισπνευστική χωρητικότητα και η συσχέτισή της με την ικανότητα παραγωγής έργου και την ποιότητα ζωής ήταν θέματα που επισημάνθηκαν σε αρκετές περιπτώσεις. Νέα φάρμακα; Βεβαίως και κατ' αρχήν επίσημο λανσάρισμα του Τιοτροπίου και της καινούργιας συσκευής του (Spiriva®), νέο όπλο στη φαρέτρα των πνευμονολόγων για τη ΧΑΠ και σημαντική ελπίδα. Έπειτα, νέοι σταθεροί συνδυασμοί φαρμάκων (φορμοτερόλη-βουδεσονίδη στο Symbicort®), αλλά και νέες συσκευές με προσανατολισμό στους μικρούς αεραγωγούς και νέας γενιάς κινολόνες για τις παροξύνσεις αλλά και ανοσοπροφύλαξη για τις χειμερινές λοιμώξεις του αναπνευστικού. Απ' όλα αυτά τα καινούργια και συνεχώς εξελισσόμενα, εμείς κρατάμε, κυρίως, την όλο και ευρύτερα αποδεκτή άποψη ότι η κλινική αξιολόγηση και παρακολούθηση του ασθενούς με αποφρακτική πνευμονοπάθεια, και όχι ο λειτουργικός του έλεγχος, είναι το κριτήριο της εξέλιξης της νόσου του και της ανταπόκρισής του στη θεραπεία.
Ραντεβού του χρόνου στη Βιέννη, στο 13ο Συνέδριο της ΕRS.

 

ΗΟΜΕPAGE